Οταν ο Γιώργος Παράσχος αναλάμβανε για δεύτερη φορά προπονητής στον Ατρόμητο, τη σεζόν 2013-14, ο τεχνικός διευθυντής της ομάδας του Περιστερίου είχε πει πως «φέραμε τον προπονητή που τον κλειδώνεις στα αποδυτήρια, πετάς το κλειδί κι έχεις το κεφάλι σου ήσυχο πως θα τα κάνει όλα όπως πρέπει». Με «πατημένα» από τον περασμένο Αύγουστο τα 66 του χρόνια, ο Παράσχος είναι αυτό που συνήθως λέμε «λύση για τις δύσκολες καταστάσεις».

Βρίσκεται στη θέση προπονητή 25 ολόκληρα χρόνια, έχει καθίσει στον πάγκο περισσότερων από 20 ομάδων και σχεδόν σε όλες πήγε καλά. Οι περισσότεροι μάλιστα τον εκτιμούν, άσχετα αν κάποιες φορές δείχνει κόουτς μιας παλαιότερης εποχής.

Από το μακρινό 1993 και τον πάγκο του ΑΟ Τρικάλων μέχρι το σήμερα και τον Αστέρα Τρίπολης του Μπάκου και του Καϋμενάκη, των επενδύσεων, των σπουδαίων παικτών, των μεγάλων απαιτήσεων. Αλλά και των… τελικών που έχει να δώσει μπροστά του. Η επιλογή του Αστέρα μπορεί να ξενίζει αρκετούς. Τι δουλειά έχει σε ένα κλαμπ που υποτίθεται πως θέλει να εκσυγχρονιστεί, να παίξει στην Ευρώπη, να μπει στο μάτι των μεγάλων, να φτιάξει νέο κόσμο στην πόλη του, ένας προπονητής που άρχισε την καριέρα του πριν από 25 χρόνια; Που κοντεύει να φτάσει τα 70;

Η απάντηση θα δοθεί τις επόμενες εβδομάδες και ο Παράσχος έχει μπροστά του ένα στοίχημα με τη δουλειά που θα κάνει με τους ποδοσφαιριστές πίσω από τα φώτα και τις κάμερες. Ο πιο αντιστάρ προπονητής του ελληνικού ποδοσφαίρου έβρισκε πάντα ένα κομμάτι ψωμί γιατί η ποδοσφαιρική πιάτσα σέβεται την προσπάθειά του και το αποτέλεσμα που ο ίδιος φέρνει. Ο Αστέρας έκανε μια επιλογή χαμηλού ρίσκου και με θέα το σήμερα, όχι το αύριο. Ωστε να σώσει μια χρονιά που του στράβωσε μέχρι εκεί που δεν πήγαινε άλλο.