Οι οικονομολόγοι καλά τα λένε, οι πολιτικοί ακούνε; Αυτό το ερώτημα έρχεται αυθόρμητα στον νου διαβάζοντας την (αρνητική, ως επί το πλείστον) αντίδραση του γάλλου υπουργού Οικονομικών Μπρουνό Λε Μερ στις προτάσεις που έκανε ο γνωστός οικονομολόγος Ζαν Πιζανί – Φερί, προκειμένου να επιτύχει η Γαλλία τον (ευρωπαϊκό) στόχο της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% έως το 2030 και της ουδετερότητας άνθρακα έως το 2050.

Ο Πιζανί – Φερί, καθηγητής στη Sciences Po του Παρισιού, μέλος των think tanks Bruegel και Peterson Institute, και ένας από τους βασικούς οικονομικούς συμβούλους της πρώτης προεκλογικής εκστρατείας του Εμανουέλ Μακρόν, το 2017, παρέδωσε τη Δευτέρα στη γαλλίδα πρωθυπουργό έκθεση με τίτλο «Οι οικονομικές συνέπειες της δράσης για το κλίμα» που η ίδια είχε ζητήσει από τον ανεξάρτητο συμβουλευτικό θεσμό France Stratégie.

Σε αυτήν τονίζει πως για να πετύχει η χώρα τους κλιματικούς της στόχους πρέπει να κάνει μέσα στα επόμενα 10 χρόνια όσα δεν έκανε τα προηγούμενα 30 χρόνια, χρειάζεται μία «καλπάζουσα βιομηχανική επανάσταση». Και τονίζει πως για να γίνει αποδεκτό το κόστος της οικολογικής μετάβασης πρέπει να είναι δίκαια κατανεμημένο.

Εισηγείται, λοιπόν, μεταξύ άλλων την επιβολή ενός έκτακτου φόρου επί του χρηματοοικονομικού πλούτου των πιο εύπορων Γάλλων, ενός 10% του συνόλου. Γνωρίζοντας, βέβαια, ότι η αύξηση της φορολογίας είναι μία από τις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης Μακρόν.

Μετά το 2030

Ο αποκαλούμενος και «πλέον Βρυξελλιώτης των αριστερών οικονομολόγων της Γαλλίας», λόγω του φιλευρωπαϊκού προσανατολισμού του, ξεκαθαρίζει μιλώντας στη «Le Monde» πως σε ένα πρώτο στάδιο η κλιματική μετάβαση δεν θα δημιουργήσει πλούτο, αλλά ένα «αρνητικό οικονομικό σοκ». «Μετά το 2030», επισημαίνει, «έχουμε λόγους να είμαστε αισιόδοξοι: η πτώση των τιμών των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δείχνει πως η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα μας κρατούσε για καιρό μακριά από μία τεχνική πρόοδο που απλώς ζητούσε να την ξυπνήσουμε.

Θα υπάρξουν οικονομικά οφέλη και ευημερία. Εν αναμονή, όμως, βρισκόμαστε απέναντι σε έναν τοίχο που πρέπει να σκαρφαλώσουμε».

Στα μάτια του, η επονομαζόμενη απανθρακοποίηση της οικονομίας προϋποθέτει δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις ύψους 66 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

Που μπορεί να χρηματοδοτηθούν με τρεις τρόπους: καταρχήν, από τις «καφέ» (που σημαίνει επιζήμιες για το περιβάλλον και το κλίμα) δημοσιονομικές δαπάνες ύψους 10 δισεκατομμυρίων ευρώ, τις οποίες εντόπισε και ο ίδιος ο Λε Μερ στον «πράσινο προϋπολογισμό» του.

Δεύτερον, μέσω του κρατικού δανεισμού: ο Πιζανί – Φερί χαρακτηρίζει «παράλογο» το να μην προβλέπουν δανεισμό για το κλίμα, εξαιτίας της γερμανικής αντίθεσης, οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες, επιμένοντας παράλληλα πως οι εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης δεν πρόκειται να υποβαθμίσουν τη γαλλική οικονομία «αν τους εξηγήσουμε πως έχουμε ένα σχέδιο, για μια προκαθορισμένη χρονική περίοδο, που θα αποδώσει οικονομικά» στο μέλλον.

Τρίτος και τελευταίος τρόπος χρηματοδότησης, ο έκτακτος φόρος στους πλουσιότερους, που θα πείσει επιπλέον τους γάλλους πολίτες ότι «το κόστος κατανέμεται ισότιμα», αποτρέποντας την επανάληψη κρίσεων όπως τα Κίτρινα Γιλέκα – όλα είχαν ξεκινήσει τότε από μια αύξηση του φόρου άνθρακα στα καύσιμα.

Απαίτηση για ισότητα

«Είναι σημαντικό να θέσουμε αυτή την πρόταση σε συζήτηση και να συνειδητοποιήσουν οι πολιτικοί την απαίτηση για ισότητα. Μπορεί να υπάρξουν και άλλες προτάσεις, αλλά δεν πρέπει να αποφεύγουμε τη συζήτηση. Είμαστε μόλις στην αρχή της συνειδητοποίησης.

Μακροπρόθεσμα, η μετάβαση θα είναι θετική, αλλά είναι περίπλοκη και πρέπει να τη χρηματοδοτήσουμε», επεσήμανε ο Πιζανί – Φερί. Σαν να γνώριζε, προκαταβολικά, την αντίδραση του γάλλου υπουργού Οικονομικών, ο οποίος απέκλεισε χθες το ενδεχόμενο χρηματοδότησης της οικολογικής μετάβασης μέσω μιας αύξησης της φορολογίας ή του κρατικού δανεισμού – αντιπροτείνοντας μέτρα όπως η κινητοποίηση των αποταμιεύσεων των Γάλλων, των επιχειρήσεων καθώς και τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.