Ο σημερινός τίτλος των σκέψεων που κάθε βδομάδα εκτίθενται στις σελίδες αυτές και κρίνονται δεν αναφέρεται ούτε στην ατομική, φυσική θεωρία, ούτε ο διασπώμενος πυρήνας ενός ατόμου είναι πρόξενος θηριώδους ενέργειας ειρηνικής και συχνά ολέθριας, ανάλογα με τον χρήστη και τις βουλήσεις του.
Ο σταθερός μέσα στις ιστορικές χιλιετίες μόνιμος πυρήνας είναι η οικογένεια. Το θεσμικό στοιχείο του κοινωνικού ανθρώπου, από την εποχή που κατέβηκε από τα δέντρα και έφτιαξε αγέλες έως σήμερα. Εως σήμερα; Δεν έχω πρόθεση να παραβιάσω γνώσεις που δεν είμαι ειδικός. Αλλά στον χώρο που, λίγο πολύ, ελέγχω, το θέατρο, θέλω να αναπτύξω τους προβληματισμούς μου, σε μιαν εποχή που η οικογένεια, είτε δέχεται καίρια χτυπήματα, είτε τείνει στην αυτοδιάλυση, είτε φθείρεται από μια πληθώρα εσωτερικών διασπάσεων.
Το θέατρο, είναι γεγονός, ήταν η νεώτερη από τις τέχνες που δημιούργησε ο άνθρωπος. Ο έντεχνος λόγος (ποίηση, αφήγηση, κριτική, χορός, μουσική, αρχιτεκτονική κ.ά.) είχαν διανύσει χιλιάδες χιλιόμετρα εξέλιξης, όταν το θέατρο γεννήθηκε στην αρχαία Αθήνα ως τέχνη που συνταίριαζε στις δομή της όλες τις προϋπάρχουσες τέχνες, μεταποιώντας τες σε εργαλεία άλλης σκοπιμότητας κοινωνικής επικοινωνίας. Η συνύπαρξη αφηγηματικού, λυρικού και κριτικού λόγου, χορού, μουσικής, μιμικής και συνάμα η υπέρβασή τους, με σκοπό να συντελεστεί μια «μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας ζώντων και ου δι' απαγγελίας», κατά τον ιδιοφυή ορισμό του Αριστοτέλη στην «Ποιητική» του, μέσα σε, όχι τυχαία, συγκεκριμένο χρονικά, θεσμικά και πολιτισμικά χώρο, την Αθήνα του τέλους του 6ου αιώνα και των αρχών του μεγάλου 5ου αιώνα π.Χ., στην αυγή της Δημοκρατίας, του πρώτου ιστορικά τόπου, όπου επιχειρήθηκε η πολιτική αυτοθέσμιση.
Η γέννηση του θεάτρου στην αρχαία Αθήνα ήταν ένα νέο ένδυμα που υφάνθηκε στον αργαλειό και, όπως όλα τα υφαντά, περιέχει ετοιμοπαράδοτα και το υφάδι και το στημόνι, αλλά οργανώνει και παραδίδει έργο που υπηρετεί, ικανοποιεί και απολαμβάνεται ερήμην των συστατικών του υλικών. Ως τέτοια δυναμική δομή στέρεων και αισθητικών στοιχείων βαθέος χρόνου το θέατρο από μιας αρχής επιβλήθηκε, δέσποσε και επικράτησε μέσα στους αιώνες, ξεκινώντας από μια μικρή πόλη της οικουμένης. Οταν ρίξουμε σήμερα μια ματιά στον χάρτη της οικουμένης, θα βρούμε τεκμήρια υλικά, αρχιτεκτονικά πρωτίστως, τα ελληνικά αμφιθέατρα στους δρόμους, από τους οποίους πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος.
