Συνήθως αυτού του τύπου τις εκθέσεις τις συναντάµε σε µουσεία αφιερωµένα στη µνήµη ενός συγγραφέα και είναι µόνιµες. Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα έχει, πάντως, απόλυτη επίγνωση του γεγονότος και λέει ότι στην έκθεση – αφιέρωµα στον ίδιο, που πραγµατοποιείται αυτόν τον καιρό στο Παρίσι, εκείνος αισθάνεται σαν… µνηµείο.

Ωστόσο όλα είναι εκεί. Φωτογραφίες, προσωπικά ντοκουµέντα, επιστολές, αντίτυπα, εξώφυλλα σε διάφορες γλώσσες, ακόµα και ένα µέρος της διάσηµης συλλογής του µε ιπποπόταµους. Ολα αυτά εκτίθενται στο «Σπίτι της Λατινικής Αµερικής», στη λεωφόρο Σεν-Ζερµέν.

«Θέλετε να κάνουµε την επίσκεψη µαζί;», ρώτησε ο διάσηµος περουβιανός συγγραφέας τον δηµοσιογράφο της εφηµερίδας «Le Figaro», µε τον οποίο είχε ραντεβού. Ο Λιόσα, γράφει εκείνος, δεν άλλαξε καθόλου – λίγο τα µαλλιά του άσπρισαν – και στα 74 του παραµένει «ωραίος». Η έκθεση πληροφορεί τον επισκέπτη για τον άνθρωπο και τον συγγραφέα. Που στην περίπτωση του Λιόσα σχεδόν ταυτίζονται. «Η λογοτεχνία υπήρξε η σπονδυλική στήλη, το νευραλγικό κέντρο της ύπαρξής µου», λέει. «Ηταν περίπου προφανές, έστω και υποσυνείδητα, από την αρχή, ότι θα γίνω συγγραφέας. Από τη στιγµή που ανακάλυψα την ανάγνωση», λέει. Και την ανακάλυψε νωρίς. Υπάρχει στην έκθεση ένα συγκινητικό παιδικό του γράµµα προς τον Αγιο Βασίλη, από τον οποίο ζητάει βιβλία.

Η παιδική του ηλικία δεν ήταν, πάντως, ιδεώδης. Γιατί από το καθεστώς του υπερπροστατευµένου παιδιού ήρθε αντιµέτωπος, από τη µια µέρα στην άλλη, µε την ανασφάλεια και τον αυταρχισµό. Ενας πατέρας που τον νόµιζε εξαφανισµένο εµφανίστηκε ξαφνικά και έκανε ό,τι µπορούσε για να τον εµποδίσει να ασχοληθεί µε τη λογοτεχνία και την ποίηση. Τον έγραψε σε στρατιωτικό γυµνάσιο για να τον επαναφέρει στον «σωστό» δρόµο, αλλά µε αυτό δεν πέτυχε παρά τη συγγραφή του πρώτου µυθιστορήµατος του Λιόσα, το 1961, που είχε ως θέµα τη διαβίωσή του εκεί. Λεγόταν «Η πόλη και τα σκυλιά».

Η µικρή του ανάµειξη µε την πολιτική δράση – ήταν υποψήφιος πρόεδρος του Περού προ εικοσαετίας– τον έκανε σοφότερο: «Ανακάλυψα τη βαθύτερη πραγµατικότητα της πολιτικής. Εκεί είναι που βρίσκεις τα χειρότερα συστατικά της ανθρώπινης υπόστασης», επισηµαίνει. Ούτως ή άλλως, έχει πει και κάτι άλλο: «Η λογοτεχνία είναι σαν τη φωτιά, σηµαίνει διαφωνία και εξέγερση. Ο λόγος ύπαρξης του συγγραφέα είναι η διαµαρτυρία, η αντίρρηση, η κριτική».