Με εφτακόσια ψωροχιλιάρικα που εγκρίθηκαν επί Ν.Δ. και που ακόµα δεν έχουν εισπραχθεί όλα, τέσσερα Ελληνόπουλα θα διαφηµίσουν την Ψωροκώσταινα επί δέκα ηµέρες στην 67η Μόστρα της Βενετίας (1-11 Σεπτεµβρίου).

Μεθερµηνευόµενο αυτό πάει να πει ότι η κυβέρνηση, διά του υπουργού Πολιτισµού κ. Γερουλάνου, χωρίς να κουνήσει το δαχτυλάκι της θα εισπράξει τα κινηµατογραφικά και καλλιτεχνικά επινίκια. Τέλεια. Αυτό λοιπόν που δεν συνέβη στο Festival Du Cannes τον περασµένο Μάιο, λαµβάνει χώρα τώρα σε µια συµµετοχή επικών διαστάσεων για το ελληνικό σινεµά, σε ένα από τα τρία σπουδαιότερα κινηµατογραφικά γεγονότα της Υφηλίου. Κατά σειρά: Η Αθηνά Τσαγγάρη, µε την ταινία της «Αttenberg» – κόστους για το Ελληνικό Κέντρο Κινηµατογράφου µόλις 250.000, όσο δηλαδή τα γλέντια της ελληνικής παρέας της Εurovision – στο επίσηµο διαγωνιστικό να διεκδικεί το Χρυσό Λιοντάρι από µια κριτική επιτροπή µε πρόεδρο τον Κουέντιν Ταραντίνο. Αθηνά, ούτε στα πιο τρελά όνειρά σου.

Ο πρωτοεµφανιζόµενος Σύλλας Τζουµέρκας µε τη «Χώρα προέλευσης» – κόστους για τον ελληνικό κορβανά µόλις 200.000

– στο παράλληλο πρόγραµµα «Εβδοµάδα της Κριτικής» παρέα µε άλλους έξι πρωτοεµφανιζόµενους, να διεκδικεί κι αυτός βραβείο από τον πρόεδρο της κριτικής επιτροπής, τον «αδελφό» µας Φατίχ Ακίν, σκηνοθέτη του «Soul Κitchen».

Ο νεώτατος (µε σπουδές Φυσικής και Μαθηµατικών) Γιώργος Ζώης, µε τη µικρού µήκους «Casus Βelli» – κόστους για την ΕΡΤ φραγκοδίφραγκων, στο παράλληλο πρόγραµµα «Οrizzonti» («Ορίζοντες») φουνταριστός κι αυτός για κάποιο βραβείο.

Και, τέλος, υπάρχει και τέταρτος: ο Φίλιππος Τσίτος, µε τη σαρκαστική κωµωδία του «Ακαδηµία Πλάτωνος» – κόστους µόλις 250.000 για το Κέντρο Κινηµατογράφου, που θα προβληθεί τιµής ένεκεν στη Βενετία. Με αυτή την ταινία πέρυσι τον Αύγουστο ο Αντώνης Καφετζόπουλος κέρδισε στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο Λεοπάρδαλη καλύτερης ερµηνείας. Η ταινία του Τσίτου, λοιπόν, είναι µία από τις τρεις υποψήφιες για το βραβείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το οποίο θα απονεµηθεί 24 Νοεµβρίου στο Στρασβούργο!

Με έναν λόγο: όσο κοστίζει µια χρυσή πορδή φοροδιαφυγής από κάποιον της Μυκόνου (όλοι µαζί 6,7 δισ.) τόσο και η αξία αυτής της πρωτοφανούς, για τα ελληνικά χρονικά, επέλασης τεσσάρων δικών µας κινηµατογραφιστών στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Φανταστείτε, τελευταίος που βρέθηκε στο επίσηµο πρόγραµµα της Μόστρας ήταν ο Νίκος Παναγιωτόπουλος µε το «Delivery» του 2004!

Υστερόγραφο όλων αυτών είναι και το εξής απίστευτο, αλλά άκρως νεοελληνικό: και οι τέσσερις, της νέας γενιάς σκηνοθετών. Οπως ο Γιώργος Λάνθιµος µε τον «Κυνόδοντα», που τον Μάιο του 2009 έφυγε από τις Κάννες µε δύο βραβεία. Και όπως ο Γιάννης Κούτρας µε τη «Στρέλλα» στην Μπερλινάλε. Νέοι, της «Οµίχλης», αβοήθητοι, περιφρονηµένοι, ανοχύρωτοι, αλλά διαρκώς µε έµπνευση και κουράγιο οπλισµένοι. Βravo!

Το 1/3 στους Αµερικανούς


Επτά από τις 22 συµµετοχές στο διαγωνιστικό πρόγραµµα είναι αµερικανικές. Του Ντάρεν Αρονόφσκι «Ο µαύρος κύκνος» µε Νάταλι Πόρτµαν, Γουιόνα Ράιντερ και Βενσάν Κασέλ. Της Σοφίας Κόπολα «Somewhere» µε Μπενίτσιο Ντελ Τόρο. Του 78χρονου Μόντε Χέλµαν «Δρόµοι στο πουθενά» µε τον Φάµπιο Τέστι. Του Ρίτσαρντ Λιούις «Η εκδοχή του Μπάρλεϊ» µε Ντάστιν Χόφµαν και Πολ Τζιαµάτι. Του Βίνσεντ Γκάλο «Υποσχέσεις γραµµένες στο νερό». Του Τζούλιαν Σνάµπελ «Μiral» µε Γουίλεµ Νταφόε και Βανέσα Ρεντγκρέιβ. Της Κέλι Ράινχαρντ «Μeek’ Κatofff» µε Μισέλ Ουίλιαµς και Πολ Ντάνο. Ακολουθεί µε 4 συµµετοχές η Ιταλία. Από δύο συµµετοχές έχουν οι Ιαπωνία, Γαλλία, Γερµανία (ένας από αυτούς ο Τοµ Τίκβερ) και από µία οι Ελλάδα (Αθηνά Τσαγγάρη), Ρωσία, Χιλή, Μεξικό, Κίνα, Ισπανία.