Το δίπτυχο «μισθοί – κοινωνική συνοχή» πρόταξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην εκδήλωση της γενικής συνέλευσης του ΣΕΒ και με την πρώτη τοποθέτησή του όρισε ως κύριο στόχο της κυβέρνησης την επίτευξη «υψηλών και ποιοτικών» ρυθμών ανάπτυξης. Για το τέλος κράτησε δύο δεσμεύσεις-μηνύματα που μπορούν να έχουν πολλαπλούς παραλήπτες στην κοινωνία αλλά και στο πολιτικό σκηνικό, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης και του κόμματός του.

Ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι δεν προτίθεται να ακολουθήσει δρόμο «συμβιβασμού και εφησυχασμού» όπως «πολλές φορές» συμβαίνει στις δεύτερες κυβερνητικές τετραετίες και επιπλέον ότι οι κυβερνητικές πολιτικές θα έχουν «σαφές κοινωνικό πρόσημο».

Στην ενδιάμεση εβδομάδα των αυτοδιοικητικών εκλογών και έπειτα από μια κάλπη που επιβεβαίωσε το αμετάβλητο πολιτικό περιβάλλον, όπως είχε αποτυπωθεί προ τριμήνου στις εθνικές εκλογές, το «μήνυμα» του Μητσοτάκη συνοψίζει η τελευταία αποστροφή του – κατά τη συζήτηση με τον πρόεδρο του ΣΕΒ Δημήτρη Παπαλεξόπουλο υπό τον συντονισμό της δημοσιογράφου Νίκης Λυμπεράκη. «Σκοπεύω να τιμήσω στο ακέραιο την εμπιστοσύνη των πολιτών» είπε «και να υλοποιήσω τις μεγάλες αλλαγές για τις οποίες δεσμευτήκαμε».

Το στίγμα

Ο ίδιος μεταξύ άλλων έδωσε στίγμα προσήλωσης στη δημοσιονομική πειθαρχία χωρίς επανάληψη λαθών του παρελθόντος («δεν έχουμε κρύψει την επιθυμία μας να στηρίζουμε την παραγωγική οικονομία (…) οι δημοσιονομικοί περιορισμοί είναι σε μεγάλο βαθμό αδιαπραγμάτευτοι» ανέφερε), μίλησε για ανάπτυξη που πρέπει να έχει έμπρακτα χαρακτηριστικά κοινωνικής δικαιοσύνης («δεν θα μπορέσουμε να ευημερήσουμε με τρόπο διατηρήσιμο αν δεν στρέψουμε το βλέμμα σε εκείνους που αισθάνονται ότι δεν ωφελούνται από την ανάπτυξη») και, υπεραμυνόμενος συγκεκριμένων κυβερνητικών πρωτοβουλιών καθώς και του μηχανισμού του «επιτελικού κράτους» («τεράστια κατάκτηση στη λειτουργία του κράτους»), χαρακτήρισε «υποχρέωση» της χώρας «να πατήσει στην πρόοδο της τελευταίας τετραετίας και να κάνει ένα ακόμη μεγαλύτερο άλμα σε σχέση με τα υπόλοιπα μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας», με πρώτο τον δείκτη του διαθέσιμου εισοδήματος.

Εξάλλου επανέλαβε ότι είναι εφικτός ο στόχος για μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας, ενώ ειδικές αναφορές έκανε στις κινήσεις των φορολογικών βαρών: «Η κυβέρνησή μας μείωσε τις εργοδοτικές εισφορές και κατήργησε την εισφορά αλληλεγγύης (…) Η επιβάρυνση στο μη μισθολογικό κόστος είναι στο ραντάρ μας». Τα εργασιακά είναι στην πρώτη πεντάδα των θεμάτων στην προσωπική ατζέντα του, όπως είπε, σημειώνοντας ότι «δεν υπάρχει μαγική λύση στο πρόβλημα αναντιστοιχίας τού τι ζητάει και τι προσφέρει η αγορά εργασίας». Πάντως μίλησε μεταξύ άλλων για την ανάγκη προσαρμογής του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος στα γνωστικά πεδία που θα έχουν μεγαλύτερη ζήτηση στην αγορά εργασίας, στη δυνατότητα εργασίας των συνταξιούχων «χωρίς να τιμωρούνται» και στην ανάγκη να εξαντληθούν οι δυνατότητες οργανωμένων συμφωνιών με άλλες χώρες για κλάδους όπως η αγροτική παραγωγή, οι κατασκευές, η ανειδίκευτη εργασία στη βιομηχανία.

Η Δικαιοσύνη

Ο ίδιος παραδέχθηκε προβλήματα στους ρυθμούς της Δικαιοσύνης και της εφαρμογής των νόμων. «Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε ακόμα στη Δικαιοσύνη» είπε, ορίζοντάς την ως «κεντρικό μεταρρυθμιστικό βραχίονα» για την τετραετία με «τολμηρό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα» (δικαστικός χάρτης, ψηφιοποίηση κ.ά.).

«Εκεί χωλαίνουμε… Πιέζουμε τους υπουργούς για τις κανονιστικές αποφάσεις» παραδέχθηκε σχετικά με την – απαραίτητη προκειμένου να ισχύουν στην πράξη οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες – δευτερογενή νομοθεσία. «Εχουμε μπροστά μία μεγάλη πρόκληση» τόνισε αναφερόμενος στην τεχνητή νοημοσύνη και προανήγγειλε την εφαρμογή των δυνατοτήτων της τεχνητής νοημοσύνης μεταξύ άλλων στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής.

Στα σκαριά είναι στο μεταξύ η δημιουργία της επιτροπής η οποία θα συμβουλεύει την κυβέρνηση. «Η προσαρμογή στην κλιματική κρίση καθίσταται υπερεπείγουσα προτεραιότητα» τόνισε ενώ στο ενεργειακό ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Ελλάδα «πρέπει και μπορεί να γίνει εξαγωγέας ενέργειας μέσα στην επόμενη πενταετία» – στόχο που ο Παπαλεξόπουλος χαρακτήρισε πάντως ως «φιλόδοξο».