Επιστήμων εξωστρεφής και κοσμοπολίτης, επίμονος εισηγητής του καινούργιου στην έρευνα (χαρακτηριστική σε όλο το εύρος της σταδιοδρομίας του η προσήλωσή του στη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών στις ανθρωπιστικές σπουδές), ακριβολόγος και πειθαρχημένος όπου χρειαζόταν, «τεχνοκράτης» της Φιλολογίας ενίοτε, και, την ίδια στιγμή, άνθρωπος σφαιρικής καλλιέργειας στις Τέχνες, ικανός να οδηγήσει και να εμπνεύσει, χωρίς παρεμβατισμό.
Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1947, ο Ιωάννης Καζάζης του Νικολάου σπούδασε Κλασική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), υπό τον Ι. Κακριδή, τον Στ. Καψωμένο, και τον ιστορικό της γλωσσολογίας, δημοτικιστή Ν. Ανδριώτη -που διετέλεσαν (συμπτωματικά και οι τρεις) συνεργάτες του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής, της Ακαδημίας Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στις ΗΠΑ, την περίοδο 1972-78, στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις (όπου διασταυρώθηκε με τους ιστορικούς γλωσσολόγους Henry και Renée Kahane, και με τον πατέρα της σύγχρονης λεξικογραφίας Ladislav Zgusta), και στο Πανεπιστήμιο Yale, υπό τους κλασικούς φιλολόγους John Herington και Gordon Williams. Καρπός της θητείας αυτής, η διδακτορική διατριβή που κατατέθηκε στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις το 1978, με θέμα τις αφηγηματικές τεχνικές δεκαπέντε Ιστοριών του Ηροδότου, και με επόπτη της διατριβής τον, οξφορδιανής προέλευσης, κλασικό φιλόλογο John Kevin Newman.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Ιωάννης Καζάζης, εντάχθηκε στο δυναμικό του Κλασικού Τομέα του Τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ, όπου δίδαξε από το 1979 έως το 2014, λυρική ποίηση, αρχαιοελληνικό πεζό λόγο, επίγραμμα, ελληνιστικά και ομηρικά έπη -σε στενή συνεργασία με τον Δ.Ν. Μαρωνίτη. Ενώ πραγματοποίησε αργότερα και μεταδιδακτορικές σπουδές στο «Κέντρο Ελληνικών Σπουδών» του Harvard, στην Ουάσινγκτον (1982-83), στην Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών στη Βιέννη (1982), διετέλεσε δε επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ (1989-90).
Με την δημιουργία του «Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας» το 1994, ο Ιωάννης Καζάζης διορίστηκε, αυτοδίκαια, αναπληρωτής πρόεδρος, και στη συνέχεια πρόεδρός του, διαδεχόμενος τον Δ.Ν. Μαρωνίτη και τον Α.-Φ. Χριστίδη, και διευθυντής του τμήματος Λεξικογραφίας. Την περίοδο αυτή παρήγαγε ορισμένα από τα κυριότερα έργα του. Ως διευθυντής της συντακτικής ομάδας του Λεξικού της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας 1100-1669 («Λεξικό Κριαρά») εξέδωσε τους τόμους 15-21, και την τρίτομη Επιτομή του, και πλήθος μελετών σχετικών με την σημασία του «λεξικογραφικού εγχειρήματος» για την μελέτη της αρχαίας, της μεσαιωνικής και της νέας ελληνικής γραμματείας, και για το état présent της επιστήμης της λεξικογραφίας γενικά. Ως πρόεδρος του Κέντρου, ο καθηγητής Ιωάννης Καζάζης μερίμνησε, ακόμα, για την απόκτηση (μέσω δωρεάς), και την ψηφιοποίηση του γιγάντιου λεξικογραφικού «Αρχείου Γεωργακά», ένα σύνολο 2,5 εκατομμυρίων δελτίων με πηγές, του ομογενούς διαλεκτολόγου, και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Β. Ντακότα, που παρουσιάζουν μορφές και χρήσεις κάθε λεξικού τύπου, για τη σύνταξη του Λεξικού της Kοινής και Kαλλιεργημένης Eλληνικής (ή της Kοινής και της Λόγιας Δημοτικής), το οποίο οραματίστηκε ο Γεωργακάς. Πρόκειται για μια βάση δεδομένων, διαθέσιμη πλέον σε όλους τους ερευνητές (βλ. http://georgakas.lit.auth.gr/dgeorgakas/).
Προσωπικά, γνώρισα τον καθηγητή Καζάζη από το καβαφικό μελέτημά του, «Studies in Kavafis: A Commentary on Timos Malanos's Theory of Hellenistic Influences in the Poetry of Kavafi» (περ. Ελληνικά, τχ. 29, 1976), ένα κομψό μικρό μελέτημα αναθεώρησης των πεπαλαιωμένων αντιλήψεων του πάπα του καβαφισμού της Αλεξάνδρειας, Τίμου Μαλάνου, σχετικά με το ζήτημα της πρόσληψης της ελληνιστικής γραμματείας της Αλεξάνδρειας, από τον Καβάφη. Φαινόταν να τα ξέρει όλα. Κείμενα, θεωρία και ιστορία -τεχνολογία της γραφής σε κάθε της έκφανση, καλύτερα από τους εμβληματικούς καβαφιστές. Και, όπως κάθε πρωτότυπος μελετητής, δεν φοβήθηκε να εμφανιστεί οριακά οξύς απέναντι στον παλαιότερο ομότεχνό του. Αυτός ήταν ο Ιωάννης Καζάζης που βαθιά εκτίμησα. Σφαιρικός λόγιος, τολμηρός, αναθεωρητής, άνθρωπος του γραφείου όσο και της Αγοράς, κυρίως όμως, και πέρα από τις χάρες του κοσμοπολίτη κυρίου, άνθρωπος της Μελέτης. Ο θάνατός του παραμένει ένα αίνιγμα. Του αφιερώνω το σονέτο που είχε συνθέσει το 1937 ο Αγγελος Σικελιανός, με αφορμή τον εξίσου αδόκητο θάνατο, την αυτοκτονία του Ιωάννη Συκουτρή: «Η Αυτοκτονία του Ατζεσιβάνο Μαθητή του Βούδα». Με την παιδεία που διέκρινε τον καθηγητή Ιωάννη Καζάζη, πιστεύω πως θα το είχε ίσως εκτιμήσει.
Ανεπίληπτα επήρε το μαχαίρι ο Ατζεσιβάνο. K' ήτανε η ψυχή του την ώρα εκείνη ολάσπρο περιστέρι. Κι όπως κυλά, από τ' άδυτα του αδύτου των ουρανών, μες στη νυχτιά εν' αστέρι, ή, ως πέφτει ανθός μηλιάς με πράο αγέρι, έτσι απ' τα στήθη πέταξε η πνοή του.
Χαμένοι τέτοιοι θάνατοι δεν πάνε. Γιατί μονάχα εκείνοι π' αγαπάνε τη ζωή στη μυστική της πρώτη αξία, μπορούν και να θερίσουνε μονάχοι
της ύπαρξής τους το μεγάλο αστάχυ,
που γέρνει πια, με θείαν αταραξία!
Η Μαρία Αθανασοπούλου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Θεωρίας της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