Σύμφωνα με το δόγμα της «Vogue», ο Angelos Bratis έκανε το ξεκίνημά του τον περασμένο Οκτώβριο, όταν ο Τζόρτζιο Αρμάνι παραχώρησε το αμφιθέατρό του, ώστε ο πρώτος να παρουσιάσει τη φετινή ανοιξιάτικη συλλογή του. Πολλά φεγγάρια πριν από την κρίση, στα μέσα του 2000, είχε υποστηρίξει με τη δημιουργική του συνέπεια και τις συλλογές του την προσπάθεια να αναδειχθεί η ελληνική μόδα στο πλαίσιο των Εβδομάδων Μόδας της Αθήνας, τόσο στο Ζάππειο και στο Γκάζι όσο και στο Μέγαρο της Εθνικής Ασφαλιστικής. Είχε αποφοιτήσει πρόσφατα από το ολλανδικό Ινστιτούτο Μόδας του Αρνεμ και είχε κάνει πέρασμα από τον οίκο υψηλής ραπτικής της Ρώμης Gattinoni. Ηταν τότε που ξεκινούσε την έρευνά του για να κάνει με ένα κομμάτι ύφασμα τα πιο κομψά και εύθραυστα ρούχα, βασισμένα στην τεχνική του λοξού κοψίματος και του ντραπέ. Η ματιά των ξένων καλεσμένων παρατηρητών έπεσε πάνω στα μίνιμαλ φορέματά του. Μπορεί η προσπάθεια της ελληνικής μόδας να ναυάγησε, όμως ο Αγγελος Μπράτης δεν επέτρεψε στον εαυτό του να ναυαγήσουν οι φιλοδοξίες του.

ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ. Το πέρασμα της Αδριατικής τον πήγε για ένα σύντομο διάστημα στα εργαστήρια του Ρομπέρτο Καβάλι και του οίκου Vionnet. Το 2011 ο σχεδιαστής διακρίθηκε στον διαγωνισμό Who’s on Next που διοργανώνει η ιταλική ομοσπονδία Υψηλής Ραπτικής Alta Roma με την ιταλική έκδοση της «Vogue». Ακολούθησε η υποστηρικτική γραφή της έγκυρης δημοσιογράφου Σούζι Μένκες και τα δημοσιεύματά της στην «Χέραλντ Τρίμπιουν». Επειδή όμως στο σύστημα της μόδας δεν υπάρχουν τυχαία γεγονότα αλλά βήματα στρατηγικής και καλών δημοσίων σχέσεων, ο Αγγελος Μπράτης δηλώνει: «Καλή νεράιδα δεν έχω, γιατί δεν ζω σε παραμύθι». Κι αν καταφέρνει να παραμένει ανεξάρτητος σχεδιαστής, δημιουργός των δικών του συλλογών σε μια χώρα που επίσης βιώνει την κρίση και την αλλαγή της εποχής, αυτό οφείλεται, όπως λέει, στη σκληρή δουλειά του, στις εξαγωγές των ρούχων του εκτός Ιταλίας. «Βέβαια δεν είναι λίγο να έχεις την υποστήριξη της πιο σημαντικής κριτικού μόδας στον κόσμο. Τοstyle.comεπίσης μας έφερε καινούργιους αγοραστές. Οι γυναίκες που αγοράζουν μόδα ενημερώνονται συνεχώς για τις νέες τάσεις και τα νέα ονόματα στον χώρο. Το κύρος είναι σημαντικό, αλλά δεν προέρχεται μόνο από τον Τύπο. Τα σημαντικά πολυκαταστήματα και οι εξαιρετικές μπουτίκ που διαθέτουν τη δουλειά μου στο κοινό τους, δίπλα σε διάσημα ονόματα σχεδιαστών, παρέχουν κύρος με μεγαλύτερο αντίκτυπο και αποτελέσματα».

Με αφορμή την πρόσφατη συλλογή του (Φθινόπωρο/Χειμώνας 2015-16) στο Μιλάνο, το style.com τον ξεχωρίζει ως «σχεδιαστή ρούχων» (dress maker) που διαφέρει από τον «εικονοπλάστη» (image maker). «Προτιμώ να φτιάχνω ωραία φορέματα από το να κάνω ωραίες εικόνες, τις οποίες μπορεί να δημιουργήσουν άλλοι για μένα και μάλιστα καλύτερα αφού αυτή είναι η δουλειά τους».

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΓΛΥΠΤΙΚΗΣ. Κατά τα γραφόμενα της Σούζι Μένκες, τα ρούχα του γίνονται από ένα κομμάτι ύφασμα με αόρατες βελονιές. Ο ίδιος λέει: «Αγαπώ το γυναικείο σώμα και τη φιγούρα του. Θέλω να φτιάχνω ρούχα που να αναπνέουν μαζί του. Δουλεύω τα σχήματα των ρούχων μου απευθείας επάνω στο σώμα χωρίς να προσπαθώ να το περιορίσω. Μόνο να το αναδείξω. Είναι ένα παιχνίδι γλυπτικής με το ύφασμα που βασίζεται στις δυνατότητες και το βάρος κάθε υλικού. Το Ιντερνετ έχει κερδίσει πολύ χώρο επειδή είναι άμεσο και δημοκρατικό μέσο. Ολοι μπορούν να θαυμάζουν ό,τι βλέπουν αλλά δεν μπορούν όλοι να το αποκτήσουν. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να αγγίξεις ένα εξαιρετικό υφασμα και να μπορείς να φορέσεις ένα ρούχο προτού το αποκτήσεις και να συνδεθείς μαζί του. Τουλάχιστον στη δική μου δουλειά που δεν είναι δισδιάστατη και φτιαγμένη μόνο για την οθόνη ενός υπολογιστή ακριβώς εκεί βρίσκεται η γοητευτική δύναμή της».

Βραδιά ποίησης και τέχνης

Μετά το μεγάλο σόου στο Teatro Armani, ο σχεδιαστής μετέφερε τη συλλογή του στο διαμέρισμα ενός συλλέκτη έργων τέχνης, του Τσέζαρε Κουνάτσια. «Θέλησα να φέρω το κοινό ξανά κοντά στα ρούχα μου ώστε να έχουν τον χρόνο να τα επεξεργαστούν οπτικά και να μπορούν να τα αγγίξουν. Δουλεύοντας με αφαιρετικό και καινοτόμο τρόπο κατασκευής στις φόρμες μου, πολλές φορές ένα γρήγορο πέρασμα στην πασαρέλα δεν είναι αρκετό ακόμη και για έναν ειδήμονα της μόδας να αντιληφθεί τη μοναδικότητα ενός ρούχου».