«Ο τόπος εν ο άθρωπος», λέει μια κυπριακή ρήση. Για τη Νεκρή Ζώνη της Λευκωσίας, ο άνθρωπός της, ο μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να ζήσει εκεί μετά το ’74 ήταν η Ελσι Σλόνιμ, μια εβραία επιζήσασα του Ολοκαυτώματος η οποία έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Δευτέρας, μια ανάσα πριν από την Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης της μεγαλύτερης θηριωδίας στην ανθρώπινη Ιστορία. Εφυγε πλήρης ημερών, στα 104 της χρόνια. Αυτή είναι η συγκλονιστική της ιστορία.

Η Ελσι Σλόνιμ είχε γεννηθεί το 1917 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, ως ένα «προϊόν της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας», όπως η ίδια είχε πει γελώντας στην τελευταία συνέντευξη που είχε δώσει το 2017 στη Χρύστα Τζάνη για την εφημερίδα «Πολίτης».

Παιδί σέρβων Εβραίων η Σλόνιμ – τότε Κον – επέστρεψε μερικά χρόνια μετά τη γέννησή της στην Ευρώπη και πέρασε την παιδική της ηλικία ανάμεσα στη Ρουμανία αλλά και τη Βιέννη, όπου ζούσαν οι παππούδες της. Λίγο πριν από την προσάρτηση της Αυστρίας, η οικογένειά της κατάφερε να διαφύγει στις ΗΠΑ αλλά στο καράβι η Ελσι γνώρισε τον νεαρό εβραίο επιχειρηματία Ντέιβιντ Σλόνιμ, ο οποίος ζούσε στην Κύπρο και είχε στήσει μεγάλη επιχείρηση με καλλιέργειες λεμονιών κοντά στη Λεμεσό.

Η Ελσι τον ερωτεύτηκε και ανακοίνωσε στην οικογένειά της την απόφασή της να τον ακολουθήσει προκαλώντας μάλλον… ανησυχία αφού οι συγγενείς όταν αναζήτησαν πληροφορίες για το νησί στην πλησιέστερη εγκυκλοπαίδεια ανακάλυψαν μια λακωνική αναφορά την οποία η ίδια θυμόταν αυτούσια: «Η Κύπρος είναι ένα νησί στη Μεσόγειο, μολυσμένο από αναρίθμητα φίδια».

Τίποτα όμως δεν τη σταματούσε. Εγκαταστάθηκε με τον σύζυγό της πια στην Κύπρο, ζώντας μια ήσυχη ζωή και επενδύοντας για μερικές δεκαετίες όσα κέρδιζαν στην αγορά γης στην Κερύνεια και την Αμμόχωστο.

Η τουρκική εισβολή οδήγησε στην απώλεια όσων είχαν. Μοναδική εξαίρεση το σπίτι τους, στη Νεκρή Ζώνη πια, στο οποίο εγκλωβίστηκαν και περίμεναν την εκδίωξή τους. Η Ελσι η οποία είχε χάσει τα πάντα ήδη μια φορά και τώρα μια δεύτερη, ήταν αποφασισμένη να μείνει εκεί όσο μπορούσε παρά τον κίνδυνο, όπως και ο σύζυγός της.

Μια μέρα, λοιπόν, είδαν τους στρατιώτες να φτάνουν. Με το που μπήκαν ένας τουρκοκύπριος στρατιώτης αναγνώρισε τον Ντέιβιντ, αφού ο πατέρας του εργαζόταν στις φυτείες του και όταν είχε τραυματιστεί κάποτε ο Σλόνιμ είχε κάνει τα αδύνατα δυνατά για να τον σώσει. Και τα κατάφερε. Ετσι τους επέτρεψαν να μείνουν. Και από το 1974 ήταν οι μοναδικοί άνθρωποι που ζούσαν στο πουθενά, εκεί που κανείς πλην των Ηνωμένων Εθνών δεν μπορεί να πλησιάσει.

Κινούνταν προς τις ελεύθερες περιοχές και μετά επέστρεφαν στο σπίτι τους με ειδική άδεια και διαβατήριο. Μετά τον θάνατο του Ντέιβιντ η Ελσι συνέχισε να ζει μόνη και να γράφει. Εφυγε για μερικά χρόνια τις ΗΠΑ αλλά γύρισε στην πατρίδα της πια την Κύπρο για να ζήσει τα τελευταία, όπως νόμιζε, χρόνια το 2001.

Η ζωή είχε άλλα σχέδια όμως. Εζησε πολύ ακόμα, έγραψε κι άλλα βιβλία που της εξασφάλιζαν τα προς το ζην, με το τελευταίο να έχει τον τίτλο «Τα 100 πρώτα χρόνια». «Είναι καλά, αλλά έχω άλλα τόσα!», έλεγε γελώντας με διαύγεια και ένα χιούμορ που ξάφνιαζε όλους μέχρι το τέλος.

Τη Δευτέρα το βράδυ η Νεκρή Ζώνη της Λευκωσίας αποχαιρέτησε οριστικά τον άνθρωπό της. Η Ελσι Σλόνιμ πέρασε στην αιωνιότητα και αυτό που απομένει πια εκεί, απροσπέλαστο, είναι τα ντουβάρια των αρχοντικών που στέκουν ακόμη. Μαζί πια και το σπίτι της Ελσι.