Βλέποντας και ξαναβλέποντας τον τρόπο που ο Ζέλσον Μαρτίνς σκοράρει στην Αστάνα νικώντας τον τερματοφύλακα της Καϊράτ με το απίθανο επώνυμο Αναρμπέκοφ σκέφτομαι μόνο ένα πράγμα: πως ο πορτογάλος παίκτης του Ολυμπιακού πρέπει να πιστεύει πως είναι ο κορυφαίος παίκτης που αγωνίζεται στην Ελλάδα και θέλησε να μας το δείξει. Δεν θα το πει ποτέ ο Ζέλσον. Στη ζωή του έχει περάσει πολλά για να κάνει δημοσίως τέτοιου τύπου τοποθετήσεις. Εχει ταλαιπωρηθεί από τραυματισμούς, έχει τιμωρηθεί για επίθεση σε διαιτητή, έχει φύγει από τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας κάνοντας προσφυγή, έχει ζοριστεί από προπονητές όπως ο Ντιέγκο Σιμεόνε, έχει κάνει δηλώσεις για τις οποίες έχει μετανιώσει. Στην Ελλάδα κάνει restart καριέρας προτιμώντας χαμηλούς τόνους. Αλλά η αυτοπεποίθησή του είναι τεράστια. Οταν φτάνει απέναντι από τον τερματοφύλακα Αναρμπέκοφ καθόλου δεν τον νοιάζει ότι πατάει τη γραμμή του άουτ και ότι το να σκοράρει από τόσο πλάγια μοιάζει αδύνατο. Βλέπει το πράγμα σαν πρόκληση. Αλλά και σαν ευκαιρία να μας δείξει ποιος πραγματικά είναι. Κάποιος που από αναποδιές, δυσκολίες και ανίκητους τερματοφύλακες δεν καταλαβαίνει.

Χαρακτήρας

Υπάρχουν γκολ που δείχνουν τον χαρακτήρα των επιθετικών; Φυσικά και υπάρχουν. Ο Μαραντόνα, όταν έβαλε την μπάλα κάτω και στο Μουντιάλ του Μεξικού το 1986 και πέρασε ολόκληρη την Εθνική Αγγλίας ήξερε πάρα πολύ καλά τι ήθελε να κάνει. Ηταν τρομερός τεχνίτης, αλλά και τεράστιος εγωιστής. Το είδος του ανθρώπου που όταν φτάνει στο απόγειο της δόξας του θέλει πραγματικά να δει όλο τον κόσμο να τον προσκυνάει, και όχι απλά να τον χειροκροτεί. Ο ίδιος αργότερα έδωσε στο γκολ του αυτό πολιτικές προεκτάσεις – μιλώντας προφανώς με κάμποση έπαρση που πάντοτε ενθουσίαζε τους πιστούς του. Επίδειξη τεχνικής με τον δικό του τρόπο έχει κάνει και ο Μάρκο Φαν Μπάστεν κάποτε στο γκολ που έχει πετύχει εναντίον του Ρινάτ Ντασάεφ στον τελικό του Εuro του 1986, Ολλανδία – ΕΣΣΔ 2-0. Πατάει δυνατά και ίπταται κι όταν βρίσκει την μπάλα κανένα από τα δύο του πόδια δεν ακουμπάει στο χόρτο. Είναι σαν να λέει «κύριοι σας παρακαλώ σταματήστε ό,τι κάνετε και θαυμάστε με». Χαριτολογώντας κάποτε είπε ότι δοκίμασε να κάνει το ίδιο σουτ μήνες αργότερα σε ένα φιλικό παιχνίδι της Μίλαν. «Η μπάλα» είπε «κατέληξε εκτός του γηπέδου διότι δεν είναι όλες οι στιγμές κατάλληλες για καταπληκτικά πράγματα».

Φιγούρα

Πολλές φορές ο χαρακτήρας ενός ποδοσφαιριστή φαίνεται μόνο τη στιγμή του γκολ. Ο Αντον Πανένκα ήταν ένας πολύ καλός τσέχος ποδοσφαιριστής, ελάχιστα γνωστός όμως μακριά από την τότε Τσεχοσλοβακία. Οταν του δόθηκε η δυνατότητα να εκτελέσει ένα πέναλτι στον τελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1976 παρουσίασε σε όλη την Ευρώπη ένα προσωπικό αριστούργημα – αν μιλούσαμε για ταινίες θα μιλούσαμε για «σινεμά του δημιουργού». Η αργή, ψηλοκρεμαστή εκτέλεση στο κέντρο της εστίας, μετά μάλιστα από μεγάλη κούρσα και προσποίηση ότι θα σουτάρει πολύ δυνατά, πέρασε στην ιστορία ως χτύπημα «α λα Πανένκα»: από τότε το έχουν δοκιμάσει πολλοί – άλλοι με επιτυχία κι άλλοι κάνοντας απλά τον κόσμο να γελάει με την επιλογή τους. Ο τερματοφύλακας της Δυτικής Γερμανίας που δέχτηκε το γκολ ήταν ο Σεπ Μάγερ που είχε θυμώσει πάρα πολύ με τον Πανένκα. Θεώρησε ότι με τον τρόπο αυτό θέλησε να τον προσβάλλει. Δεν είναι αλήθεια. Αλλά όταν κάποιος σε χρησιμοποιεί λίγο για να κάνει φιγούρα δικαιούσαι και να θυμώσεις.

