Μια ανάσα από τη σύναψη συμφωνίας για το Brexit βρίσκονται πλέον Λονδίνο και Βρυξέλλες, με τον χρόνο να πιέζει ασφυκτικά και τον κίνδυνο ενός «ατυχήματος» που θα οδηγούσε σε άτακτη έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ να μην έχει αποσοβηθεί. Οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται «στις καθυστερήσεις», καθώς, βάσει του αρχικού προγραμματισμού, η συμφωνία έπρεπε να είχε επιτευχθεί τον περασμένο μήνα. Ωστόσο, όλες οι έως τώρα απόπειρες ναυάγησαν εξαιτίας του ακανθώδους ζητήματος των συνόρων στη Βόρεια Ιρλανδία, το οποίο απειλεί να τινάξει τις συνομιλίες στον αέρα. Οπως έγινε γνωστό χθες το βράδυ, οι ευρωπαίοι και οι βρετανοί διαπραγματευτές συμφώνησαν σε τεχνικό επίπεδο επί του κειμένου της Συμφωνίας Αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μία αμοιβαία αποδεκτή διατύπωση για τους όρους της λεγόμενης δικλίδας ασφαλείας (backstop) που ζητούν οι Βρυξέλλες προκειμένου να αποφευχθούν «σκληρά σύνορα» μεταξύ Βόρειας Ιρλανδίας και Δημοκρατίας της Ιρλανδίας. Η δικλίδα ασφαλείας προβλέπει την προσωρινή παραμονή του Ηνωμένου Βασιλείου σε μιας μορφής τελωνειακή ένωση με την ΕΕ έως ότου βρεθεί οριστική λύση στο βορειοϊρλανδικό πρόβλημα. Παράλληλα προβλέπεται «βαθύτερη» τελωνειακή και ρυθμιστική ευθυγράμμιση της Βόρειας Ιρλανδίας με την ενιαία αγορά της ΕΕ. Ωστόσο, η διευθέτηση αυτή εξοργίζει τους Brexiteers βουλευτές των Τόρις, αλλά και ορισμένους υπουργούς που απειλούν με ανταρσία.

Το προσχέδιο της συμφωνίας αναμένεται να συζητηθεί και – πιθανότατα – να εγκριθεί από το έκτακτο Υπουργικό Συμβούλιο που συγκαλείται σήμερα το απόγευμα στο Λονδίνο. Προκειμένου να αποφύγει το ενδεχόμενο νέου ναυαγίου – το οποίο θα οδηγούσε σε Brexit χωρίς συμφωνία με ολέθριες συνέπειες για την οικονομία – η Τερίζα Μέι προσκάλεσε χθες έναν προς έναν τους υπουργούς της στην Ντάουνινγκ Στριτ για να διαβάσουν το κείμενο (το οποίο εκτείνεται σε 500 σελίδες!) και να «πειστούν» ότι η συμφωνία είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να επιτύχει η κυβέρνηση. Το πρωθυπουργικό «μασάζ» στους υπουργούς κράτησε μέχρι αργά το βράδυ, σε μια προσπάθεια να διασφαλιστεί η έγκριση της συμφωνίας. Δεν αποκλείονται, πάντως, νέες παραιτήσεις υπουργών σήμερα ή τις επόμενες ημέρες.

Εάν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο, θα ανοίξει ο δρόμος για σύγκληση έκτακτης Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, πιθανότατα την τελευταία εβδομάδα του Νοεμβρίου, στην οποία αναμένεται να οριστικοποιηθεί και να επικυρωθεί σε πολιτικό επίπεδο η συμφωνία για το Brexit. Στη συνέχεια, το κείμενο της συμφωνίας θα τεθεί προς ψήφιση στη Βουλή των Κοινοτήτων πριν από τα Χριστούγεννα. Με τα σημερινά δεδομένα, η έγκρισή του θεωρείται πολύ δύσκολη, καθώς στα σχέδια της βρετανίδας πρωθυπουργού αντιτίθενται, εκτός από την αντιπολίτευση (Εργατικοί, SNP, Φιλελεύθεροι Δημοκράτες), και αρκετοί βουλευτές των Συντηρητικών, τόσο από το στρατόπεδο των Brexiteers, όσο και από εκείνο των Remainers. Ηδη ο Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος τον περασμένο Ιούλιο παραιτήθηκε από υπουργός Εξωτερικών βάλλοντας κατά του σχεδίου της Μέι, κάλεσε χθες το βράδυ τους υπουργούς να παραιτηθούν προκειμένου να τορπιλίσουν τη συμφωνία. Παράλληλα, κατηγόρησε την πρωθυπουργό για «παράδοση στις Βρυξέλλες» και αποκάλεσε τη Βρετανία «σκλαβωμένη χώρα». Αλλά και ο άτυπος αρχηγός των σκληροπυρηνικών του Brexit, ο βουλευτής Τζέικομπ – Ρις Μογκ, έκανε λόγο για «υποτελές κράτος» και κάλεσε το Υπουργικό Συμβούλιο να απορρίψει το σχέδιο. Κυβερνητικός αξιωματούχος δήλωνε χθες το βράδυ στα «ΝΕΑ» αισιόδοξος ότι «το σχέδιο θα εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο και η συμφωνία θα περάσει από τη Βουλή». Ωστόσο είναι αμφίβολο αν θα υποστηρίξουν τη συμφωνία ακόμη και οι 10 βουλευτές του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας (DUP), το οποίο στηρίζει την κυβέρνηση μειοψηφίας των Τόρις. Το κόμμα έχει απειλήσει ότι θα αποσύρει τη στήριξή του από την κυβέρνηση εάν η συμφωνία προβλέπει ειδικό καθεστώς για τη Βόρεια Ιρλανδία.

Προκειμένου το σχέδιο να περάσει από τη Βουλή, η κυβέρνηση θα χρειαστεί την ψήφο «ανταρτών» βουλευτών των Εργατικών. Εάν η συμφωνία καταψηφιστεί, όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοικτά: από την κατάρρευση της κυβέρνησης Μέι και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών έως τη διενέργεια δεύτερου δημοψηφίσματος.