Ο Ευτύχιος Βορίδης του Μαυρουδή απεβίωσε την 29η Αυγούστου 2020. Γεννήθηκε το 1925 στη Θεσσαλονίκη, καθώς εκεί υπηρετούσε ο μικρασιάτης πατέρας του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Και αυτή τη μικρασιατική καταγωγή έφερε υπερήφανος ο Ευτύχιος. Τον θυμάμαι να μου λέει: «Ηρθαμε με τον παππού σου σε έναν τόπο που δεν ξέραμε, προσπαθήσαμε πολύ και δεν τα καταφέραμε και άσχημα».
Και πράγματι, αριστούχος απόφοιτος της Βαρβακείου Σχολής, αριστούχος πτυχιούχος της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, μετεκπαιδευθείς στο Πανεπιστήμιο του Nürburg της Γερμανίας και κατόπιν για πολλά χρόνια σε πανεπιστημιακή καρδιολογική κλινική των Παρισίων, είχε μια λαμπρή εκπαιδευτική και ακαδημαϊκή πορεία.
Σπουδές και εκπαιδεύσεις και ειδικότητες που προϋπέθεταν αφοσίωση και σκληρή δουλειά και έθεσαν ένα υψηλό μέτρο για όλους μας στην οικογένεια.
Και πράγματι, αναγνωρίστηκε ως ένας εκ των κορυφαίων καρδιολόγων και σπουδαίων γιατρών του τόπου μας.
Το 1960 γύρισε στην Ελλάδα και αναδείχθηκε εκ των πρωτεργατών και θεμελιωτών της καρδιολογικής επιστήμης. Εξελέγη υφηγητής Καρδιολογίας το 1962, μόνιμος επίκουρος το 1973 και τακτικός καθηγητής το 1982. Ιδρυσε την Καρδιολογική Κλινική του ΙΚΑ και κατόπιν διαδοχικά διηύθυνε την Καρδιολογική Κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου. Διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, της Αντιυπερτασικής Εταιρείας και του Κέντρου Ψυχικής Υγείας. Ηταν μέλος της Ιατρικής Ακαδημίας των Παρισίων και είχε παρασημοφορηθεί στην Ελλάδα και τη Γαλλία.
Ως σπουδαίος ιατρός, είχε φροντίσει επιφανείς ασθενείς. Είναι αρκετά γνωστό ότι υπήρξε ο γιατρός του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με τον οποίο συνδέθηκε με προσωπική φιλία, υπήρξε δε μέλος του στενού κύκλου του Εθνάρχη μαζί με τους Μάνο Χατζιδάκι και Δημήτρη Χορν.
Αλλά ταυτόχρονα ήταν και ο γιατρός του «ασθενούς του ράντζου», συνέχισε να διατηρεί το ιατρείο του και να ασκεί την ιατρική μέχρι πριν από λίγα χρόνια.
Η ζωή του ήταν δοσμένη στην ιατρική. Και όμως, παρά την εντυπωσιακή του καριέρα, ποτέ μου δεν τον άκουσα να μιλά για αυτήν. Ο Ευτύχιος, όπως όλοι οι σπουδαίοι άνθρωποι, δεν περιαυτολογούσε. Εμαθα για την πορεία του και τα επιτεύγματά του από όσα διάβαζα για αυτόν, από όσα έλεγαν οι άλλοι για αυτόν, ποτέ από τον ίδιο.
Ο θείος μου ήταν προφανώς ένας σπουδαίος γιατρός, αλλά ήταν και πολύ περισσότερα από αυτό.
Λάτρεψε τις τέχνες και προσέφερε σε αυτές. Διετέλεσε το 2006 πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μέλος των Φίλων του Μεγάρου Μουσικής, δωρητής στη Λυρική Σκηνή και στο Μέγαρο Μουσικής, μέλος των Φίλων της Οπερας της Νέας Υόρκης και της Εταιρείας της Μουσικής Δωματίου της Νέας Υόρκης.
Παραμένει χαραγμένη στη μνήμη μου ανεξίτηλα το κοινό μας ταξίδι στο Μπαϊρόιτ, Αύγουστο μήνα, για να ακούσουμε Βάγκνερ στο φεστιβάλ που διοργανώνεται κάθε χρόνο εκεί.
