Κορυφώνεται το θρίλερ με την Evergrande, μετά την εντολή ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας που εξέδωσε δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ. Πρόκειται για κορύφωση της κρίσης για τον κινεζικό κολοσσό των ακινήτων που βρισκόταν σε δίνη χρέους από το 2021 και μετά. Η εταιρεία – που κάποτε ήταν η μεγαλύτερη σε πωλήσεις σε όλη τη χώρα – βαρύνεται με χρέη που φτάνουν τα 300 δισ. δολάρια και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεγάλης κρίσης των ακινήτων που πλήττει την κινεζική οικονομία τα τελευταία χρόνια. Είναι ενδεικτικό ότι η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας χθες Δευτέρα, πριν από την αναστολή διαπραγμάτευσης των μετοχών της, ήταν μόλις 275 εκατ. δολάρια – με απώλειες της τάξης του 99% από τα υψηλά της.

Πρόκειται για κρας τεστ για όλο τον κλάδο στη χώρα, αφού, σύμφωνα με στοιχεία της Nomura, οι συνολικές υποχρεώσεις όλων των εταιρειών ακινήτων στην Κίνα ανέρχονται σήμερα σε περίπου 5 τρισ. δολάρια.

Την απόφαση για εκκαθάριση εξέδωσε δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ επειδή σε αυτή τη δικαιοδοσία βρίσκονται τα περισσότερα από τα περιουσιακά στοιχεία της Evergrande. Η κατάρρευση αυτή είναι μακράν η μεγαλύτερη έως τώρα σε μια κρίση που έπληξε καίρια την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας από το 2020 και μετά και οδήγησε σε κύμα ρεκόρ χρεοκοπιών από εταιρείες ακινήτων.

Χρέη

Τα προβλήματα για την εταιρεία, όπως και για πολλές άλλες του κλάδου στην Κίνα, προκλήθηκαν από τα πολύ υψηλά τους χρέη σε συνδυασμό με την αλλαγή των κανονισμών για τα χρέη αυτά από το 2020 και μετά.

Το Πεκίνο, ύστερα από πολλά χρόνια ξέφρενου δανεισμού και ανάπτυξης στην κατασκευή ακινήτων, είχε αποφασίσει τότε να επιβάλει αυστηρούς όρους στα κόστη και στα επίπεδα δανεισμού των εταιρειών αυτών, ως ποσοστό επί στοιχείων ενεργητικού τους, προκειμένου να αποφευχθεί κραχ στην αγορά σε μεταγενέστερη φάση. Η κυβέρνηση της χώρας είχε καταλάβει εκείνη την περίοδο ότι πολλές εταιρείες ακινήτων – και όχι μόνο – είχαν αναλάβει μεγάλα χρέη χρησιμοποιώντας πρακτικές υψηλής μόχλευσης και έσπευσε να βάλει φρένο. Ετσι, αποκαλύφθηκαν πολλά προβλήματα στους ισολογισμούς.

Ουσιαστικά τα μέτρα αυτά αφορούσαν πολύ αυστηρούς περιορισμούς στα χρέη που θα μπορεί να έχει μια εταιρεία ανάλογα με τις ταμειακές ροές της, τα στοιχεία ενεργητικού και την κεφαλαιακή επάρκεια που διατηρεί. Αυτό ξεκίνησε το ντόμινο με τις μετοχές της Evergrande που προκάλεσε στη συνέχεια γενικότερες ανησυχίες για όλο τον κλάδο – ανησυχίες οι οποίες συνεχίζονται μέχρι και σήμερα.

Τον Δεκέμβριο του 2021 η Evergrande κηρύχτηκε για πρώτη φορά σε καθεστώς επίσημης χρεοκοπίας από μεγάλο οίκο αξιολόγησης, τη Fitch Ratings, καθώς δεν είχε μπορέσει τότε να πραγματοποιήσει πληρωμές ομολόγων που είχαν εκδοθεί σε δολάρια, ούτε έπειτα από περίοδο χάριτος.

Ουσιαστικά αυτή ήταν η αρχή του τέλους για την άλλοτε πανίσχυρη Evergrande, αφού στη συνέχεια ξεκίνησε μακροχρόνια νομική μάχη για το ποιοι πιστωτές θα πληρωθούν πρώτοι. Τον Μάρτιο του 2022 η εταιρεία είδε τη διαπραγμάτευση των μετοχών της να αναστέλλεται προσωρινά, λόγω αδυναμίας της να δημοσιεύσει ελεγμένα αποτελέσματα για τις δραστηριότητές της στη διαχείριση ακινήτων. Στις αρχές του 2023 η Evergrande ανακοίνωσε ότι η τότε ελεγκτική της εταιρεία PricewaterhouseCoopers παραιτήθηκε εν μέσω διαφωνιών σχετικά με θέματα που σχετίζονται με τον έλεγχο των οικονομικών της στοιχείων για το 2021.

Αναδιάρθρωση

Τον Αύγουστο του 2023 η Evergrande ζήτησε προστασία βάσει του Κεφαλαίου 15 του πτωχευτικού κώδικα των ΗΠΑ, ο οποίος προστατεύει μη αμερικανικές εταιρείες που υπόκεινται σε αναδιαρθρώσεις από πιστωτές που θέλουν να δεσμεύσουν περιουσιακά τους στοιχεία στις ΗΠΑ. Η διαπραγμάτευση των μετοχών της Evergrande επαναλαμβάνεται μετά από 17 μήνες, με το 79% της αγοραίας αξίας της όμως να έχει χαθεί. Τον Σεπτέμβριο του 2023 οι Αρχές ανακοινώνουν ότι σειρά υψηλόβαθμων στελεχών της αρχίζουν να ερευνώνται για παρανομίες. Στα τέλη του περασμένου έτους η ομάδα κατόχων ομολόγων της Evergrande ανακοίνωσε ότι αντιτίθεται σθεναρά σε αναθεωρημένους όρους αναδιάρθρωσης και ξεκινά διαδικασίες για εκκαθάριση της εταιρείας. Ετσι, εκδόθηκε διαταγή εκκαθάρισης από δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ σε ακρόαση που έγινε στις 29 Ιανουαρίου.