Οσο αινιγματικός κι αν είναι ο τίτλος του πρώτου μυθιστορήματος του χαρισματικού Νέιθαν Χιλ άλλο τόσο κατεργασμένη και ρεαλιστική είναι η γραφή του. Συνήθως ό,τι σαρώνει τις κριτικές στις ΗΠΑ φέρει μια διάχυτη καχυποψία. Οχι άδικα. Πλείστες όσες φορές το αφηγηματικό σιδέρωμα στις ποιοτικές δουλειές με αντάλλαγμα την εμπορική απήχηση καταλήγει σε λογοτεχνική στείρωση. Το παρόν μυθιστόρημα μάς εκπλήσσει ευχάριστα. Αν και είναι το παρθενικό του συγγραφέα, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι έργο ζωής για άλλους, όπως και για τον ίδιο. Ο χρόνος θα δείξει.

Ενα μυθιστόρημα που, παρά τον όγκο του, ο αναγνώστης το κουβαλά μαζί του συνεχώς και γι’ αυτό μετατρέπεται αίφνης σε πανάλαφρο υλικό. Απόσπασμα μιας ιδιότυπης οδύσσειας που λαμβάνει χώρα τόσο σε επίπεδο ατομικών ιδιοσυγκρασιών όσο και σε επίπεδο ιστορικών διεργασιών. Η αφήγηση του Νέιθαν Χιλ, μια παλλόμενη μεμβράνη μέσα σε διεκεκομμένες σιωπές που εισχωρούν στης μνήμης το βουητό. Στα σφαλιστά εκείνα δωμάτια τα οποία γνωρίζουν οι πρωταγωνιστές ότι υπάρχουν, αλλά δεν είχαν ποτέ εισέλθει. Πόσο τελικά γνωρίζουμε τον εαυτό μας; Αυτό είναι το κύριο ερώτημα του μυθιστορήματος, δίχως να ξεπέφτει σε ψυχολογισμούς.

Λεπτές ισορροπίες

Οι ανθρώπινες ταυτότητες αλλάζουν ραγδαία. Οι ισορροπίες κρέμονται από ένα λεπτό σχοινί. Οι ιδέες πολλές φορές ενέχουν την αυταπάτη. Οι ζωές παίρνουν διαφορετικά μονοπάτια μ’ ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού. Ή μήπως δεν είναι έτσι; Μήπως τελικά είμαστε κλειδωμένοι στον ναρκισσιστικό μας πύργο και πιστεύουμε ακράδαντα πως θα αλλάξουμε τον κόσμο προς την δική μας κατεύθυνση, με τη συνείδησή μας όρθια και καθαρή. Τα πράγματα εσωτερικεύονται μ’ έναν τρόπο μυθικό. Το πρόσωπό μας είναι κατ’ ουσία η εικόνα του άλλου.

Ο Νέιθαν Χιλ χωρίζει το μυθιστόρημα σε δυο περιόδους χοντρικά. Η πρώτη βρίσκεται στο σήμερα, εκεί κοντά στο 2011 και η δεύτερη πηγαίνει πίσω στο 1968, γύρω από τη φοιτητική εξέγερση του Σικάγου. Υπάρχει και ένα τρίτο χρονικό κεφάλαιο στο 1988, όπου εντάσσονται τα παιδικά χρόνια του πρωταγωνιστή. Ο τίτλος του βιβλίου, μεταφράστηκε στα ελληνικά ως έχει από την αμερικανική έκδοση. Στη νορβηγική μυθολογία «Το Νιξ» αναφέρεται σαν ένα είδος, στοιχειού ή τελωνίου θα λέγαμε, που εμφανίζεται κυρίως στα παιδιά. Παίρνει διάφορες ζωικές μορφές και παίζει με τα πρωτόλεια συναισθήματα του ανθρώπου. Την περιέργεια αρχικά, μετά τη χαρά, ύστερα την αλαζονεία και στο τέλος τον τρόμο. Δείχνει κάτι που επιθυμείς και που σε κάνει να περάσεις μια σειρά από αντικρουόμενες δοκιμασίες. Το κυρίαρχο αυτό αλληγορικό σχήμα έχει άμεση επίδραση στο πλάσιμο των χαρακτήρων του βιβλίου.

Θέλει να «σβήσει»

