Τον θυμάμαι από τα γυμνασιακά μου χρόνια. Ηταν καθηγητής των εξαδέλφων μου στο «Λύκειο Μπαρμπίκα». Ετρεχε από τότε η φήμη του ως ενός μοναδικού δασκάλου που έτρεφε αγάπη για τους μαθητές του, ήταν από τότε σπουδαίος και απλός, σεμνός και ανιδιοτελής και πάντα με το χαμόγελο αισιοδοξίας.

Αργότερα τον έπεισαν να κατέβει, κυριολεκτικά, ως υποψήφιος σύμβουλος στον συνδυασμό του Μ. Εβερτ για την Αθήνα. Ηθελε να προσφέρει. Πείστηκε ότι θα τον υποστήριζαν να εκλεγεί για να προσφέρει στην Αθήνα, να διδάξει ήθος και επιστημοσύνη.

Ο ίδιος δεν ήξερε τον τρόπο να πλησιάζει τους πολίτες, τους ψηφοφόρους, ούτε και θα μπορούσε. Ηταν αταίριαστο στον χαρακτήρα του. Αλλωστε ήταν από τότε μακριά από τα κόμματα. Δυστυχώς άλλαι αι βουλαί των ανθρώπων και έτσι απογοητευμένος είχε την πρώτη και τελευταία κρυάδα.

Από τότε έμεινε πιστός στα όνειρά του και προσδοκούσε πάντα κάτι καλύτερο για τον τόπο, μέσα από τη γνώση και προς αυτή την κατεύθυνση έκανε τα πάντα. Πήγαινε όπου τον καλούσαν να προσπαθήσει σε αυτόν τον λίγο χρόνο να μεταλαμπαδεύσει τις απέραντες τεράστιες γνώσεις του στο ακροατήριο, που έσπευδε να παρακολουθήσει, να διδαχθεί από τον μοναδικό δάσκαλο. Είχε πάντα το άγχος της ορθής μετάδοσης και των μηνυμάτων που εξέπεμπαν τα λόγια του. Ηταν ένας έλληνας στρατιώτης που αγωνιζόταν ολημερίς για την προκοπή αυτού του τόπου. Πάντα μέσα από τη γνώση για την Ελλάδα. Αρχαία και νέα. Για τον κόσμο ολάκερο. Για την εμβάθυνση τού εννοείν.

Ενας άνθρωπος σαν τον Καργάκο θα ‘ταν πολύ «ψαγμένος» για το μυστήριο της ζωής, την αθανασία της ψυχής. Θα ‘ταν όλα αυτά απλά γι’ αυτόν. Δεν θα ήταν καθόλου μυστήριο. Για έναν άνθρωπο τόσο υψηλόφρονα, που είχε μελετήσει τα πάντα, ορατά και αόρατα, δεν θα ήταν δύσκολη η μετάβαση αυτή σε έναν άλλον κόσμο.

Υποθέτω ότι το μόνο που τον απασχολούσε, τον ταλαιπωρούσε, τον έθλιβε και του κατέτρωγε τα σωθικά ήταν η πορεία της χώρας. Αδιέξοδη, χωρίς προσανατολισμό, χωρίς ιδανικά, χωρίς αξίες. Εβλεπε τους κόπους μιας ζωής να πηγαίνουν χαμένοι. Κι όμως αγωνιούσε και προσπαθούσε μέχρι την τελευταία στιγμή. Με ομιλίες, με το συνεχές γράψιμό του, με τη νεανικότητα που τον χαρακτήριζε, με την απέραντη αισιοδοξία του που αντλούσε από το άμεσο περιβάλλον του, από την ανόθευτη αγάπη των απλών ανθρώπων.

Η κοσμοσυρροή στην κηδεία του ήταν μια μερική επιστροφή του αντίδωρου, για τα δώρα τόσων χρόνων από τον ίδιο στην Ελλάδα, στον απλό λαό. Που σαν λαοθάλασσα έσπευσε να πει το τελευταίο αντίο στον δάσκαλο, στον άνθρωπο, στον μοναδικό καλλιεργητή ψυχών.

Πάντοτε συνεπής στα πιστεύω του. Δεν ανήκε πουθενά, μόνο στην Ελλάδα. Και δεν είχε πολιτικούς ούτε τους λεγόμενους αυτοαποκαλούμενους «επωνύμους», ούτε τηλεοπτικούς αστέρες.

Ο Δημήτρης Χ. Παξινός είναι πρώην πρόεδρος ΔΣΑ