Διαπιστώνω μεγάλη αλληλοκάλυψη –αν όχι πλήρη ταύτιση–αυτών που ήσαν κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων και τώρα είναι υπέρ της ιδιωτικής δικαιοσύνης, αυτής που αποδίδουν οι ίδιοι φυσικά. Για το καλό του λαού πάντα: για να έχει δωρεάν παιδεία και για να ικανοποιείται το λαϊκό «περί δικαίου αίσθημα».

Υπάρχουν δικαστές όχι μόνο στο Βερολίνο αλλά σε κάθε πρωτοσέλιδο, πρωινάδικο, μεσημεριανάδικό, απογευματινάδικο, σε κάθε βιντεάκι του TicToc, σε κάθε ανάρτηση του facebook. Καθένας παίρνει τον νόμο στα χέρια του, αποφαίνεται ποιος είναι ένοχος και ποιος αθώος, ποιος δικαστικός είναι ανέντιμος και ποιος έντιμος – ακόμη και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανακοίνωσε ότι ο ίδιος, με παρένθετο πατέρα, είναι θύμα «παραδικαστικού κυκλώματος» χωρίς να προσκομίσει καμιά απολύτως εξήγηση περί του τι, πότε και γιατί.

Μόνο τις ποινές που συνεπάγονται οι αποφάσεις τους δεν εκτελούν οι αυτόκλητοι δικαστές –  σε λίγο, μπορεί να το αναλάβουν και αυτό διότι η εκτέλεση της ποινής ενδιέφερε πάντα τον φιλοθεάμονα λαό. Η καρατόμηση, η μαστίγωση, η διαπόμπευση ήταν περιζήτητα θεάματα που η θεσμική συγκρότηση των νεώτερων κοινωνιών τα στέρησε από τα έντυπα, ηλεκτρονικά και ψηφιακά μέσα επικοινωνίας· υπάρχουν εδώ διαφυγόντα κέρδη που πρέπει να εισπραχθούν.

Όλοι φορούν την τήβεννο του αδέκαστου, όλοι ζητούν αύξηση των ποινών για τα πάντα, ώστε να ικανοποιηθεί το μοχθηρό περί «δικαίου αίσθημα». Οι δίκες είναι κατά του λαϊκούς δικαστές όπως ήσαν οι λησμονημένοι αγώνες κατς: «όλα στημένα, όλα σικέ». Εκείνοι ήσαν «στημένοι»  γιατί παίζονταν στοιχήματα, οι μεγάλοι παίκτες ξετίναζαν τους μικρομεσαίους τζογαδόρους· εδώ παίζονται κυκλοφορίες, αναγνωσιμότητες, ακροαματικότητες – και ψήφοι.

Δεν θα είχαμε φθάσει εδώ αν κόμματα και κυβερνήσεις δεν είχαν εμπλέξει τη δικαιοσύνη στην πολιτική. Άλλοι που δεν ήθελε και αυτή: ανώτεροι και ανώτατοι δικαστικοί αναλαμβάνουν –ορισμένοι πριν ακόμη συνταξιοδοτηθούν– κυβερνητικά και πολιτικά αξιώματα, οπότε πάραυτα η δικαιοσύνη γίνεται μέρος του πολιτικού ανταγωνισμού. Τα έντονα πολιτικά πάθη καλλιεργούν τα κατώτερα μαζικά πάθη της μοχθηρίας για τις αποφάσεις και τις ποινές και την πίστη «όλα στημένα, όλα σικέ».

Δεν ξέρω αν εδώ που φθάσαμε υπάρχει σωτηρία, αν αυτός ο απίστευτος χυλός κομματισμού, μεροληψίας, ισοπέδωσης, εκδικητικότητας, υπονόμευσης κάθε θεσμικής ιδιαιτερότητας και ουδετερότητας μπορεί να δώσει τη θέση της σε στοιχειώδη αξιοπρεπή ευταξία. Δεν έχω καταλάβει ποτέ μου τι σημαίνει η φράση «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα», πρέπει να συμφωνήσουμε όμως ότι η δημοκρατία χωρίς αξιόπιστους θεσμούς δεν υπάρχει.

Τα κόμματα όμως, όλα, μόνους αξιόπιστους θεσμούς θεωρούν τους εαυτούς τους και  καταντήσαμε καθένας να πιστεύει το ίδιο για τον εαυτό του.