Μέρα με τη μέρα, όσο προχωρούν οι δημοσιογραφικές αποκαλύψεις του «Pegasus project» για την κατάχρηση, σε παγκόσμιο επίπεδο, ενός λογισμικού παρακολούθησης που πωλείται από την ισραηλινή εταιρεία NSO, οι αντιδράσεις γίνονται όλο και σφοδρότερες. Δεν είναι όμως όλες ταυτόσημες, εξαρτάται από την πλευρά του σκανδάλου στην οποία βρίσκεται κανείς. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, μετά την αποκάλυψη πως το 2019 βρέθηκαν σε μια λίστα εν δυνάμει στόχων για πιθανή παρακολούθηση, εξ ονόματος του Μαρόκου, οι αριθμοί τηλεφώνων του Εμανουέλ Μακρόν, του τότε πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ και 14 υπουργών, ο γάλλος πρόεδρος ζήτησε σειρά ερευνών και πλήρη διαλεύκανση.

Από την πλευρά τους, οι Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη στο όνομα των 180 και πλέον δημοσιογράφων, ανάμεσά τους στελέχη των «Financial Times», «New York Times», «El Pais», «Le Monde» και των μεγαλύτερων ειδησεογραφικών πρακτορείων που συμπεριλαμβάνονται στην ίδια λίστα ως «άτομα ενδιαφέροντος» κάποιας από τις 10 χώρες οι οποίες πιστεύεται ότι ήταν πελάτες της NSO. Στο Ισραήλ, πάλι, η κυβέρνηση φέρεται να συνέστησε μια διυπουργική «ομάδα δράσης» προκειμένου να «ερευνήσει» τις καταγγελίες – και να διαχειριστεί τον αντίκτυπο. Οσο για τον Βίκτορ Ορμπαν, τον ούγγρο πρωθυπουργό που χρησιμοποιεί, σύμφωνα με την έρευνα, το λογισμικό «Pegasus» στο πλαίσιο του πολέμου που διεξάγει στα ΜΜΕ, αυτός αντεπιτέθηκε όπως μόνο εκείνος ξέρει…

Ως έναν βολικό αντιπερισπασμό περιέγραφαν χθες πολλοί παρατηρητές το δημοψήφισμα που προανήγγειλε ο Ορμπαν στην Ουγγαρία γύρω από τον επονείδιστο νόμο που απαγορεύει την «προώθηση» της ομοφυλοφιλίας στους ανηλίκους: ένας τρόπος να απαντήσει στη νέα διαδικασία επί παραβάσει που κίνησαν σε βάρος της Βουδαπέστης οι Βρυξέλλες, ρωτώντας μεταξύ άλλων τους ούγγρους πολίτες αν δέχονται «να μιλάει το σχολείο για τη σεξουαλικότητα στα παιδιά τους χωρίς τη συναίνεσή τους» ή αν στηρίζουν την «άνευ περιορισμών παρουσίαση σε ανηλίκους μιντιακού περιεχομένου σεξουαλικού χαρακτήρα που επηρεάζει την ανάπτυξή τους»· και επιπλέον, ένας τρόπος να αποσπάσει την προσοχή από την αποκάλυψη 17 διεθνών MME, υπό την αιγίδα της Forbidden Stories, μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης πολυμέσων με έδρα το Παρίσι, και της Διεθνούς Αμνηστίας, ότι στοχοποιεί χάρη στο κακόβουλο λογισμικό της NSO ερευνητές δημοσιογράφους καθώς και τον στενό κύκλο ενός από τους λιγοστούς ανεξάρτητους επιχειρηματίες του Τύπου στην Ουγγαρία.

Η λίστα των 50.000 εν δυνάμει στόχων πιθανής παρακολούθησης που διέρρευσε και την οποία ανέλυσαν οι εταίροι του «Pegasus project» περιλαμβάνει, εκτός από δημοσιογράφους, δικηγόρους και ακτιβιστές υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, 14 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, ανώτερους πολιτικούς αξιωματούχους, διπλωμάτες και στρατιωτικούς από συνολικά 34 χώρες. Στη λίστα βρέθηκε το 2018, με πρωτοβουλία των ΗΑΕ, και ο αριθμός τηλεφώνου του Πάβελ Ντούροφ, του γεννημένου στη Ρωσία δισεκατομμυριούχου ιδρυτή της υπηρεσίας κρυπτογραφημένων μηνυμάτων Telegram. Οπως επισημαίνει η «Guardian», η έρευνα διαπίστωσε στενές σχέσεις ανάμεσα στη NSO και το ισραηλινό κράτος, το 2017 μάλιστα δόθηκε στην εταιρεία ρητή άδεια από την ισραηλινή κυβέρνηση να επιχειρήσει πώληση των εργαλείων παρακολούθησής της στη Σαουδική Αραβία, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που φέρεται ότι ξεπέρασε τελικά τα 55 εκατομμύρια δολάρια. Και οι 10 όμως χώρες που φέρεται ότι χρησιμοποιούν το «Pegasus», ανάμεσά τους η Ουγγαρία, το Μεξικό, η Ινδία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, απολαμβάνουν εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ ή διπλωματικούς δεσμούς που έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια.

Η ίδια η NSO επιμένει πως τα εργαλεία της πωλούνται μόνο κατόπιν προσεκτικών ελέγχων σε στρατιωτικές υπηρεσίες, υπηρεσίες επιβολής του νόμου και υπηρεσίες πληροφοριών αποκλειστικά για χρήση εναντίον εγκληματιών και τρομοκρατών. Οι αποκαλύψεις της έρευνας, ωστόσο, εντείνουν τις ανησυχίες πως η ισραηλινή κυβέρνηση διευκόλυνε την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αυταρχικά καθεστώτα ανά τον κόσμο παραχωρώντας στη NSO άδειες εξαγωγής του «Pegasus». Εγείρονται επίσης ερωτήματα για το κατά πόσο είχαν πρόσβαση οι ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες στις πληροφορίες που συγκέντρωναν οι πελάτες της NSO – αν και τόσο το ισραηλινό κράτος όσο και η ισραηλινή εταιρεία παρακολούθησης το αρνούνται κατηγορηματικά. Σε κάθε περίπτωση, η ισραηλινή πηγή που αποκάλυψε στο πρακτορείο Reuters τα περί σύστασης ειδικής διυπουργικής ομάδας χαρακτήρισε «αμφίβολο» το ενδεχόμενο να επιβληθούν νέοι περιορισμοί στις εξαγωγές του επίμαχου λογισμικού παρακολούθησης.