Δεν υπήρξε Έλληνας που να μην ενθουσιάστηκε με την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε.

Η ευκαιρία όμως για λύση του Κυπριακού ξαναχάθηκε. Στην Κοπεγχάγη υπήρχε μια

μοναδική συμμετρία κινήτρων και πιέσεων προς όλες τις πλευρές που έχει ήδη

κλονισθεί. Ευτυχώς, την ευθύνη για την εμπλοκή την ανέλαβε εξ ολοκλήρου ο κ.

Ντενκτάς. Γι’ αυτό και η ένταξη επιτεύχθηκε τόσο απρόσκοπτα. Αυτή, εξάλλου,

ήταν η «λογική» του Ελσίνκι. Οι Ευρωπαίοι δεν ήθελαν να κάνουν τη λύση του

Κυπριακού προϋπόθεση της ένταξης γιατί τότε θα έδιναν, ουσιαστικά, δικαίωμα

βέτο στον Ντενκτάς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επιθυμούν διακαώς λύση. Χωρίς

αυτήν, το Κυπριακό θα είναι πηγή περιπλοκών και γι’ αυτούς και για εμάς. Και

είμαι βέβαιος ότι στην Κοπεγχάγη η ελληνική πλευρά έδωσε μύριες διαβεβαιώσεις

ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να διευκολύνει τη λύση. Έχει σημασία, λοιπόν, να

μην υπερτιμούμε την ισχύ της νέας διαπραγματευτικής μας θέσης και να μην

ανεβάζουμε τον πήχυ σε απαγορευτικά ύψη.

Η σοφία σχετικά με τα όρια των δυνατοτήτων μας μπορεί να αποδειχθεί άνευ

σημασίας στο άμεσο μέλλον. Η Τουρκία μπορεί να αποφασίσει ότι χρειάζεται το

Κυπριακό ως μοχλό πίεσης για το 2004 και η λύση να αναβληθεί για μία ακόμη

φορά. Μπορεί όμως να δουν πόσο λάθος είναι αυτό και να αποφασίσουν να

προχωρήσουν τώρα. Ας είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο και ας θυμόμαστε ότι

είναι αδιανόητο να πάρουμε εμείς την ευθύνη για τη ματαίωση της λύσης ή το

πάγωμα της δυναμικής που αναπτύσσεται στον τουρκοκυπριακό Βορρά. Γιατί αυτά

ακριβώς θα διακινδυνεύσουμε να κάνουμε αν στην προεδρία της Κύπρου εκλεγεί

άνθρωπος που δεν χαίρει της εμπιστοσύνης όλων των Κυπρίων και που θα

ταμπουρωθεί πίσω από την ένταξη. Υπάρχει, όμως, ένα σενάριο ακόμη χειρότερο.

Να αποδεχτεί η ελληνοκυπριακή ηγεσία μια λύση που θα απορριφθεί από τον

ελληνοκυπριακό λαό σε δημοψήφισμα. Κάτι τέτοιο θα έχει μεγάλο κόστος. Οι

Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θα μείνουν άπραγοι εάν θεωρήσουν ότι τους κοροϊδέψαμε.

Ο τρόπος με τον οποίο ορισμένοι παρουσιάζουν το σχέδιο Ανάν ανοίγει τον δρόμο

σε τέτοιες εξελίξεις. Δεν μπορείς να παρουσιάζεις κάτι ως κακό, στραβό και

ανάποδο και να ζητάς από έναν λαό να το υπερψηφίσει. Ο μεγάλος συμβιβασμός

έγινε – και καλώς έγινε – πριν από 25 χρόνια με την αποδοχή της διζωνικής –

δικοινοτικής ομοσπονδίας από τον Μακάριο. Σήμερα απλώς βλέπουμε τη λογική του

κατάληξη. Μέσα στα πλαίσια αυτά, το αναθεωρημένο σχέδιο Ανάν είναι καλό και

μπορούσε να είναι χειρότερο. Υπό συνθήκες συντεταγμένης διαπραγμάτευσης (η

περίπτωση μιας ανατολικογερμανικού τύπου κατάρρευσης στον Βορρά δεν

αποκλείεται, οπότε ο Θεός ας βάλει το χέρι του) δεν θα κερδίσουμε κάτι το

ριζικά καλύτερο γιατί ακόμη και ο πιο καλοπροαίρετος Τουρκοκύπριος ηγέτης

(πολλώ μάλλον ο Ντενκτάς) δεν θα υποχωρήσει πίσω από το σχέδιο Ανάν. Ας

εξετάσουμε τα θεμελιώδη:

1. Έδαφος: Δεν πρόκειται να πάρουμε μεγαλύτερο ποσοστό χωρίς

παραχωρήσεις σε άλλα σημεία.

