Την επιστροφή στην κανονικότητα θέτουν ως στόχο ενόψει της προσπάθειας Τουρκίας και Ελλάδας να εκμεταλλευθούν το παράθυρο διαλόγου που άνοιξε μετά τους φονικούς σεισμούς στη γείτονα διπλωμάτες σε Αθήνα και Αγκυρα. Με τους δύο υπουργούς Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν να προετοιμάζουν ένα χρονοδιάγραμμα συναντήσεων με πρώτο ορίζοντα το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας που σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του Βίλνιους τοποθετείται χρονικά το φθινόπωρο στη Θεσσαλονίκη.

Τουρκικές πηγές σημείωναν δε ότι η κοινή γνώμη σε Αθήνα και Αγκυρα θα πρέπει να εκπαιδευτεί σε θετικές ειδήσεις και να προετοιμαστεί για την προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων, αφού τα χρόνια της ρητορικής έντασης και των υψηλών τόνων δημιούργησαν ένα συγκεκριμένο κλίμα που πρέπει να ανατραπεί.

Με τούρκους αξιωματούχους να επιμένουν ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν είναι στην ατζέντα της Τουρκίας, όπως είναι η Τουρκία για τα ελληνικά ΜΜΕ. Στο θέμα αναφέρθηκε και ο Πρωθυπουργός τονίζοντας ότι ο μεγάλος στόχος είναι να λυθεί η μεγάλη διαφορά με την Τουρκία που είναι η οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, με παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Εστω και αν είναι κάτι που χρειάζεται χρόνο. Ενώ έχει υπογραμμίσει επανειλημμένα και το ότι πρέπει να διαφυλαχθεί και το καλό κλίμα ώστε να μην είναι συνεχώς στα «κόκκινα» οι Ενοπλες Δυνάμεις, προκειμένου να καταστεί δυνατό να υπάρξει οικοδόμηση εμπιστοσύνης και χτίσιμο στη «θετική ατζέντα».

Το ενδεχόμενο της Χάγης

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναγνώρισε αναφερόμενος στο ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη (Σκάι) ότι «οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί ενδεχομένως, ναι, να συνεπάγεται και κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις οι οποίες μπορούν να αποτελούν την αφετηρία μιας διαπραγμάτευσης», ακόμα και αν όπως είπε ακόμα είμαστε μακριά από αυτό το σενάριο για να επισημάνει παράλληλα αναφερόμενος στη συντήρηση του κλίματος έντασης και δείχνοντας όσους ενδεχομένως θα θελήσουν να υπονομεύσουν τους χαμηλούς τόνους και τον διάλογο πως «υπάρχουν ορισμένες πολιτικές δυνάμεις, μπορεί ορισμένοι δημοσιογράφοι που έχουν χτίσει καριέρες, χτίζοντας κάποια εικόνα από την οποία δεν θέλουν πια να αποστούν».

Για να προσθέσει πως μπορεί κάποιοι να αναρωτιούνται «και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους».

Οι επιλογές που υπάρχουν στο τραπέζι

Την ίδια στιγμή τουρκικές πηγές αναφερόμενες στην προσπάθεια της Τουρκίας να αναζωογονήσει τις σχέσεις της με την ΕΕ τονίζουν ότι θα ήταν θετικό για την Αγκυρα μία χείρα βοηθείας από την Ελλάδα, χωρίς να παραγνωρίζουν τις διαφορές στο Κυπριακό, με την τουρκική πλευρά να επιμένει σε λύση δύο κρατών.

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές στην Αθήνα οι επιλογές που υπάρχουν στο τραπέζι είναι η επιστροφή στον φαύλο κύκλο της έντασης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, η παθητική ηρεμία, χωρίς προσπάθεια λύσεων και αποφυγή των μεγάλων θεμάτων ή η επιδίωξη λύσεων.

Εδιναν δε ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι Μητσοτάκης και Ερντογάν έχουν πάρει νωπή και ισχυρή εντολή ενώ υπερθεμάτιζαν στο γεγονός ότι Γεραπετρίτης και Φιντάν δεν έχουν συνδεθεί με την ιστορικότητα της έντασης. Ανέφεραν δε ότι οι δύο ΥΠΕΞ θα είναι αυτοί που θα έχουν την ευθύνη για τον πολιτικό διάλογο και υποστήριζαν ότι υπάρχει η πολιτική βούληση για βήματα προς τα εμπρός.

Χαρακτηριστικό ότι οι δηλώσεις Ερντογάν μετά την προσευχή, που ανέφερε ότι έθεσε εκείνος ζήτημα Θράκης στον Μητσοτάκη, με αιχμή την επίλυση του ζητήματος των μουφτήδων, προκάλεσε την αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ. Διπλωματικές πηγές απάντησαν πως ο Μητσοτάκης στο Βίλνιους «ήταν αυτός που έθεσε και το ζήτημα των παρεμβάσεων του τουρκικού προξενείου στη Ροδόπη κατά την πρόσφατη προεκλογική περίοδο».

Υποστήριζαν δε ότι «σε σχέση με το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης που διαχρονικά θέτει η τουρκική πλευρά, ο έλληνας Πρωθυπουργός ουδέποτε συζήτησε ή αποδέχτηκε συζήτηση για θέματα που αφορούν έλληνες πολίτες και κυριαρχικά θέματα της χώρας».

Αξίζει να σημειωθεί ότι το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται να αναζητηθεί η ημερομηνία της συνάντησης που θα έχουν Γεραπετρίτης – Φιντάν, ενώ ο ΥΠΕΞ είχε την Παρασκευή και την πρώτη του επίσημη επαφή με τον τούρκο πρεσβευτή στην Αθήνα, Τσαγατάι Ερτζιγές.