Η μίμησις πράξεως δεν ήταν, βέβαια, άγνωστη στην υπόλοιπη ανθρωπότητα. Η κοινωνική ανθρωπολογία μας ενημέρωσε για τις μιμητικές και μυητικές τελετουργίες στις πιο απρόσιτες περιοχές της οικουμένης. Εξάλλου πάντα ο Αριστοτέλης είχε προλάβει να μας πει πως ο άνθρωπος είναι φύσει μιμητικόν ζώον. Και μας ξεναγεί στις παγκόσμιες κούνιες και σαρμανίτσες της οικουμένης, όπου τα μωρά του ανθρώπου μορφώνονται (κυριολεκτικά, παίρνουν μορφή), λόγω της μιμητικής τους προίκας, ξεσηκώνοντας τα λάτσι και τα πάτσι (όροι, αργότερα, της Κομέντια ντελ' Αρτε) της μάνας και της οικογένειας εν γένει.
Οταν ο άνθρωπος εντός της φύσης αντιλήφθηκε πως «τα πάντα ρει», δηλαδή ουσία του χρόνου είναι η ροή, ο ρυθμός, μέσα από τις μεταπτώσεις του ρυθμικού χρόνου, συγκρότησε τη ρυθμική μιμητική κίνηση, τον χορό, τη ρυθμική μιμητική των ήχων, τη μουσική, τη μιμητική των όγκων και των χρωμάτων, αρχιτεκτονική και ζωγραφική, συγκρότησε το οικοδόμημα των τεχνών. Εχω κι άλλοτε σ' αυτές εδώ τις σελίδες επισημάνει πως «τέχνη» είναι ουσιαστικό από το ρήμα «τεύχω» (άλλο παράγωγο, «τεύχος») που σημαίνει «συγκροτώ νέες μορφές εις όλον, εξ επιμέρους μορφές». Η λατινική και πλέον ευρωπαϊκή λέξη «ars - artis» ετυμολογικά συγγενεύει με το «άρμα», την «αρετή», την «αρμονία» και, βεβαίως, τον «αριθμό»!
Το θέατρο, άρα, είναι μια κυριολεκτικά συνθετική τέχνη, αφού εντός της ισορροπούν όλες οι επιμέρους τέχνες. Και, όπως υπαινίχθηκα στην αρχή, η πρώτη μιμητική διδασκαλία γίνεται στην κούνια του μωρού και στη συνέχεια το δράμα (εκ του «δράω - ω») παίζεται στον γενέθλιο τόπο, αφού, πάντα με οδηγό τον Αριστοτέλη, η μίμησις είναι το μέσο της Παιδείας, δηλαδή της ένταξης των παίδων στο κοινωνικό σύστημα. Ετσι το θέατρο, ως τέχνη που γεννήθηκε σε ώριμη περίοδο του πολιτισμένου ανθρώπου είναι μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας. Ενέχει μέσα στο γενετικό της πυρήνα μια ενδιάθετη φορά, μια σπουδή προς μια ορισμένη κατεύθυνση και αναζητεί ένα τέλος, μια ολοκλήρωση του σκοπού της. Αλλά πάντα με οδηγό τον Αριστοτέλη η θεατρική μίμησις είναι ζώον, δηλαδή ζωντανός οργανισμός, μίμησις ζώντων και ου δι΄ απαγγελίας, άρα έχει όργανα, όπως κάθε οργανισμός, κινείται, αναπνέει, αισθάνεται, σκέφτεται, αμύνεται, αναπτύσσεται, θέτει σκοπούς και συγκροτεί συστήματα ενεργειών και αξιών.