2. Δομή ομοσπονδιακής εξουσίας: Η συνταγματική διασφάλιση της

τουρκοκυπριακής μειοψηφίας είναι όρος ύπαρξης του ενιαίου κυπριακού κράτους.

Αυτό αναπόφευκτα σημαίνει κάποιον βαθμό συναίνεσης της μειοψηφίας στις

αποφάσεις. Το ερώτημα είναι πώς. Εδώ, το σχέδιο Ανάν αποτελεί σαφή βελτίωση

έναντι της Ζυρίχης. Δεν τσιμεντάρει τις δύο κοινότητες, αντίθετα, προϋποθέτει

συνεργασίες πολιτικών δυνάμεων και από τις δύο. Απαιτεί έναν minimum αριθμό

ψήφων και από τις δύο κοινότητες στη λήψη των αποφάσεων αντί να τους παρέχει

δικαίωμα βέτο. Και προσφέρει ασφαλιστικές δικλίδες σε περίπτωση αδιεξόδων.

3. Επιστροφή προσφύγων και δικαίωμα εγκατάστασης: Τυχόν απότομη

επιστροφή δεκάδων χιλιάδων προσφύγων θα οδηγούσε στο αίμα. Αναγκαστικά

συζητάμε για μακρόχρονη μεταβατική περίοδο και αποζημιώσεις. Το αναθεωρημένο

σχέδιο Ανάν κάνει ακριβώς αυτό και προβλέπει ότι το τελικό ποσοστό των

Ελληνοκυπρίων που θα εγκατασταθούν, με πλήρη εκλογικά δικαιώματα, στον Βορρά

δεν θα υπερβαίνει το 28%. Όσοι εξεγείρονται από αυτούς τους περιορισμούς

αγνοούν τις πρόνοιες του σχεδίου σχετικά με τον τρόπο λήψης των αποφάσεων στο

ομοσπονδιακό επίπεδο. Πολύ υψηλότερα ποσοστά Ελληνοκυπρίων στον Βορρά

σημαίνουν, στην πράξη, δύο ελληνοκυπριακά κρατίδια. Το ζητούμενο είναι να

καθησυχάσουμε τους Τουρκοκυπρίους ότι επιστροφή στις θλιβερές ημέρες του ’60

είναι αδύνατη και να τους πείσουμε ότι δεν πάμε να τους κοροϊδέψουμε.

4. Έποικοι: Όποιος πιστεύει ότι μπορεί να πετάξει 120 χιλιάδες

ανθρώπους από τα μέρη όπου, καλώς ή κακώς, ζουν είναι ευπρόσδεκτος να

δοκιμάσει. Αν το ξανασκεφτεί όμως, θα δει ότι το ζητούμενο είναι να δοθούν

κίνητρα σε αρκετούς εποίκους να επιστρέψουν οικειοθελώς στην Τουρκία, να

περιορισθούν για μεγάλο διάστημα τα εκλογικά δικαιώματα κάποιων άλλων εποίκων

και να αναγνωριστούν πλήρη δικαιώματα στους παλιότερους. Το θέμα είναι πόσοι

θα ανήκουν στην κάθε μία από τις τρεις κατηγορίες. Το αναθεωρημένο σχέδιο

αποτελεί σημαντική βελτίωση στο ζήτημα αυτό.

5. Τουρκικά στρατεύματα: Με τη διπλωματία δεν μπορείς να ανατρέψεις

τελείως αυτά που έχασες σε πόλεμο. Το ζητούμενο είναι η όσο το δυνατόν

μεγαλύτερη μείωση του όγκου των τουρκικών στρατευμάτων και η άρση της

στρατοκρατίας στον Βορρά.

Μπορούμε να επιτύχουμε βελτιώσεις μεγάλης πρακτικής σημασίας για το μεταβατικό

στάδιο. Το τελικό σημείο ισορροπίας, όμως, θα είναι κοντά στο σχέδιο Ανάν. Η

εποχή του φλερτ έχει παρέλθει.

Ο τίτλος είναι παράφραση του: «Once more unto the breach, dear friends,

once more», Σαίξπηρ, «Ερρίκος Ε’», Πράξη 3, Σκηνή 1.

Ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου διδάσκει οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Κρήτης