Ολα τα χρόνια έχουν σημαντικά γεγονότα, αλλά μερικά χρόνια είναι πιο σημαντικά από άλλα. Το 2020 ανήκει αναμφισβήτητα στη δεύτερη κατηγορία. Οταν τον Μάρτιο ο κόσμος μπήκε σε καραντίνα, κανείς δεν φανταζόταν ότι η ζωή μας θα άλλαζε ριζικά για χρόνια. Η πανδημία δεν ήταν απλώς μια υγειονομική κρίση. Ηταν ένα παγκόσμιο πείραμα απομόνωσης, αλληλεγγύης και προσαρμογής.

Το μυθιστόρημα «Σταθμός Εντεκα» της Εμιλι Σεντ Τζον Μάντελ (στα ελληνικά εκδ. Ικαρος, μτφ. Βάσιας Τζανακάρη), που επανήλθε στις λίστες ευπώλητων βιβλίων εκείνη τη χρονιά, είχε μια φράση-κλειδί: η επιβίωση από μόνη της δεν αρκεί. Και όντως, το 2020 μας δίδαξε ότι δεν αρκεί απλώς να ζούμε. Χρειαζόμαστε επικοινωνία, νόημα, ελπίδα.

Στις αρχές Ιανουαρίου άρχισα να λαμβάνω μηνύματα στο WeChat (το κινεζικό WhatsApp) από πρώην κινέζους φοιτητές μου και συνεργάτες σε πανεπιστήμια, που περιέγραφαν εφιαλτικές καταστάσεις: ένας νέος ιός με πολλούς νεκρούς και νοσοκομεία γεμάτα ασθενείς.

Δεν ήταν μια συνηθισμένη επιδημία και ήταν πιθανό να εξελιχθεί σε πανδημία. Αμέσως άρχισα να κάνω αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στα τέλη Ιανουαρίου απηύθυνα έκκληση στην ελληνική κυβέρνηση να συστήσει διυπουργική επιτροπή για την αντιμετώπιση της επικείμενης απειλής. Τόνισα το «διυπουργική» γιατί η αντιμετώπιση των πανδημιών, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχουν θεραπευτικά εργαλεία, προϋποθέτει συντονισμό πολλών υπουργείων: Μεταφορών, Παιδείας, Οικονομικών, Εργασίας και Υγείας.

Εισηγήθηκα το έγκαιρο lockdown στον Πρωθυπουργό γιατί η Ελλάδα δεν είχε τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το πρώτο κύμα της πανδημίας με ένα αποδυναμωμένο σύστημα υγείας, λόγω της χρόνιας υποχρηματοδότησής του και των διαχειριστικών αδυναμιών του κρατικού μηχανισμού. Δεν τα κατάφερε άλλωστε η πολύ πλουσιότερη Βόρεια Ιταλία με καλύτερο σύστημα υγείας. Η Ελλάδα τα πήγε καλά την πρώτη περίοδο λόγω της έγκαιρης παρέμβασης, ενώ στάθηκε οικονομικά λόγω της ευρωπαϊκής βοήθειας αλλά και λόγω των δημοσιονομικών πλεονασμάτων της προηγούμενης κυβέρνησης.

Από την αρχή της πανδημίας τέθηκαν διλήμματα, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και παγκοσμίως. Μήπως δεν έπρεπε να έχουμε περιορισμούς για να προφυλάξουμε τους ευάλωτους; Να νοσήσουν οι νεότεροι και έτσι να προστατευθούν και οι ευάλωτοι; Ηταν ενδιαφέρουσα ιδέα, αλλά προϋπέθετε πλήρη διαχωρισμό ευάλωτων και μη, πράγμα ανέφικτο. Είχαμε επίσης να διαχειριστούμε πολλές αβεβαιότητες: δεν ήταν πλήρως γνωστό πώς ακριβώς μεταδιδόταν ο ιός, πόσο επικίνδυνος ήταν και πώς θα μπορούσαμε να περιορίσουμε τη μετάδοση.

Η πανδημία επίσης ενίσχυσε υπάρχουσες ανισότητες και δημιούργησε νέες: μεταξύ επαγγελματιών που μπορούσαν να εργαστούν από το σπίτι και αυτοαπασχολούμενων που έχασαν σημαντικά εισοδήματα. Οι θάνατοι ήταν δυσανάλογα υψηλότεροι στις πυκνοκατοικημένες περιοχές όπου ζουν τα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Ετσι αποκαλύφθηκε πόσο ανεπαρκή είναι τα συστήματα υγείας ακόμα και στον ανεπτυγμένο κόσμο, αλλά και πόσο σημαντική είναι η ανθεκτικότητά τους για την οικονομία.

Ευτυχώς, χάρη στον συντονισμό κυβερνήσεων και εταιρειών ιατρικής τεχνολογίας, είχαμε εμβόλια σε λιγότερο από έναν χρόνο. Μια επιτυχία που ενδεχομένως να συμβάλει στο μέλλον σε θεραπείες για τον καρκίνο και άλλα νοσήματα. Παράλληλα, το αντιπανδημικό και αντιεμβολιαστικό κίνημα έλεγε στους ανθρώπους αυτό που ήθελαν να ακούσουν: ότι η Covid ήταν υπερβολή, ότι δεν χρειάζονταν μάσκες ή εμβολιασμοί. Είχαν ένα σταθερό αφήγημα.

Αντιθέτως, το αφήγημα όσων προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία ήταν μεταβαλλόμενο, καθώς άλλαζε συνεχώς η φύση του ιού με τις μεταλλάξεις, αλλά και η δυνατότητα αντιμετώπισής του. Αυτή η αβεβαιότητα δεν ήταν αδυναμία. Ηταν η ουσία της επιστήμης που προσαρμόζεται στην πραγματικότητα.

Στη χώρα μας, η συνέχεια δεν ήταν το ίδιο επιτυχημένη, με εξαίρεση την οργάνωση των εμβολιασμών. Προχώρησε και η ψηφιοποίηση του κρατικού μηχανισμού, παρά τα σημαντικά ποσά όμως που διατέθηκαν, η Ελλάδα δεν βρίσκεται ακόμη στις ψηφιακά προηγμένες χώρες της ΕΕ. Το ΕΣΥ, παρά τα προβλήματά του, πρόσφερε, αλλά δεν ακολούθησε συνεκτικό σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η ευρωπαϊκή οικονομική βοήθεια, που ήταν σημαντική, δεν αξιοποιήθηκε για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας ή την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα.

Δεν είναι βέβαιο ότι μάθαμε από τις επιπτώσεις της πανδημίας τι πρέπει να κάνουμε για να αλλάξουμε τη χώρα. Ενα όμως είναι σίγουρο. Το 2020 επιβεβαίωσε κάτι θεμελιώδες: η επιστήμη που αναγνωρίζει την αβεβαιότητα και βρίσκει λύσεις είναι πιο αξιόπιστη από τον λαϊκισμό που προσφέρει εύκολες απαντήσεις.


← Επιστροφή στο μενού του αφιερώματος