Λέγεται, αν και δεν αποδεικνύεται, ότι ο Μπετόβεν ρωτήθηκε κάποτε για το ποια θεωρεί τη σημαντικότερη από τις όπερες του Μότσαρτ, για να απαντήσει χωρίς δεύτερη σκέψη όχι «Ντον Τζιοβάνι», που θεωρείτο η βέβαιη απάντηση, αλλά «Ο Μαγικός Αυλός». Ακόμα πιο διαδεδομένη στην ιστορία της μουσικής είναι μία άλλη «ιστορία» γύρω από την τελευταία όπερα – και ένα από τα τελευταία έργα – του Μότσαρτ: ότι σε αυτήν οφείλεται ο θάνατός του. Η ιδέα βασίζεται σε μία σειρά από γεγονότα που συνδέθηκαν με τον πρώιμο θάνατο του συνθέτη, καθώς και με το γεγονός ότι ετάφη, παρά την τεράστια φήμη του, σε κοινό τάφο – τα οστά του δεν έχουν εντοπιστεί ακόμα και σήμερα, αν και έχουν κατά καιρούς διεξαχθεί πλήθος έρευνες παντός είδους γι’ αυτό τον σκοπό. Η βάση αυτής της «θεωρίας» είναι οι ομοιότητες που παρουσιάζει η όπερα με τα τελετουργικά των τεκτονικών στοών της Βιέννης της εποχής του Μότσαρτ: πρόκειται για την πιο διάσημη «θεωρία συνωμοσίας» στην ιστορία της μουσικής, σύμφωνα με την οποία ο τέκτονας Μότσαρτ έπρεπε να θανατωθεί καθώς εξέθεσε με την όπερά του τα επτασφράγιστα εκείνα τελετουργικά σε κοινή θέα. Ο,τι κι αν περιλαμβάνει όμως η σφαίρα του μύθου για το έργο, η ουσία του δεν αλλάζει: πρόκειται για ένα από τα πιο καινοτόμα αριστουργήματα όλων των εποχών. Επικεφαλής ενός ανεπανάληπτου καστ, ο Καρλ Μπεμ ηχογράφησε (για δεύτερη φορά) το έργο στο πλαίσιο του πιο συστηματικού μέχρι τότε προγράμματος ηχογραφήσεων έργων του Μότσαρτ στην ιστορία της δισκογραφίας, που περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά και το σύνολο των συμφωνιών του συνθέτη από το Zάλτσμπουργκ. Εκτοτε, αυτός ο «Μαγικός Αυλός» δεν έφυγε ούτε στιγμή από τον κατάλογο. Εκδόθηκε και επανεκδόθηκε κυριολεκτικά αμέτρητες φορές. Και δικαίως. Μέχρι που σήμερα, αγγίζει εδώ πρωτοφανή επίπεδα ηχητικής πιστότητας και αμεσότητας στη μορφή bluray. Για να φτάσει κανείς απευθείας στο συμπέρασμα: αυτή η ηχογράφηση απλά δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να λείπει από όποιον ενδιαφέρεται για τον «Μαγικό Αυλό». Αλλά και όποιος δεν ενδιαφέρεται, καλά θα κάνει να ενδιαφερθεί και να προστρέξει στο έργο μέσα από αυτή την έκδοσή του. Τα υπόλοιπα είναι απλώς περιττά.

Φιλαρμονική Ορχήστρα του Μονάχου, 125 χρόνια. Επετειακή έκδοση της Ορχήστρας, 17 CD

Μία ορχήστρα με τεράστια ιστορία, που η αποτύπωσή της επιχειρείται σε αυτήν εδώ την έκδοση, την οποία η ίδια η ορχήστρα ετοίμασε και διαθέτει. Αν και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η Φιλαρμονική του Μονάχου πέρασε κάπως σε δεύτερη μοίρα δίπλα στη νεοσύστατη τότε Συμφωνική Ορχήστρα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας υπό τον Ευγένιο Γιόχουμ, πρόκειται για ένα σύνολο με ακρογωνιαίο ρόλο στην ερμηνευτική του Μπρούκνερ και του Μάλερ – ο οποίος άλλωστε και τη διεύθυνε σε πρεμιέρες έργων του. Στον Μεσοπόλεμο, και πριν από αυτόν, κολοσσοί της ερμηνευτικής τέχνης επισκέφθηκαν συχνά τη Φιλαρμονική του Μονάχου και δούλεψαν μαζί της, ενώ τα τελευταία αρκετά χρόνια, έχει ξαναβρεί πια τη λάμψη που δικαιωματικά τής ανήκει στο διεθνές μουσικό στερέωμα. Τώρα, με μία εντυπωσιακά φτιαγμένη έκδοση και με πολύ καλές ηχητικές επεξεργασίες, γιορτάζει τα 125 χρόνια της. Από το υλικό που έχει περιληφθεί εδώ, και το οποίο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, προκύπτει ξεκάθαρα το συμπέρασμα ότι οι επιμελητές της έκδοσης πρόταξαν, σε μεγάλο βαθμό, μη αναμενόμενες ηχογραφήσεις έργων που αν και εξαιρετικά σημαντικά και ενδιαφέροντα δεν βρίσκονται όλα στον πυρήνα του ιστορικού ρεπερτορίου της Φιλαρμονικής του Μονάχου. Η θετική πλευρά αυτής της επιλογής είναι ότι φωτίζει και άλλες όψεις της. Η αρνητική πλευρά είναι ότι από μία τέτοια έκδοση δεν θα έπρεπε να λείπουν οι δύο προαναφερθέντες «πυλώνες» της ιστορίας της ορχήστρας, ο Μπρούκνερ και ο Μάλερ, με το έργο των οποίων έχει συνδεθεί όσο ελάχιστες – και έχοντας πραγματοποιήσει επίσης και ορισμένες από τις πρώτες ηχογραφήσεις έργων τους. Σε κάθε περίπτωση πάντως, πρόκειται για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και καλοφτιαγμένη συλλογή που, με τον πιο πάνω «αστερίσκο», ανταμείβει λίαν επαρκώς τον ακροατής μιας ορχήστρας που, για την ιστορία, ανέκτησε το χαμένο έδαφος στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα υπό την καθοδήγηση ενός θρύλου: του μαέστρου Celibidache.