Απλότητα

Δεν είναι όλοι οι σκόρερ λάτρεις της φιγούρας. Ο Ελ Κααμπί μπορεί να σκοράρει με κάθε δυνατό τρόπο και το έχουμε δει. Αν παρατηρήσετε στους πανηγυρισμούς του δεν υπάρχει τίποτα το προσχεδιασμένο ή το περίεργο. Απλά σηκώνει το χέρι, γελάει κι αυτό είναι όλο. Γιατί; Γιατί κατά βάση θεωρεί τον εαυτό του ένα είδος αποτελεσματικού εργαζόμενου που κάνει με τον καλύτερο τρόπο το καθήκον του: αυτό το καθήκον συμβαίνει να είναι το γκολ που για άλλους είναι δύσκολη υπόθεση, αλλά όχι για τον Μαροκινό. Με το γκολ έχει απλά ψύχωση σαν να θεωρεί πως αν δεν σκοράρει δεν έχει αγωνιστεί. Στο Αγρίνιο πρόσφατα όταν αστόχησε και ξαναείδε την μπάλα μπροστά του (γιατί αυτή είχε χτυπήσει στον τοίχο που είναι πίσω από την εστία και επέστρεψε) την έστειλε στα δίχτυα με όλο του το νεύρο! Ο τερματοφύλακας των γηπεδούχων Τσάβες σχεδόν θύμωσε: ο Ελ Κααμπί του ζήτησε ταπεινά συγγνώμη: οι σοβαροί εργαζόμενοι δεν πρέπει να παραφέρονται.

Αρτίστας

Το γκολ είναι μια στιγμή λύτρωσης αλλά και έκφρασης. Ο Νίκος Αναστόπουλος σκόραρε πολύ, αλλά αυτός κάθε γκολ το πανηγύριζε με την καρδιά του. Σήκωνε τα χέρια, έτρεχε το μισό γήπεδο, πνιγόταν σε αγκαλιές. Οχι αυτός δεν θεωρούσε ότι το γκολ είναι απλή δουλειά: θεωρούσε ότι το γκολ είναι κάτι πάρα πολύ σπουδαίο διότι αυτό είναι που σου επιτρέπει τελικά όχι μόνο να κερδίζεις, αλλά και να γράφεις την προσωπική σου ιστορία. Ο Βασίλης Χατζηπαναγής από την άλλη όταν έφτανε απέναντι από τον τερματοφύλακα σπανιότητα τελείωνε τη φάση χωρίς να κάνει μία τουλάχιστον προσποίηση για να δημιουργήσει ντελίριο στην εξέδρα. Την ίδια ακριβώς διάθεση έχω διακρίνει και σε πάρα πολλά άλλα «δεκάρια»: συμπεριφέρονται πολλές φορές σαν η απλότητα στην εκτέλεση να είναι κάποιου τύπου ιός που πρέπει να δείξουν ότι δεν κουβαλάνε.

Ολοι επιθυμούν να σε κάνουν να πιστέψεις ότι η τέχνη του περιττού είναι αυτή και μόνο που κάνει το ποδόσφαιρο αληθινά όμορφο. Ο Ζιοβάνι π.χ. τον καιρό που αγωνίστηκε στην Ελλάδα νόμιζες ότι έχει προβάρει τα πάντα: προσποιήσεις, πανηγυρισμούς, αφιερώσεις στον Θεό κ.λπ. Κάθε φορά που σκόραρε περίμενε να δει τη φωτογραφία του στο «Φως»! Δεν νομίζω ότι είμαι σύμφωνος με μια τόσο αρτιστίκ προσέγγιση: όλο αυτό είναι συχνά και λίγο Τέχνη για την Τέχνη – η απλότητα είναι για μένα αρετή. Αλλά από την άλλη καταλαβαίνω τους ποδοσφαιριστές που ζουν για το χειροκρότημα και καμιά φορά το εκβιάζουν. Απέναντί μας έχουμε ανθρώπους που αντιμετωπίζουν τη ζωή ως ευκαιρία για να μας διασκεδάσουν κομμάτι. Κι αν δεν ήταν ποδοσφαιριστές, πάλι θα έβρισκαν τρόπο για να μας δείξουν την αγάπη τους για την τέχνη του περιττού. Θα ήταν ταχυδακτυλουργοί, φαρσέρ, χαρτοκλέφτες, σόουμαν σε πίστα. Και θα έψαχναν αυτό το ένα σπουδαίο κόλπο σε μια στιγμή που κανείς μας δεν θα το περίμενε. Οπως ο μοναχικός αρτίστας Ζέλσον Μαρτίνς στην παγωμένη Αστάνα.