Κεντρικός ήρωας, ο Σάμιουελ Ατρεσεν-Αντερσον. Ενας νεαρός καθηγητής χαμηλής βαθμίδας και συγγραφέας χωρίς έμπνευση πλέον. Αν και το ξεκίνημά του δεν προμήνυε κάτι τέτοιο. Για να βρει ένα κάποιο έστω ενδιαφέρον στην γκρίζα καθημερινότητα, παίζει με τις ώρες ένα διαδραστικό παιχνίδι στον υπολογιστή. Λιώνει στην κυριολεξία και το ξέρει πολύ καλά. Μοιάζει σαν να θέλει διακαώς να «σβήσει» ως άνθρωπος. Εως ότου μαθαίνει πως η μητέρα του Φαίη, που έχει να της μιλήσει κοντά είκοσι χρόνια, πετροβολεί έναν ανερχόμενο υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών. Για την ακρίβεια μερικά χαλίκια του έριξε από μια παρορμητική όπως φαίνεται τσαντίλα. Μια κίνηση που έρχεται από ένα ακτιβιστικό παρελθόν, που τυγχάνει ο γιος να αγνοεί παντελώς. Ακολούθως, τα τηλεοπτικά δίκτυα την περιφέρουν ως τρομοκράτισσα. Ο εκδότης του Σάμιουελ ενσκήπτει λόγω επικαιρότητας και προτείνει στον καθηγητή να γράψει ένα μυθιστόρημα – ποταμό για την «άγρια» πλευρά της μητέρας του. Ο ήρωας χαυνωμένος από την ευκαιρία που του δίνει η δημοσιότητα δέχεται επί της αρχής να αποκαλύψει τις πομπές της μητέρας του. Για χρόνια βουλιάζει στο κενό του αποχωρισμού. Είναι η μόνη του ταυτότητα και γι’ αυτό δεν θα περάσει εύκολα στο στρατόπεδο του κυνισμού.

Ερωτες επαναστάτες

Μια μητέρα, άγνωστος Χ. Η Φαίη κάποτε απαυδισμένη παράτησε σύζυγο και παιδί και εξαφανίστηκε. Οι λόγοι ίσως φτάνουν πίσω στο ταραγμένο ’68. Είναι ένα κορίτσι των μεσοδυτικών πολιτειών σε παρατεταμένη ασφυξία. Ονειρεύεται πυρετωδώς και διαβάζει Αλεν Γκίνσμπεργκ. Κατά βάθος ανέστια. Η οικογένειά της δουλεύει στη χημική εταιρεία που κατά τον Πόλεμο του Βιετνάμ παράγει και βόμβες ναπάλμ. Σχετίζεται μ’ έναν άντρα που δεν την ικανοποιεί. Εγγράφεται στο περίφημο Σερκλ του Σικάγου. Γνωρίζεται με ιδέες διεγερτικές, έρωτες επαναστάτες και παίρνει μια γεύση από τη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, μαζί με τη χειραφέτησή της. Οι δρόμοι θα κλειδώσουν την ψυχή της σ’ έναν αγώνα ιδανικών που διαλύθηκε από εγωπάθειες και από δίπλα η καταστολή. Ο Σάμιουελ, αφού περιδινίζεται μεταξύ ενός εμμονικού έρωτα με διπλή ταυτότητα φύλου που θάβεται για πάντα, ταξιδεύει για να βρει τη μητέρα του. Ενα δαιδαλώδες ταξίδι αυτογνωσίας. Το νήμα που θα τον κρατήσει όρθιο είναι το οικείο άγνωστο. Μια μισοσχισμένη μνήμη.

Εσωτερικός χάρτης

Ενας κόσμος παγιδευμένος συναισθηματικά

Ο ήρωας μπαίνει σε μια μακρά διαδικασία να εντοπίσει πόσες ματαιώσεις καταχώνιασε μέσα του όλα αυτά τα χρόνια. Στη δουλειά του ήδη η ακραία πολιτική ορθότητα κοντεύει να τον κάνει να καταρρεύσει. Ο συγγραφέας, με λόγο άμεσο και ρευστό σαν κύμα, διανύει τον εσωτερικό χάρτη ενός κόσμου παγιδευμένου συναισθηματικά. Πράξεις και γεγονότα που θα οδηγούσαν προς την κατεύθυνση της προόδου καταλήγουν σε μια μοναξιά γεμάτη απορίες. Αποσβολωμένες ατομικότητες προσπαθούν να καταλάβουν γιατί το έδαφος κατρακυλά κάτω από τα πόδια τους. Ενας γιος υπερφορτωμένος με προσδοκίες, μια μητέρα που κυνηγά τις χίμαιρες της νιότης, ένας εισαγγελέας με καταπιεσμένες ορμές, ένας φρενιασμένος παίκτης διαδραστικών παιχνιδιών που τον εγκαταλείπει το σώμα του, μια εκδικητική φοιτήτρια που έχει μάθει να παίρνει αυτό που θέλει με το όποιο τίμημα για τους άλλους, μια εποχή που έχει τον Δάντη για πρωινό. Απλούστατα, έχει χωνέψει τις ελευθεριότητες του εικοστού αιώνα και τις ξεβράζει ως ένα κολάζ αδιεξόδων. Το κοσμοείδωλο της νέας πολυμορφικής κατάστασης παραμένει ένα φράκταλ χωρίς όνομα.
Ο Νέιθαν Χιλ είναι γέννημα – θρέμμα της Αϊοβα και «Το Νιξ», πρώτο μυθιστόρημά του, έχει σαρώσει στις ΗΠΑ σε κριτικές και βραβεύσεις.

Nathan Hill

Το Νιξ

Μτφ. Γιάννης Βογιατζής

Εκδ. Αλεξάνδρεια, 2017, σελ. 705,

Τιμή: 24 ευρώ