To θέατρο από την πρώτη του εμφάνιση στην οδεύουσα προς τη Δημοκρατία Αθήνα είδε πως πυρήνας κάθε ανθρώπινης πρωτοβουλίας ανιχνεύεται μέσα στον θεμελιώδη κοινωνικό θεσμό, την οικογένεια. Ετσι, στο πρώτο σωζόμενο θεατρικό κείμενο της παγκόσμιας ιστορίας, οι «Πέρσες» του Αισχύλου (αλλά και όσες πληροφορίες έχουμε για τους προγόνους του) αναφέρεται σε ένα ιστορικό συμβάν, αλλά προσεγγίζεται μέσα από τις αντιδράσεις ενός ηττημένου ηγέτη, της μητέρας του, του νεκρού πατέρα του και των υπηκόων του. Εκτοτε το παγκόσμιο θέατρο είναι το δράμα, η κωμωδία, η φάρσα κάποιας ιστορικής ή τυχαίας οικογένειας. Είτε Ατρείδες, είτε Πελοπίδες, είτε Πέρσες, Αθηναίοι, Ασιάτες, Αιγύπτιοι, αργότερα ρωμαίοι άρχοντες, απλοί πολίτες, δούλοι υπάρχουν εντός ενός συγκεκριμένου στενού κύκλου συνανθρώπων οικείων, φιλικών, συμμάχων, συνοδοιπόρων, έτσι ώστε να ελέγχονται τα κίνητρα, οι όροι, τα όρια, οι συνέπειες, οι προθέσεις, οι προσδοκίες, ακόμη και οι παγίδες, οι απάτες, τα προσχήματα και τα όνειρα ή οι ψευδαισθήσεις. Από τη «Μήδεια» του Ευριπίδη έως τη «Μήδεια» του Σενέκα, στη «Μήδεια» του Ανούιγ και τη «Μήδεια» του Μποστ τα πρόσωπα αλλάζουν εποχή, κίνητρα, μεθόδους, ιδεολογίες, προθέσεις και εργαλεία, αλλά οι δραματουργοί έχουν σταθερό έδαφος, πεδίο αναφοράς, ιστορικό κάθε εποχής πλαίσιο για να εγγράψουν τη συμπεριφορά των ηρωίδων τους.
Τα σημαντικότερα κείμενα της ιστορίας του θεάτρου παγκοσμίως είναι σε γενικές γραμμές οικογενειακά δράματα, συγκρούσεις ηθών, χαρακτήρων, ιδεών, παθών, σχεδίων βίου εντός ενός στενού ή έστω ευρύτερου οικογενειακού κύκλου. Οι Μακβέθ, οι Οθέλοι, οι Ληρ, οι Ριχάρδοι, αλλά και τα ιλαρά και κωμικά πρόσωπα των κωμωδιών («Δωδέκατη νύχτα», «Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι, «Ονειρο θερινής νυχτός», «Τρικυμία») του Σαίξπηρ, η Λουίζα Μίλερ, οι δύο συγγενείς βασίλισσες και αντίπαλες και ο Δον Κάρλος του Σίλλερ ξεπλένουν με αίμα και δάκρυα ενδοοικογενειακές αμαρτίες και φιλοδοξίες.
Ολα τα έργα του Ιψεν, από την «Εντα Γκάμπλερ» ως τον «Μικρό Εγιολφ», όλα τα έργα του Στρίντμπεργκ, από το «Ονειρόδραμα» έως τον «Πατέρα» και τον «Χορό του θανάτου», όλα τα έργα του Τσέχοφ, από τις «Τρεις αδελφές» ως τον «Βυσσινόκηπο», όλα τα έργα του Γκόγκολ, του Τουργκένιεφ, του Γκόρκι, του Οστρόφσκι, του Τολστόι, του Μπουλγκάκοφ αργότερα και στην Ιταλία του Πιραντέλο (έξι πρόσωπα, οικογένεια, ζητούν συγγραφέα!), όλα τα έργα του αμερικάνικου θεάτρου από τον Ο' Νιλ στον Τένεσι Ουίλιαμς, τον Μίλερ και τον Αλμπι και στα δικά μας θέατρα από τη «Φαύστα» του Βερναρδάκη στη «Στέλλα Βιολάντη» του Ξενόπουλου έως τον «Δρόμο περνά από μέσα» του Καμπανέλλη, στην «Εξορία» του Μάτεσι, στο «Ματς» του Μανιώτη (αναφέρθηκα το περασμένο Σάββατο στην τραγωδία του μεταπολεμικού μας θεάτρου στα έργα μιας σειράς σημαντικών συγγραφέων).
Ερώτημα στο... κενό: μήπως η διάλυση της σημερινής ελληνικής οικογένειας έφερε και την ερημιά στη δραματολογία;