Από το βράδυ της 13ης Νοεμβρίου, ο Φρανσουά Ολάντ είναι ένας πρόεδρος εν καιρώ πολέμου. Το είπε ο ίδιος αμέσως μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις που κόστισαν 130 ζωές στο Παρίσι, χαρακτηρίζοντάς τες «πράξεις πολέμου». Το επανέλαβε τη Δευτέρα, ξεκινώντας την ομιλία του στις Βερσαλλίες και στα δύο σώματα του γαλλικού Κοινοβουλίου με τη φράση «Η Γαλλία βρίσκεται σε πόλεμο». Το επιβεβαίωσε χθες η νέα επίθεση ισλαμιστών και η ομηρεία 170 ανθρώπων, ανάμεσά τους πολλοί ξένοι εργαζόμενοι, περιλαμβανομένων και Γάλλων, σε πολυτελές ξενοδοχείο του Μπαμακό στο Μάλι –στη χώρα όπου έστειλε ο Ολάντ γαλλικά στρατεύματα τον Ιανουάριο του 2013, εγκαινιάζοντας μια νέα, πιο επιθετική εξωτερική πολιτική, προκειμένου να ανακοπεί η προέλαση των τζιχαντιστών.

Η φρασεολογία και οι χειρονομίες του Φρανσουά Ολάντ στις Βερσαλλίες θύμισαν σε κάποιους τον Ρεμόν Πουανκαρέ, και δη τη θρυλική ομιλία που είχε εκφωνήσει ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας στις 4 Αυγούστου του 1914, κατά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το κάλεσμά του σε μια «union sacrée», μια «ιερή ενότητα». Η επονομαζόμενη και «ανακωχή των κομμάτων» έγινε έκτοτε κάτι σαν παράδοση στη Γαλλία, σε περιόδους εθνικής κρίσης. Αλλά αυτή τη φορά, μόλις δύο εβδομάδες πριν από τις περιφερειακές εκλογές, με την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν έτοιμη να κατακτήσει για πρώτη φορά δύο γαλλικές περιφέρειες κι ενώ έρχεται πρώτη στις δημοσκοπήσεις για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών το 2017, η «ιερή ενότητα» αποδεικνύεται ανέφικτη.

ΤΟ ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΤΑ. Στη γαλλική πολιτική ιστορία θα υπάρξει αναμφίβολα ένα «πριν» και ένα «μετά» τη 13η Νοεμβρίου. Στο «πριν», υπέρτατος εχθρός ήταν η Λεπέν, τόσο η Αριστερά όσο και η Δεξιά την είχαν τοποθετήσει στο κέντρο της στρατηγικής τους, απλώς η δεύτερη προσπαθούσε να τη χτυπήσει δανειζόμενη, κατά το συνήθειο του Νικολά Σαρκοζί, μέρος της ρητορικής της. Στο «μετά», υπέρτατος εχθρός είναι η τρομοκρατία, οι τζιχαντιστές. Ο γάλλος πρόεδρος αναγκάζεται να πραγματοποιήσει στα θέματα της ασφάλειας μια δεξιά στροφή, επαναφέρει τους ελέγχους στα σύνορα, συνάπτει συμμαχία με τον Πούτιν στη Συρία, ζητεί αναθεώρηση του Συντάγματος και προωθεί την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στη Γαλλία για τρεις μήνες. Και υπάρχει πράγματι ένα κομμάτι της Δεξιάς, το σοβαρότερο, που προτάσσει την εθνική ενότητα. Το υπόλοιπο και η Ακροδεξιά δεν χάνουν χρόνο, εκμεταλλεύονται την τραγωδία για (μικρο)πολιτικούς σκοπούς.

«Ενόσω ο Ολάντ και ο Βαλς επιτίθεντο στο Εθνικό Μέτωπο, οι δολοφόνοι προετοίμαζαν τις επιθέσεις τους. Ντροπή, ντροπή, ντροπή και στους δυο τους!»: ο Νικολά Μπε, ο γ.γ. του Εθνικού Μετώπου, έσβησε γρήγορα το tweet που έστειλε το βράδυ των επιθέσεων. Αλλά στην εποχή μας, τίποτα δεν σβήνεται πραγματικά. Οπως δεν «σβήνεται» και η προσπάθεια που έκανε προχθές η Λεπέν στο France Inter να αποδώσει στην υπουργό Δικαιοσύνης Κριστιάν Τομπιρά τη φράση «πρέπει να δείξουμε κατανόηση στους τρομοκράτες». Οι παρουσιαστές την έβαλαν στη θέση της και η Λεπέν αποχώρησε εκνευρισμένη. Είχε προλάβει όμως να απευθυνθεί ακόμα μία φορά στα ταπεινότερα ένστικτα των πολιτών, συνδέοντας την τρομοκρατία με την προσφυγική κρίση, ζητώντας να αποχωρήσει η Γαλλία από τη ζώνη Σένγκεν και να κηρύξει τον πόλεμο «στον ισλαμισμό».

Πώς θα επηρεάσει η τραγωδία τις γαλλικές πολιτικές εξελίξεις; Δύσκολο να απαντήσει κανείς μετά βεβαιότητας. Σε καιρούς κρίσης, οι πολίτες συνασπίζονται γύρω από τον Ηγέτη. Από την άλλη πλευρά, οι τζιχαντιστές είναι βούτυρο στο ψωμί της Ακροδεξιάς. Και τούμπαλιν βέβαια. Το ISIS ονειρεύεται την ενίσχυση της Ακροδεξιάς, επιζητεί τον στιγματισμό και την περιθωριοποίηση της μουσουλμανικής κοινότητας, θέλει περισσότερους νεοσύλλεκτους, τρέφεται μέσα από το μίσος, τον διχασμό, το χάος.

Η αλλαγή στη φρασεολογία

Κάποιοι παρατηρούν μια (καλοδεχούμενη) διαφοροποίηση στο λεξιλόγιο του Φρανσουά Ολάντ όσο περνούν οι ημέρες. Το «Η Γαλλία είναι σε πόλεμο» της Δευτέρας έγινε την Πέμπτη «Η Γαλλία θα απαντήσει στον φανατισμό με την ελπίδα που συνιστά η ίδια η ζωή». Την ίδια ημέρα, βέβαια, η συντριπτική πλειοψηφία των γάλλων βουλευτών ενέκρινε την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.