Οπως ήταν γνωστό ήδη πριν από την ασθένεια της Γεννηματά, αλλά φάνηκε και στη διαδικασία συλλογής υπογραφών, τα δύο φαβορί της κούρσας, πέραν του Γιώργου Παπανδρέου, είναι ο Νίκος Ανδρουλάκης και ο Ανδρέας Λοβέρδος, οι οποίοι σε όλες τις δημοσκοπήσεις πριν και μετά την απόσυρση της προέδρου του ΚΙΝΑΛ βρίσκονταν στις πρώτες θέσεις μαζί της. Και οι δύο χρειάζεται πλέον να αναπροσαρμόσουν την τακτική τους, μιας και απέναντί τους έχουν πλέον έναν άλλο υποψήφιο.

Ο Λοβέρδος από την πρώτη στιγμή που φάνηκε η πιθανότητα καθόδου του Παπανδρέου έστρεψε την προσοχή του στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, το οποίο από την πρώτη στιγμή αποτελούσε προνομιακό του πεδίο. Με προσοχή, ώστε να μην κατηγορηθεί για προσωπικές επιθέσεις αλλά να συνεχίσει την πολιτική κριτική, ο Λοβέρδος μίλησε για την πιθανότητα σχηματισμού κυβέρνησης με ΣΥΡΙΖΑ, ΚΙΝΑΛ και ΜέΡΑ25, ξεκαθαρίζοντας πως, αν ο ίδιος εκλεγεί πρόεδρος, αυτή η πιθανότητα δεν θα συζητιέται καν.

Αυτή η ιδεολογική προσέγγιση της σύγκρουσης με τις πιο αριστερόστροφες υποψηφιότητες, η οποία βασίζεται στο ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπαρξιακός αντίπαλος για το ΠΑΣΟΚ», θα αποτελέσει και το πιο μεγάλο επιχείρημα της καμπάνιας του Λοβέρδου, ο οποίος παράλληλα θα συνεχίσει να μιλάει για την επιστροφή του ΠΑΣΟΚ – οι συμβολικές του επισκέψεις το τελευταίο διάστημα σε Καλέντζι και Χανιά είχαν στόχο ακριβώς τη χάραξη μιας πολιτικής γραμμής απέναντι στη συζήτηση περί «προοδευτικής διακυβέρνησης» με συνεργασίες στον χώρο της Αριστεράς.

Ο Λοβέρδος βασίζεται στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ αίσθημα της πασοκικής βάσης και στην άρνηση που υπάρχει για το ενδεχόμενο επιστροφής στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ -πράγμα, βέβαια, με το οποίο κανείς, ούτε η πλευρά Παπανδρέου, συναινεί. Σύμφωνα με μια ανάγνωση, ένα ενδεχόμενο δίδυμο Λοβέρδου – Παπανδρέου στον δεύτερο γύρο θα είναι μια μάχη αμιγώς πολιτική, αλλά ενδεχομένως και αυτή που θα σηκώσει τη μεγαλύτερη συζήτηση για το παρελθόν του κόμματος.

Το χαρτί της ανανέωσης

 Από τη δική του πλευρά, ο Νίκος Ανδρουλάκης παίζει το χαρτί της ανανέωσης του στελεχιακού δυναμικού και της ανάγκης να περάσει το κόμμα στην επόμενη γενιά. Η ηλικιακή ομάδα του ευρωβουλευτή, στελέχη και ψηφοφόροι περίπου στα σαράντα, έχουν επενδύσει στην επικράτησή του για να μπορέσουν να αναλάβουν τα ηνία του κόμματος, έχοντας βρεθεί για πολλά χρόνια στη θέση του κυρίαρχου αντίπαλου πόλου. Η καμπάνια του Ανδρουλάκη θα είναι αυτή που θα υποστεί το μεγαλύτερο rebranding, καθώς ο ευρωβουλευτής θα κληθεί πλέον να μιλήσει ιδεολογικά, αναδεικνύοντας τη σημασία της αυτονομίας της παράταξης, ώστε να μη γέρνει ούτε προς τη ΝΔ ούτε προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς προσωπικές αντιπαραθέσεις, στο περιβάλλον Ανδρουλάκη θα θελήσουν να βγάλουν μπροστά νέα πρόσωπα, ώστε να αναδείξουν την ηλικιακή διαφορά με τους συνυποψηφίους τους, θεωρώντας πως ένας δεύτερος γύρος Ανδρουλάκη – Παπανδρέου θα πάρει και μια διαγενεακή διάσταση.

Η πράσινη νεολαία

Πέραν τον φαβορί, υπάρχουν πάντα και τα αουτσάιντερ: ο Παύλος Γερουλάνος ήδη διεκδικεί τον ρόλο αυτό, γνωρίζοντας ότι «τραβάει» ψηφοφόρους τόσο από την πλευρά Παπανδρέου όσο και από την πλευρά Ανδρουλάκη – όσο καλύτερα πάει, τόσο πιο ενισχυμένος θα βγει ο πρώην υπουργός, που θα «παίζει» πλέον ενεργά στο παιχνίδι του ΚΙΝΑΛ. Από την άλλη, ο Χάρης Καστανίδης βασίζεται κυρίως στις δυνάμεις που έχει στη Βόρεια Ελλάδα, όπου πρώην παπανδρεϊκοί πυρήνες εξακολουθούν να τον στηρίζουν, ενώ ο Παύλος Χρηστίδης λειτουργεί ως η εναλλακτική νεότερη πρόταση, με σύνθημα το #restart, και έχει στόχο να εκφράσει όσους νεότερους δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ταυτιστούν με την πλευρά Ανδρουλάκη – έχει, δηλαδή, συγκεντρώσει μια πλευρά της πράσινης νεολαίας που μέχρι τώρα μετριόταν ως «προεδρική».

Το βασικό ερώτημα είναι: τι θα κάνει το γεννηματικό μπλοκ; Οι πιο στενοί εξ αυτών τηρούν γραμμή ουδετερότητας, ωστόσο τόσο στελέχη της Κεντρικής Επιτροπής όσο και βουλευτές έχουν ταχθεί υπέρ άλλων υποψηφιοτήτων. Σε κάθε περίπτωση, το πώς τελικά θα κινηθεί η γεννηματική βάση είναι αυτό που έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, γιατί τελικά μπορεί να κρίνει το δίδυμο του δεύτερου γύρου. Και επειδή αυτό είναι γνωστό σε όλους τους υποψηφίους, όλοι προσπαθούν να υιοθετήσουν ένα κομμάτι από τον λόγο της Γεννηματά, είτε αυτό αφορά την αυτονομία είτε την ενότητα είτε τη «Νέα Αλλαγή» και την προοδευτική διακυβέρνηση.