Είναι αυτός ο «μποέμ μπουρζουά» ο πολιτικός που θα κάνει τη μεγάλη έκπληξη στις προεδρικές εκλογές αφού πρώτα εξαφανίσει τους Σοσιαλιστές; Το ερώτημα διατυπώνεται όλο και πιο συχνά, όλο και πιο επίμονα στον γαλλικό Τύπο. Και υπάρχει λόγος: ο υποψήφιος της Δεξιάς πέφτει, οι υποψήφιοι της Αριστεράς καταποντίζονται, εκείνος ανεβαίνει. Ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ο σίγουρος τρίτος του α’ γύρου και με μια δημοσκοπική απόσταση από τον Φρανσουά Φιγιόν που τον κάνει έναν υποψήφιο δεύτερο. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Οτι στον δεύτερο γύρο των εκλογών μπορεί να είναι αυτός ο αντίπαλος της ακροδεξιάς Μαρίν Λεπέν. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι σχεδόν βέβαιο ότι η 5η Γαλλική Δημοκρατία θα αποκτήσει τον πρώτο πρόεδρό της κάτω των 40 ετών.

Για τα γαλλικά πολιτικά ήθη θα είναι σχεδόν μια επανάσταση. Οπως υπενθυμίζει η «Λιμπερασιόν», για να έχει ένας πολιτικός ελπίδες θα πρέπει να έχει πίσω του εκλογική εμπειρία, να έχει φτιάξει μια εικόνα, να έχει αποσαφηνίσει το ιδεολογικό του στίγμα και, πάνω απ’ όλα, να τον στηρίζει ένα κόμμα. Ο Μακρόν δεν έχει τίποτε απ’ όλα αυτά. Η πολιτική του εμπειρία είναι αυτή του αναπληρωτή γενικού γραμματέα στο Ελιζέ και του υπουργού Οικονομίας –και τα δύο πόστα μαζί δεν ξεπερνούν συνολικά τα τέσσερα χρόνια. Οι Σοσιαλιστές δεν τον αγκάλιασαν ποτέ και εκείνος δεν έκανε και πολλά για να τους κερδίσει –τελικά προτίμησε να κατεβεί ανεξάρτητος. Οσο για το ιδεολογικό του στίγμα, καθορίζεται από το σύνθημα «ούτε με τη Δεξιά ούτε με την Αριστερά». Αλλά πόσο μπορεί να συγκινήσει σε μια χώρα που έχει μάθει σε αυτήν την πολιτική διαίρεση από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης;

Μια απάντηση δίνουν οι αριθμοί. Κατ’ αρχάς ο Μακρόν κέρδισε πέντε μονάδες (από 12% τον περασμένο Σεπτέμβριο σε 17% σήμερα) μέσα σε λίγους μήνες. Και από το 17% εκτοξεύεται στο 21% εάν νικητής των προκριματικών των Σοσιαλιστών δεν είναι ο Μανουέλ Βαλς αλλά ο Αρνό Μοντμπούρ ή ο Μπενουά Αμόν. Οποιος και να είναι τελικά ο σοσιαλιστής υποψήφιος, θα πρέπει να συνηθίσει στην ιδέα ότι στον α’ γύρο των προεδρικών εκλογών θα περιοριστεί στην ταπεινωτική πέμπτη θέση. Την τέταρτη την καταλαμβάνει ο υποψήφιος της ριζοσπαστικής Αριστεράς Ζαν Λικ Μελανσόν. Ο χώρος ανάμεσα στον Μακρόν και τον Μελανσόν, γράφει το «Λ’ Εξπρές», είναι ένα τρίγωνο των Βερμούδων όπου τα δημοσκοπικά ραντάρ μπορεί να μην μπορέσουν να πιάσουν και τίποτε από τα ανεξήγητα πολιτικά φαινόμενα που θα εμφανιστούν στις κάλπες.

Ωστόσο, κάποια πράγματα οι δημοσκόποι τα ξέρουν. Από τον περασμένο Σεπτέμβριο έως σήμερα ο Μακρόν έχει αυξήσει κατά 60% την εκλογική του πελατεία. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι 13% των νεοεισερχομένων είχαν δηλώσει ότι θα ψήφιζαν Φρανσουά Μπαϊρού, 11% Φρανσουά Ολάντ, 7,5% Νικολά Σαρκοζί, 3,5% Ζαν Λικ Μελανσόν, ενώ 11% σκόπευαν να μην ψηφίσουν καθόλου. Μετά το ξεκαθάρισμα των προκριματικών εκλογών της Δεξιάς, ο Μακρόν παίρνει το 13% των ψηφοφόρων του Μανουέλ Βαλς, το 10% του Φρανσουά Φιγιόν, το 5% της Μαρίν Λεπέν, το 4% του Μελανσόν και το 5,5% αυτών που δηλώνουν αποχή.

Πολύ ενδιαφέρον όμως έχουν και οι μη πολιτικοί αριθμοί. Οι νέοι ψηφοφόροι που έχει κερδίσει ο Μακρόν από τον περασμένο Δεκέμβριο είναι 57% γυναίκες, 53% άνω των 50 ετών, 32% συνταξιούχοι, 16% υπάλληλοι, 14% ελεύθεροι επαγγελματίες και 8% εργάτες. Το 42% είναι πτυχιούχοι, το 37% όχι. Ακόμη, προσελκύει ψηφοφόρους τόσο από τα αστικά κέντρα όσο και από τις αγροτικές περιοχές. Και, τέλος, 50% έχουν εισοδήματα άνω των 2.500 ευρώ τον μήνα, ενώ 77% διαθέτουν πρώτη κατοικία. Και κάπως έτσι ο μποέμ μπουρζουά μπορεί να αποκτήσει τη δική του κατοικία στο Μέγαρο των Ηλυσίων.