«Είναι μια επένδυση που συµβαίνει µόνο µία φορά σε κάθε γενιά», διακήρυξε ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, παρουσιάζοντας ένα επενδυτικό σχέδιο-«μαμούθ» για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών των ΗΠΑ και την ενίσχυση της απασχόλησης, το μεγαλύτερο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ύψους 2,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, το πρόγραμμα προβλέπει μεταξύ άλλων τον εκσυγχρονισμό 32.000 χιλιομέτρων του οδικού δικτύου και 10.000 γεφυρών, κατασκευή περισσότερων αεροδρομίων, ενίσχυση των υποδομών για την ηλεκτροκίνηση, βελτίωση της ποιότητας των συστημάτων υδροδότησης, ηλεκτροδότησης και των ευρυζωνικών δικτύων, ανέγερση και αναβάθμιση εργατικών κατοικιών και σχολικών κτιρίων, στήριξη της έρευνας κ.α.

Το σχέδιο θα «δημιουργήσει εκατομμύρια καλές δουλειές», τόνισε ο Μπάιντεν, καθώς η κυβέρνηση του επικεντρώνεται στις προσπάθειες οικονομικής ανάκαμψης μετά την λαίλαπα της πανδημίας.

Ο Λευκός Οίκος συγκρίνει το μέγεθος της επένδυσης με την εποχή που οι ΗΠΑ «κέρδισαν την κούρσα του Διαστήματος».

Απαραίτητη για να μπορέσουν οι ΗΠΑ «να νικήσουν στον ανταγωνισμό με την Κίνα» χαρακτήρισε την πρότασή του ο Αμερικανός πρόεδρος. «Αυτές είναι οι επενδύσεις που πρέπει να κάνουμε», είπε. «Με άλλα λόγια, δεν μπορούμε να μην τις κάνουμε…».

Έντονες αντιδράσεις

Το σχέδιο, που θα πρέπει να εγκριθεί από το Κογκρέσο, προβλέπεται να είναι οκταετούς διάρκειας.

Για την αντιστάθμιση του κόστους του, σε βάθος 15ετίας, ο Τζο Μπάιντεν προτείνει την αύξηση του εταιρικού φόρου από το 21% στο 28%. Τάσσεται επίσης υπέρ της αύξησης του φορολογικού συντελεστή επί των κερδών εξωχώριων θυγατρικών εταιρειών των ΗΠΑ.

Η ιδέα δεν άρεσε καθόλου στους Ρεπουμπλικανούς, που έσπευσαν να απορρίψουν το σχέδιο. Για «ακόμη έναν Δούρειο Ίππο των ακροαριστερών αξιώσεων» έκανε λόγο ο επικεφαλής της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ.  Άλλα στελέχη του κόμματος μίλησαν για «συνταγή στασιμότητας».

«Επικίνδυνα λανθασμένης κατεύθυνσης» χαρακτήρισε το σχέδιο Μπάιντεν ο Νιλ Μπράντλεϊ, εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου των ΗΠΑ. «Είμαστε κάθετα αντίθετοι στις γενικές φορολογικές αυξήσεις που προτείνονται από τη κυβέρνηση», είπε στο Reuters, καθώς «θα επιβραδύνουν την οικονομική ανάκαμψη και θα κάνουν τις ΗΠΑ λιγότερο ανταγωνιστικές παγκοσμίως».

Ψηλά ο πήχης

Η φιλόδοξη πρόταση Μπάιντεν αποτελεί μέρος των προεκλογικών δεσμεύσεων του αμερικανού προέδρου. Κι αν και αφήνει εκτός πολλά βασικά σημεία του πολιτικού προγράμματός του, «η αμερικανική κυβέρνηση είναι πιθανό να χρησιμοποιήσει ένα τόσο μεγάλο νομοσχέδιο, για να προωθήσει σιωπηρά ορισμένες άλλες προτεραιότητές της», παρατηρεί ο ανταποκριτής του BBC στη Βόρεια Αμερική,  Άντονι Ζέρτσερ.

Σε συνδυασμό, άλλωστε, με το πακέτο οικονομικής στήριξης ύψους 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων – που εγκρίθηκε προ ημερών από το Κογκρέσο χάρη στην πλειοψηφία των Δημοκρατικών -, το νέο σχέδιο Μπάιντεν θα μπορούσε να δώσει στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση τον μεγαλύτερο, εδώ και δεκαετίες ρόλο στην οικονομία των ΗΠΑ, αντιπροσωπεύοντας το 20% και άνω της ετήσιας παραγωγής.

«Ο πρόεδρος χρησιμοποιεί το σχέδιο υποδομής ύψους 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για να αποδείξει ότι η κυβέρνηση μπορεί να κάνει κολοσσιαία πράγματα, τα οποία ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί», παρατηρούν σε ανάλυσή τους οι New York Times.

Και σε αυτό το πλαίσιο, επισημαίνουν, «η πρόταση Μπάιντεν αποτελεί ένα στοίχημα για το ότι οι ΗΠΑ έχουν αφήσει πίσω τους την αντίληψη της εποχής Ρίγκαν πως “η κυβέρνηση δεν είναι η λύση στα προβλήματά μας, αλλά το πρόβλημα”. Παρ’ όλα αυτά», καταλήγει το δημοσίευμα, «θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια για να μάθουμε εάν η πρωτοβουλία Μπάιντεν θα έχει διάρκεια ισχύος, ανάλογη με εκείνη του New Deal».