Έντονη είναι η δυσαρέσκεια τόσο στο Μαξίμου όσο και στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Θοδωρή Ζαγοράκη με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.

Την ώρα που ο Θοδωρής Ζαγοράκης τίθεται εκτός Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, κλήθηκε να σχολιάσει τη «μεταγραφή» του ευρωβουλευτή της ΝΔ στα ψηφοφέλτια του ΠΑΣΟΚ, αδυνατώντας να κρύψει την ενόχλησή του.

Αρχικά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι ο Θοδωρής Ζαγοράκης έθεσε εαυτόν αυτοδικαίως εκτός της «γαλάζιας» παράταξης, σπεύδοντας να σημειώσει: «δεν θέλω να κάνω κανέναν περαιτέρω σχολιασμό, πρόκειται για προσωπική του επιλογή».

Στη συνέχεια, ωστόσο, φανέρωσε την κυβερνητική δυσαρέσκεια για το θέμα, δεδομένου μάλιστα πως ο κ. Ζαγοράκης είναι εν ενεργεία ευρωβουλευτής.

«Δεν θυμάμαι ποτέ ξανά στο παρελθόν εν ενεργεία ευρωβουλευτής να ανακοινώνεται από άλλο κόμμα. Ο κ. Ζαγοράκης ήταν 10 χρόνια ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και δεν έστειλε ούτε μία επιστολή για να ενημερώσει για την απόφασή του», είπε χαρακτηριστικά ο Παύλος Μαρινάκης.

Η κριτική στον Ανδρουλάκη από τη Νέα Αριστερά

Η «μεταγραφή» Ζαγοράκη προκάλεσε την αντίδραση και της Νέας Αριστεράς, με τη διαφορά πως τα «βέλη» του εκπροσώπου της στράφηκαν προς τον Νίκο Ανδρουλάκη.

Ο εκπρόσωπος τύπου της Νέας Αριστεράς, Κωστής Καρπόζηλος, σχολίασε σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Ο Θοδωρής Ζαγοράκης ήταν ανάμεσα στους 17 ευρωβουλευτές του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, οι οποίοι στη συζήτηση για την κατάσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα υπέγραψαν το περίφημο ‘αντι-ψήφισμα’. Σύμφωνα με αυτό, το Ευρωκοινοβούλιο θα έπρεπε να χαιρετίσει την πρόοδο της χώρας μας και τα επιτεύγματα της κυβέρνησής της».

Τόνισε, μάλιστα, ότι «αυτό ίσως – πέρα από τα προφανή – για τον κύριο Ζαγοράκη. Λέει όμως πολλά για το πώς αντιλαμβάνεται την πολιτική ο κύριος Ανδρουλάκης. Ως ένα παιχνίδι ‘μεταγραφών’ που στο τέλος εκβάλλει σε μια άνευρη ιδεολογία του μέσου όρου, στην αναπαλαίωση προσώπων με μόνο κίνητρο την όποια δημοφιλία τους και πάνω από όλα στην παρακμή της ίδιας της πολιτικής διαδικασίας».