Αγαπούσε τη μουσική, αγαπούσε την τέχνη, αγαπούσε τον λόγο. Είχε τη σπάνια ικανότητα να μιλάει ανάλαφρα για τα πιο σοβαρά θέματα. Ηταν πασίγνωστος για το χιούμορ του, διάνθιζε ακόμα και τις επιστημονικές του ομιλίες με ανέκδοτα, με αστείες ιστορίες, δεν χόρταινες να τον ακούς.
Παντρεμένος με την Ντόντα Γουλανδρή, έζησαν μια πραγματικά υποδειγματική ζωή. Δεν απέκτησαν παιδιά και έτσι μας φρόντισε όλους. Ηταν πατριάρχης μας. Του άρεσε να μαζευόμαστε όλη η οικογένεια, τα αδέλφια του, ο πατέρας μου και ο άλλος του αδελφός του ο Μάκης, σπουδαίος δικηγόρος και πραγματικά ιδιοφυής άνθρωπος, και τα ανίψια, όλοι μαζί. Συχνά βρισκόμαστε στην Αθηναϊκή Λέσχη, στην οποία περνούσε και κάθε Παρασκευή μεσημέρι μέχρι πολύ πρόσφατα, με παρέα τον Πέτρο Μολυβιάτη, τον Παύλο Ιωαννίδη, τον Γιώργο Αλογοσκούφη, τον Σταύρο Ψυχάρη.
Πράγματι λοιπόν υπήρξε ένας σπουδαίος γιατρός, ένας λαμπρός καρδιολόγος που σήμερα ακόμα οι ασθενείς του με πλησιάζουν για να μου μιλήσουν με ευγνωμοσύνη για τις υπηρεσίες του.
Υπήρξε ένας σπουδαίος καθηγητής, που οι συνάδελφοι και οι μαθητές του τον προσεγγίζουν με σεβασμό και αγάπη.
Υπήρξε ένας άνθρωπος οικουμενικός, με βαθιά γνώση για τις τέχνες και τα γράμματα, μα επίσης ένας χαρισματικός ομιλητής, ικανός να οδηγήσει την πιο σοβαρή συζήτηση, μα και πασίγνωστος για το παροιμιώδες χιούμορ του.
Ο θείος μου ανήκε στην κατηγορία των ανθρώπων που θαυμάζω και που συναντώ στην εποχή μας όλο και λιγότερο: ένας λαμπρός επιστήμονας, ακέραιος και αφοσιωμένος στην επιστήμη του και ταυτόχρονα ένα πνεύμα ευρύ, που μπορούσε να εκτιμήσει τη μουσική, τη λογοτεχνία, την τέχνη, ένας γοητευτικός άνθρωπος.
Είχε ισχυρές πεποιθήσεις για πολλά πράγματα, και φυσικά τις εξέφραζε. Και η ευγένειά του ήταν τόση που ποτέ δεν αισθάνθηκα να με χειραγωγεί ή να με αποδοκιμάζει, ακόμα και όταν ήταν προφανές ότι διαφωνούσε.
Ποτέ, μα ποτέ δεν τον άκουσα να μεμψιμοιρεί. Για οτιδήποτε. Ποτέ να παραπονείται. Ποτέ να κακολογεί. Ούτε και στις πιο δύσκολες στιγμές. Και αυτές με χαμόγελο και στωικότητα τις πέρασε.
Με πήρε μια φίλη να με συλλυπηθεί: Βαθιά στενοχωρημένη, μου λέει: «Μάκη μου, το καταλαβαίνεις, με τον Ευτύχη χάνεται μαζί μια εποχή».
Ενα ήθος, ένα ύφος, ένας τρόπος ζωής, ένας ευγενικός τρόπος ζωής.
Ο κιώτης, μικρασιάτης θείος μου, ο «άρχοντας της καρδιάς», δεν τα κατάφερε άσχημα. Ισα ίσα. Τα κατάφερε σπουδαία. Μας έκανε όλους πολύ υπερήφανους.
Και μας αφήνει παρακαταθήκη ένα υψηλό πρότυπο. Και ένα ανυπέρβλητο παράδειγμα μιας ευγενικής, πολιτισμένης αστικής ζωής.
Ο Μαυρουδής (Μάκης) Βορίδης είναι υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων.