Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν θα δέσει τα κορδόνια της ΝΔ, όπως είπε αυτολεξεί, αναφερόμενος στο ζήτημα του γάμου των ομοφύλων. Η στάση του κ. Ανδρουλάκη είναι ασφαλώς αναμενόμενη και εν μέρει τουλάχιστον δικαιολογημένη, η γλώσσα που χρησιμοποιεί όμως έχει ενδιαφέρον. Φαντάζεται τον εαυτό του να δένει τα κορδόνια της ΝΔ (δηλαδή τα κορδόνια του Μητσοτάκη, για να μη κρυβόμαστε) αν υποστηρίξει την πρόταση νόμου που προωθεί προσωπικά ο Πρωθυπουργός. Προφανώς το θεωρεί ταπείνωση, γι’ αυτό και εκφράζεται με μια τόσο δυνατή εικόνα. (Υπάρχουν πάντως και περαιτέρω διαβαθμίσεις της ταπείνωσης αυτής. Τις παραθέτω, γιατί ίσως χρειαστούν στον κ. Ανδρουλάκη την επόμενη φορά: Να γυαλίσει τα παπούτσια του Μητσοτάκη και, το ακόμη χειρότερο, να σιδερώσει τα κορδόνια των παπουτσιών του, όπως φημολογείται ότι τα θέλει ο Κάρολος του Ηνωμένου Βασιλείου).

Αντιληπτοί από όλους οι πολιτικοί λόγοι του κ. Ανδρουλάκη, κατανοητή και η βαθιά αντιπάθεια που τρέφει για τον Μητσοτάκη – το έχουμε καταλάβει προ πολλού, έχουμε δεχθεί ότι έτσι είναι και

δεν γίνεται τίποτα. Ομως το θέμα εδώ δεν είναι ο Μητσοτάκης, ο οποίος φέρνει το νομοσχέδιο, αλλά το ίδιο το αντικείμενο του νομοσχεδίου! Πολύ περισσότερο, δε, επειδή είναι θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αφορά, δηλαδή, έναν τομέα στον οποίο υποτίθεται ότι οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως προοδευτικοί θα όφειλαν να συμβάλουν, τουλάχιστον στον βαθμό κατά τον οποίο συμφωνούν. Βλέπουμε, δηλαδή, ότι η πολιτική διάσταση του θέματος ανταγωνίζεται, αν δεν επισκιάζει, την ουσία ενός θέματος με το οποίο λογικά οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν. Παράλογο προφανώς, αλλά έτσι είναι η δημοκρατία σε μια σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία δυτικού τύπου. Οποιος φαντάζεται μια κοινωνία της οποίας η οργάνωση και η ανάπτυξη θα διέπεται κυρίως από τη λογική, θα

τον στενοχωρήσω, αλλά η πεφωτισμένη δεσποτεία απέτυχε να προσαρμοστεί ιστορικά και εξέλιπε. Σε μια δημοκρατία όπως η δική μας, η λογική είναι μόνο ένα μικρό μέρος της πολιτικής, το μεγαλύτερο είναι η διαχείριση ριζωμένων πεποιθήσεων, αισθημάτων, παθών και φόβων. Επομένως, δεν πρέπει λοιπόν να μας ξενίζει το παιχνίδι που παίζεται γύρω από τον γάμο των ομοφύλων. Είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο.

Πάμε τώρα στη χορογραφία που εκτυλίσσεται μπροστά μας. Η κυβέρνηση προφανώς ελπίζει (δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο από αυτό) ότι η πίεση που θα ασκηθεί στην αντιπολίτευση μέσω των ΜΜΕ θα υποχρεώσει την αντιπολίτευση να εκδηλωθεί θετικά υπέρ του νομοσχεδίου. (Οι δημοσιογράφοι, ως γνωστόν, ρωτάνε πάντα αυτά που ξέρουν ότι ο συνομιλητής τους δυσκολεύεται να απαντήσει – είναι το βίτσιο τους…) Ο Πρωθυπουργός υπολογίζει ότι ένα ευρύτερο μέτωπο υποστήριξης θα αντισταθμίσει κάπως τις εσωτερικές αντιδράσεις, και, ενδεχομένως, θα πείσει τους ηπιότερους από τους διαφωνούντες να αναθεωρήσουν τη στάση τους. Επειδή λοιπόν επιδιώκει την ευρύτερη συναίνεση, αντιμετωπίζει με επιείκεια και σκόπιμη ασάφεια τους διαφωνούντες και πολύ καλά κάνει – συζήτηση με φοβέρες δεν έχει νόημα.

Από την πλευρά της, κορόιδο είναι η αντιπολίτευση να τον εξυπηρετήσει και μάλιστα αφιλοκερδώς; Εμείς, σου λέει, θα βγάλουμε τα κάστανα από τη φωτιά; Κατά συνέπεια, αποφεύγουν να εκδηλώνουν τις προθέσεις τους, ελπίζοντας ότι αυτό επιτείνει τις εσωτερικές διαφωνίες και επισπεύδει τη φθορά της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Ωστόσο, η τήρηση αυτής της στάσης – για ένα αρχικό διάστημα έστω, μέχρι να παρουσιαστεί το νομοσχέδιο ― προϋποθέτει μεγάλη επιδεξιότητα εκ μέρους της αντιπολίτευσης, την οποία μέχρι στιγμής δεν βλέπω. Προσπαθεί, αντιθέτως, να αποφύγει το ερώτημα «εσείς τι θα κάνετε» διά της μεθόδου του καταιγισμού φλυαρίας, που ως γνωστόν πνίγει το ερώτημα και στο τέλος όλοι βρίσκονται να αναρωτιούνται ποιο ήταν το αντικείμενο της συζήτησης. Ο κίνδυνος εδώ για την «προοδευτική» αντιπολίτευση είναι να υπονομεύσει την ίδια την πολιτική ταυτότητά της, μέσω του καιροσκοπισμού της. Στον ΣΥΡΙΖΑ, αντιλαμβάνονται τον κίνδυνο και, γι’ αυτό, σπεύδουν να στηρίξουν τα μέτρα. Και εκεί, βέβαια, υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις προβληματισμένων, όπως η καθηγήτρια κ. Αθηνά Λινού, η οποία, κατά κάποιον τρόπο, εκπροσωπεί τη θρησκευόμενη Αριστερά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι χαμηλών τόνων άνθρωπος και δεν θα το κάνει θέμα. Ισως μάλιστα το αξιοποιήσει ως ευκαιρία

για να ξεμπλέξει από το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της, τον ΣΥΡΙΖΑ…