«Στη διπλωματία όλα μπορούν να συγχωρεθούν ή – τουλάχιστον επισήμως – να ξεχαστούν». Με αυτή τη φράση, η οποία επαναλαμβάνει ουσιαστικά κάτι που έχει δηλώσει πρόσφατα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναφερόμενος στο συγκεκριμένο θέμα, το «Economist» κάνει στο τελευταίο του τεύχος αναφορά στην προσπάθεια επαναπροσέγγισης ανάμεσα σε Αγκυρα και Δαμασκό.

Οπως, επίσης, στα σενάρια συνάντησης του προέδρου της Τουρκίας με τον σύρο ομόλογό του Μπασάρ αλ Ασαντ – παρά τις βαρύτατες κατηγορίες και τους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που έχουν ανταλλάξει στο (όχι και τόσο μακρινό) παρελθόν και την ανοιχτή υποστήριξη του πρώτου σε όσους επιδιώκουν την ανατροπή του δεύτερου.

Το θέμα, άλλωστε, έφερε στην επιφάνεια ο ίδιος ο Ερντογάν, μία εβδομάδα μετά τη συνάντηση που είχαν στη Μόσχα, στα τέλη Ιανουαρίου, οι υπουργοί Αμυνας και οι επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών των δύο χωρών. Αφού έκανε λόγο για πιθανή συνάντηση ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών, σημείωσε ότι «μετά και από αυτό ενδέχεται να έχουμε συνάντηση κορυφής οι ηγέτες Ρωσίας, Τουρκίας και Συρίας, με βάση τις εξελίξεις που θα έχουν μεσολαβήσει. Στόχος μας είναι η εμπέδωση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή».

Οι κινήσεις τακτικής και οι χιλιάδες πρόσφυγες

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι πως μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάποια κίνηση προς την κατεύθυνση της συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών, ενώ η υπόθεση της συνόδου Ερντογάν – Ασαντ υπό την αιγίδα του Πούτιν, ο οποίος επιδιώκει εμφανώς τη δημιουργία ενός «άξονα» Ρωσίας – Ιράν – Τουρκίας – Συρίας για να ενισχύσει τη θέση του στην ευρύτερη περιοχή, μοιάζει επίσης να έχει παγώσει.

Αρκετοί σημειώνουν, επίσης, πως όλα αυτά δεν αποκλείεται να μην ήταν τίποτε άλλο παρά κινήσεις τακτικής από τον Ερντογάν, τόσο για να μη χαλάσει το… χατίρι της Μόσχας όσο και ενόψει των επικείμενων προεδρικών και βουλευτικών εκλογών. Κι αυτό διότι είναι φανερό ότι μια πιθανή συμφωνία με τη Συρία θα ανοίξει τον δρόμο για τον επαναπατρισμό εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων προς αυτή – θέμα που έχει αναδειχθεί σε ένα από τα κεντρικά της πολιτικής αντιπαράθεσης με την τουρκική αντιπολίτευση.

Δύσκολη η επαναπροσέγγιση

Εξάλλου, όπως σημειώνουν οι γνωρίζοντες και υπογραμμίζουν μια σειρά αναλύσεις – εκτός του «Economist», του Αl Jazeera και άλλων Μέσων -, οι διαφορές ανάμεσα σε Συρία και Τουρκία δύσκολα μπορούν να γεφυρωθούν και να οδηγήσουν σε πλήρη ομαλοποίηση των σχέσεών τους.

Είναι γνωστό, ανάμεσα στα άλλα, ότι ο τουρκικός στρατός έχει πραγματοποιήσει τέσσερις μεγάλες επιχειρήσεις στο έδαφος της Συρίας, με αποτέλεσμα να διατηρεί υπό τον έλεγχό του περίπου το 5% του εδάφους της στην περιοχή των συνόρων. Μέχρι πρόσφατα, δε, η Αγκυρα και προσωπικά ο Ερντογάν δήλωναν σε όλους τους τόνους πως ετοιμάζουν και θα πραγματοποιήσουν μία ακόμη εισβολή, προσπαθώντας (χωρίς επιτυχία) να φέρουν προ τετελεσμένων τη Δύση και τη Ρωσία.

Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, οι διεργασίες (που συντελούνται υπό το άγρυπνο βλέμμα και του Ισραήλ) προκαλούν ανησυχία και εκνευρισμό σε άλλους «παίκτες» της περιοχής. Οπως, για παράδειγμα, οι Κούρδοι της Βόρειας Συρίας και οι (τρομοκρατικές, σύμφωνα με την Τουρκία) οργανώσεις τους, που δικαίως θεωρούν πως θα είναι τα θύματα μιας τέτοιας συμφωνίας, καθώς θα βρεθούν μεταξύ διασταυρούμενων πυρών.

Ή, ακόμη, οι σύμμαχοι της Τουρκίας στη Συρία, οι οποίοι φοβούνται ότι μια συμφιλίωση με τη Δαμασκό και το καθεστώς Ασαντ θα σημάνει τη δική τους περιθωριοποίηση και την έναρξη διώξεων εις βάρος της αντιπολίτευσης.

Οσο για τον λαό της Συρίας, τέλος, σίγουρα δεν έχει να αναμένει πολλά από αυτού του είδους τις διεργασίες. Σε μια περίοδο που η φτώχεια και οι ελλείψεις βασικών αγαθών σαρώνουν, που υπάρχουν πολύωρες διακοπές ρεύματος ακόμη και στην πρωτεύουσα, οι λύσεις δεν βρίσκονται στη Μόσχα, την Αγκυρα και την Τεχεράνη…

Έντυπη έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»