Εντείνονται οι ανησυχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας σε σχέση με τις προσπάθειες του κατοχικού καθεστώτος να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα τόσο τα τελευταία χρόνια στα Βαρώσια όσο και σε άλλες περιοχές του ψευδοκράτους. Με τη Λευκωσία να αναγνωρίζει στις μεθοδεύσεις του ψευδοκράτους και της Τουρκίας μία προσπάθεια που περνά μέσα από το real estate στα Κατεχόμενα και στοχεύει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ιδιοκτησίας με στόχο να συμβάλει σε αυτό που επιχειρούν να ονομάσουν «νέα πραγματικότητα» στο νησί από την πλευρά της Αγκυρας και να το χρησιμοποιήσουν για την αναβάθμιση του καθεστώτος.

Ξενοδοχεία στα χέρια Τουρκοκυπρίων

Τα αντανακλαστικά της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν ενεργοποιηθεί ιδιαίτερα με αιχμή την πώληση τριών ξενοδοχείων ελληνοκυπριακής ιδιοκτησίας σε τουρκοκύπριο επιχειρηματία, μέσω της Επιτροπής Ακινήτων στα Κατεχόμενα, που έγινε γνωστή περί τα τέλη Απριλίου. Στην πραγματικότητα αυτό που έγινε ήταν μέσω της διαδικασίας γνησίου υπογραφής οι ιδιοκτήτες να δηλώνουν την πρόθεσή τους να πουλήσουν τις περιουσίες τους στην περιφραγμένη περιοχή του Βαρωσιού. Κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ στο παρελθόν. Με τουρκοκύπριους νομικούς να σημειώνουν («Φιλελεύθερος») ότι αυτό που πρέπει κάνουν οι «Αρχές» στα Κατεχόμενα είναι να αναγνωρίζουν την επιθυμία πώλησης, να την αξιοποιήσουν και να βρουν λύση για τους εγγεγραμμένους ελληνοκύπριους ιδιοκτήτες του 1974 και έτσι όπως αναφέρεται το «κλειστό Βαρώσι μπορεί να τουρκοποιηθεί σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο».

Το ψευδοκράτος δείχνει να «πατάει γκάζι» στην αξιοποίηση της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου και της προώθησης μιας ανάπτυξης, προκειμένου να αλλάξει το καθεστώς. Με αναλυτές να σημειώνουν ότι δεν αποκλείεται σε μερικά χρόνια να δούμε σύγχρονα ξενοδοχεία να χτίζονται στην περιοχή που μέχρι σήμερα χαρακτηρίζεται «πόλη φάντασμα».

Ο κύπριος ΥΠΕΞ, Κωνσταντίνος Κόμπος, στις αρχές Μαΐου υπογράμμιζε ότι οι εξελίξεις ανησυχούν τη Λευκωσία και σημείωνε ότι αξιολογούνται τόσο οι νομικές όσο και οι πολιτικές δυνατότητες του κράτους. Ως μέρος το οποίο βρίσκεται εντός των «συνόρων» του ψευδοκράτους χαρακτηρίζει το Βαρώσι ο Τατάρ, ο οποίος έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι το άνοιγμά του θα διευρυνθεί.

Και ισραηλινοί επενδυτές

Εκτός από το Βαρώσι ωστόσο, που αποτελεί μία ξεχωριστή περίπτωση, οι επενδύσεις real estate στα Κατεχόμενα δεν αποτελούν μία νέα ιστορία. Το αντίθετο. Με τους αγοραστές και επενδυτές στα Κατεχόμενα να προέρχονται από χώρες τόσο της ΕΕ, όσο και στενούς συμμάχους της Κυπριακής Δημοκρατίας όπως το Ισραήλ. Σύμφωνα με στοιχεία της τουρκοκυπριακής «Χαλκίν Σεσί» οι εταιρείες ιδιοκτησίας Ισραηλινών στην κατεχόμενη Κύπρο φτάνουν τις 2.000. Την ίδια στιγμή σύμφωνα με την ίδια πηγή η μεγάλη πλειοψηφία των αδειών αγοράς ακίνητης περιουσίας που εξέδωσαν οι «τουρκοκυπριακές πολεοδομικές Αρχές» το 2022 φέρεται ότι ήταν στο όνομα Ισραηλινών.

Το ζήτημα των επενδύσεων Ισραηλινών στο ψευδοκράτος έθεσε και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, στον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, κατά την επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ τον Μάιο. Ακόμα και αν ο Χριστοδουλίδης εξασφάλισε την υπόσχεση από τον Νετανιάχου για προσπάθεια ανάσχεσης των εν λόγω επενδυτικών κινήσεων είναι κάτι που ρεαλιστικά δύσκολα μπορεί να σταματήσει.

Με τη στασιμότητα στο Κυπριακό να ενισχύει την προώθηση των σχεδιασμών του ψευδοκράτους, αφού στα Κατεχόμενα πλέον κτίζονται τόσο οικίες όσο και κτίρια για εμπορική εκμετάλλευση που δεν ταιριάζουν με τα τουρκοκυπριακά δεδομένα. Οπως έχουν αναφέρει δημοσιεύματα στον τουρκοκυπριακό Τύπο, σε περιοχές που δεν είχαν αναπτυχθεί τουριστικά έχουν επενδυθεί ισραηλινά κεφάλαια με αγορά στρεμμάτων γεωργικής γης, όπως στην περίπτωση του Τρικώμου. Να σημειωθεί ότι στην αγορά ακινήτων στα Κατεχόμενα επενδύουν και ρώσοι πολίτες.