Καμία ελπίδα δεν έχει ο Τζο Μπάιντεν να αποκαταστήσει την ενότητα της χώρας του επισημαίνει ο Ντέσμοντ Κινγκ, καθηγητής, ειδικός στη διακυβέρνηση και την πολιτική των ΗΠΑ, στο κολέγιο Nuffield του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Μιλώντας στα «ΝEA» με αφορμή την εισβολή φανατικών οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο ο βρετανός ακαδημαϊκός (τυχαίνει να έχει το ίδιο ακριβώς όνομα με τον γνωστό αμερικανό ποδοσφαιριστή) τονίζει ότι η πόλωση της αμερικανικής κοινωνίας έχει πλέον συμπαγή χαρακτήρα και ο τραμπισμός, παρότι ρηχός σε ιδέες, είναι ένα ισχυρό κίνημα.

Ποιοι λόγοι βρίσκονται πίσω από τις δραματικές εικόνες στο Καπιτώλιο; «Υπάρχουν βαθιοί μακροπρόθεσμοι λόγοι, που έχουν τις ρίζες τους στην ύφεση της κρίσης του 2008-09, με ζητήματα, όπως η μετατόπιση εργασίας, το εμπόριο με την Κίνα, η παράτυπη μετανάστευση και ο τρόπος που το κίνημα Τραμπ τα ανέδειξε σε πρόβλημα για την προστασία των λευκών» απαντά ο κ. Κινγκ, εκτιμώντας ότι ο διχασμός του αμερικανικού λαού ήταν εμφανής από τις εκλογές του 2016. «Από το 2008 η πόλωση αυξάνεται αισθητά μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων υποστηρικτών, αλλά και ιδεολογικά όσον αφορά στα ερωτήματα για τον ρόλο του κράτους, τον ρόλο των μειονοτήτων έναντι των δικαιωμάτων των Λευκών.

Ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της θητείας του, παρότι ήταν ο πρόεδρος με τα χαμηλότερα επίπεδα δημοτικότητας, εμβάθυνε την πόλωση, την έκανε συμπαγή. Βλέπουμε και από την ψηφοφορία στην Τζόρτζια για τους γερουσιαστές την Τρίτη ότι η εκλογή κρίθηκε σε μικροσκοπικές διαφορές» τονίζει ο βρετανός ακαδημαϊκός. Οσον αφορά σε πιο βραχυπρόθεσμους λόγους, οι οποίοι οδήγησαν στην εισβολή στο Καπιτώλιο από φανατικούς οπαδούς του Τραμπ, ο κ. Κινγκ υποστηρίζει ότι συνδέονται με την τακτική του Τραμπ τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες, και ειδικά με τη ρητορική περί αθέμιτων εκλογών σε περίπτωση που έχανε και την επιμονή του ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το ζήτημα.

«Τέτοια μηνύματα φτάνουν στους Αμερικανούς με τρόπο, που δεν μπορούν να διαχωρίσουν αν είναι αληθή. Οσοι έλαβαν μέρος στα επεισόδια στο Καπιτώλιο πίστευαν ότι τους «έκλεψαν» τις εκλογές. Ο Τραμπ είναι εξαιρετικά δημοφιλής ανάμεσα στους υποστηρικτές του. Στις εκλογές του 2020 κέρδισε επιπλέον πέντε εκατ. ψήφους, σημειώνοντας τη δεύτερη υψηλότερη επίδοση στην ιστορία των ΗΠΑ για υποψήφιο πρόεδρο» δηλώνει ο καθηγητής στην Οξφόρδη. (Ο Μπάιντεν κατέχει την υψηλότερη επίδοση). «Η πανδημία έχει εμβαθύνει περαιτέρω την πόλωση» τονίζει, δίνοντας το παράδειγμα για το ζήτημα της χρήσης μάσκας, που δεν υιοθέτησε ο Τραμπ.

Ρωτάμε τον κ. Κινγκ τι πιστεύει για τον επονομαζόμενο τραμπισμό; «Ο τραμπισμός είναι ένα πολύ πετυχημένο κίνημα λαϊκισμού» απαντά κατηγορηματικά. «Είναι εντυπωσιακό το πόσο έχει κατακτήσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Εφερε καλύτερα αποτελέσματα στους ρεπουμπλικάνους, υποστηρίζεται από σημαντικά ονόματα, αρκετοί υποψήφιοι πήγαν καλά στις εκλογές λόγω της διασύνδεσής τους με τον Τραμπ. Ο τραμπισμός είναι ισχυρό κίνημα, παρότι σε επίπεδο ιδεών είναι ρηχό. Είναι υπέρ του προστατευτισμού, κατά του εμπορίου και των πολυεθνικών οργανισμών, στηρίζεται από λευκούς αμερικανούς εξαιρετικά θρησκευόμενους, ευαγγελιστές λευκούς» επεξηγεί, συμπληρώνοντας ότι ο Τραμπ έκανε αρκετά για τις κατηγορίες αυτές, ειδικά με την τοποθέτηση τριών μελών στο Ανώτατο Δικαστήριο. Μπορούμε να αποδώσουμε στον Τραμπ προσωπικά την ευθύνη για τα επεισόδια; «Ο Τραμπ είναι υπεύθυνος για τα επεισόδια, δεν παραδέχτηκε την ήττα του, συνέχισε να υποστηρίζει ότι υπήρξε νοθεία» απαντά ο κ. Κινγκ, σημειώνοντας, πάντως, ότι μέρος του προβλήματος οφείλεται στο εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ, που επιτρέπει να εξαρτάται το αποτέλεσμα από ένα μικρό αριθμό ψήφων. «Ο Τραμπ επιδιώκει να διατηρήσει τον τραμπισμό, έχει φιλοδοξίες για τις επόμενες εκλογές το 2024, είναι αδίστακτος σε όσους στρέφονται εναντίον του, όπως έγινε αντιληπτό με τον γενικό εισαγγελέα Γιούλιαμ Μπαρ και τον αντιπρόεδρό του Μάικ Πενς».

Θα καταφέρει ο εκλεγμένος πρόεδρος να αποκαταστήσει την ενότητα της χώρας; «Δεν έχει απολύτως καμία ελπίδα ο Μπάιντεν να οικοδομήσει μια ενωμένη κοινωνία. Οι προσδοκίες του για πνεύμα δικομματισμού δεν ευσταθούν. Δεν υπάρχει βούληση από τους Ρεπουμπλικανούς για συμφωνίες. Ο Ομπάμα θέλησε να κινηθεί έτσι, και δεν τα κατάφερε. Ανάλογες δυσκολίες θα έχει ο Μπάιντεν. Θα καταφέρει να περάσει το νομοθετικό του έργο, να επανακκινήσει την εξωτερική πολιτική, να αντιστρέψει πολιτικές του Τραμπ, αλλά είναι απίθανο να ενώσει την κοινωνία. Τουλάχιστον οι μισοί από τους 75 εκατ. που ψήφισαν Τραμπ μισούν τον Μπάιντεν, μισούν τους Δημοκρατικούς. Είναι δύσκολο να συμφιλιωθούν».