Η ιταλική Αρχή Ανταγωνισμού (AGCM) άναψε φωτιές στον ευρωπαϊκό αεροπορικό κλάδο, επιβάλλοντας στη Ryanair πρόστιμο-μαμούθ ύψους 255,7 εκατομμυρίων ευρώ για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Η απόφαση αφορά πρακτικές που, σύμφωνα με τον ρυθμιστή, εφαρμόστηκαν συστηματικά επί δύο χρόνια και στόχευαν στον αποκλεισμό των ταξιδιωτικών πρακτορείων από τη διαδικασία πώλησης εισιτηρίων της ιρλανδικής αεροπορικής.

Πρόκειται για μία από τις βαρύτερες κυρώσεις που έχουν επιβληθεί ποτέ στον κλάδο των αερομεταφορών στην Ιταλία και αγγίζει τόσο τη Ryanair DAC όσο και τη μητρική Ryanair Holdings. Στο επίκεντρο βρίσκεται η ιταλική αγορά, όπου η Ryanair κατέχει ηγετική θέση, μεταφέροντας σχεδόν τέσσερις στους δέκα επιβάτες.

Μια «μεθοδική στρατηγική αποκλεισμού»

Σύμφωνα με την AGCM, η Ryanair εφάρμοσε μια «σύνθετη και κλιμακούμενη στρατηγική» με στόχο να δυσχεράνει τη δραστηριότητα τόσο των online ταξιδιωτικών πρακτορείων όσο και των παραδοσιακών γραφείων. Η έρευνα τοποθετεί την απαρχή αυτής της πολιτικής στα τέλη του 2022, όταν η εταιρεία άρχισε να εξετάζει τρόπους περιορισμού της πρόσβασης των ενδιάμεσων στη διαδικασία κρατήσεων.

Η πρώτη φάση εκδηλώθηκε την άνοιξη του 2023 με την εισαγωγή διαδικασιών αναγνώρισης προσώπου, οι οποίες εφαρμόζονταν αποκλειστικά σε πελάτες που είχαν αγοράσει εισιτήρια μέσω πρακτορείων. Οι επιβάτες που έκλειναν απευθείας από την ιστοσελίδα της Ryanair δεν υπόκειντο στους ίδιους ελέγχους, γεγονός που –κατά την Αρχή– δημιουργούσε άνισους όρους ανταγωνισμού.

Μπλοκαρίσματα, ακυρώσεις και πίεση

Στη συνέχεια, από τα τέλη του 2023, η αεροπορική προχώρησε σε πιο επιθετικές κινήσεις. Πληρωμές που προέρχονταν από πρακτορεία μπλοκάρονταν, ενώ λογαριασμοί που συνδέονταν με κρατήσεις μέσω online πλατφορμών ακυρώνονταν μαζικά. Οι πρακτικές αυτές, σύμφωνα με τον ρυθμιστή, κατέστησαν οικονομικά και τεχνικά δυσχερή την πρόσβαση των πρακτορείων στα εισιτήρια της Ryanair.

Η τρίτη φάση ήρθε στις αρχές του 2024, με την επιβολή υποχρεωτικών συμφωνιών συνεργασίας. Οι συμφωνίες αυτές περιόριζαν τη δυνατότητα των πρακτορείων να συνδυάζουν πτήσεις της Ryanair με άλλες αεροπορικές ή με πρόσθετες τουριστικές υπηρεσίες. Για να εξαναγκάσει τη συμμόρφωση, η AGCM υποστηρίζει ότι η εταιρεία χρησιμοποίησε επαναλαμβανόμενα μπλοκαρίσματα κρατήσεων και μια έντονα πιεστική επικοινωνιακή τακτική.

Επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και στους καταναλωτές

Η ιταλική Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι πρακτικές αυτές περιόρισαν σοβαρά τον ανταγωνισμό στην αγορά τουριστικών υπηρεσιών. Τα ταξιδιωτικά πρακτορεία έχασαν τη δυνατότητα να λειτουργούν ομαλά, η ποικιλία των προσφερόμενων πακέτων μειώθηκε και, τελικά, επηρεάστηκε αρνητικά τόσο η ποιότητα όσο και η επιλογή που είχαν οι καταναλωτές.

Η απάντηση της Ryanair

Η Ryanair απορρίπτει πλήρως τα πορίσματα και ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει άμεσα κατά της απόφασης. Χαρακτηρίζει τη κύρωση «νομικά ελαττωματική» και υποστηρίζει ότι η AGCM αγνόησε προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου του Μιλάνου, η οποία είχε κρίνει νόμιμο και ωφέλιμο για τους καταναλωτές το μοντέλο απευθείας πωλήσεων της εταιρείας.

Η αεροπορική επιμένει ότι η στρατηγική της αποσκοπεί στη μείωση του κόστους διαμεσολάβησης και στη διατήρηση χαμηλών ναύλων. Παράλληλα, αμφισβητεί ότι κατέχει δεσπόζουσα θέση στην ιταλική αγορά, υποστηρίζοντας ότι τα ποσοστά που χρησιμοποιεί ο ρυθμιστής βασίζονται σε στενό και τεχνητό ορισμό της αγοράς.

Μια υπόθεση με ευρωπαϊκές προεκτάσεις

Η υπόθεση Ryanair στην Ιταλία ξεπερνά τα εθνικά σύνορα. Αγγίζει τον πυρήνα της συζήτησης για το πώς πρέπει να λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην ψηφιακή εποχή, ποια είναι τα όρια της απευθείας πώλησης και ποιος ο ρόλος των ενδιάμεσων σε μια αγορά που συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο σε λίγους μεγάλους παίκτες.

Το αν η απόφαση θα αντέξει στα δικαστήρια μένει να φανεί. Σε κάθε περίπτωση, το μήνυμα των ιταλικών αρχών είναι σαφές: ακόμη και οι ισχυρότεροι παίκτες της αγοράς δεν βρίσκονται υπεράνω των κανόνων του ανταγωνισμού.

Vidcast: Στα Σχοινιά