Την εκτίμηση ότι οι πόροι του Ταμείου Aνάκαμψης θα είναι έγκαιρα διαθέσιμοι στην Ελλάδα και τα υπόλοιπα κράτη -μέλη της ΕΕεπισημαίνει, μιλώντας στα «ΝEA Σαββατοκύριακο» ο πρόεδρος του Eurogroup Πασκάλ Ντόνοχιου, εν μέσω έντονων διαβουλεύσεων προκειμένου να ξεπεραστεί η εμπλοκή στην έγκριση του πολυαναμενόμενου πακέτου εξαιτίας του βέτο Ουγγαρίας και Πολωνίας. Ο ιρλανδός επικεφαλής των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης επισημαίνει, επίσης μέσω της πρώτης συνέντευξής του σε ελληνικά ΜΜΕ, ότι η Ελλάδα έχει ακόμη μπροστά της αρκετή δουλειά, εστιάζοντας στην εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών πολιτικών, υπογραμμίζει, όμως, ταυτόχρονα, την πρόοδο που έχει σημειωθεί, και μάλιστα εν μέσω των αντίξοων συνθηκών της πανδημίας, κάνοντας ειδική αναφοράστις «εξαιρετικές» επιδόσεις του έλληνα ομολόγου του.

Ξεκινήσαμε τη συζήτηση – μέσω WebEx – από την προειδοποίηση ότι «δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού», που έκανε ο Ντόνοχιου αμέσως μετά τις θετικές δηλώσεις του για την Ελλάδα, στο τέλος του Eurogroup της περασμένης Δευτέρας, όπου αποφασίστηκε η έγκριση της τέταρτης δόσης ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους (767 εκατ. ευρώ). «Απευθύνθηκα συνολικά σε όλες τις χώρες τις ευρωζώνης. Το ότι δεν έχουμε περιθώριο εφησυχασμού αφορά όλους μας. Ο Σταϊκούρας έχει σαφώς επιδείξει την εξαιρετική ικανότητα να κάνει θετικές και σημαντικές

αλλαγές, κάτι που αναγνωρίζεται από το Eurogroup και αποφασίσαμε την έγκριση της δόσης. Το Eurogroup αναγνώρισε τις αλλαγές στο νέο πτωχευτικό δίκαιο, σε φορολογία, ιδιωτικοποιήσεις,

ενέργεια».

Ποια είναι η άποψή του για τα τρωτά σημεία της ελληνικής οικονομίας;

«Η έκθεση της Κομισιόν αναγνωρίζει περιοχές ανησυχίας, όπως το υψηλό επίπεδο χρέους της ελληνικής οικονομίας και την ανάγκη για συνεχή εστίαση στις μεταρρυθμιστικές πολιτικές και την εφαρμογή τους, αλλά αναγνωρίζει επίσης σαφώς ότι έχει γίνει σημαντική πρόοδος υπό εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Αναγνωρίζουμε την ανάγκη για τη δουλειά που πρέπει να γίνει μελλοντικά, αλλά αναγνωρίζουμε ταυτόχρονα τη δουλειά που έχει ήδη γίνει. Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει αποφασιστικότητα, προωθώντας αλλαγές, που παίζουν σημασία τόσο για την οικονομία της χώρας όσο και την ευρωζώνη, βοηθώντας στις γενικότερες αποφάσεις και ειδικότερα στην απόφαση για την πρώιμη ενεργοποίηση του κοινού ταμείου ασφαλείας» τονίζει ο Ντόνοχιου,

αναφερόμενος στη συμφωνία ενίσχυσης του ESM και την ενεργοποίηση του κοινού ταμείου ασφαλείας (common backstop) από την 1ηΙανουαρίου 2022, που αποτελεί σημαντικό βήμα για

την κάλυψη των αναγκών εξυγίανσης των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Καλά λόγια εκφράζει ο πρόεδρος της Ευρωομάδας, ο οποίος διαδέχτηκε τον Μάριο Σεντένο τον περασμένο Ιούλιο, και για τη συμβολή της Ελλάδας στις αποφάσεις για το RRF (Recovery and Resilience Facility, το βασικό εργαλείο του Ταμείου Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ). «Το RRF είναι πολύ σημαντική στήριξη για την ελληνική οικονομία, οι πόροι του αναλογούν γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ. Αναγνωρίζω τη δουλειά που έκανε η ελληνική κυβέρνηση ώστε να προχωρήσει το Ταμείο Ανάκαμψης».

Πώς βλέπει, όμως, τις εξελίξεις γύρω από την εμπλοκή που έχουν προκαλέσει Ουγγαρία και Πολωνία;

«Είμαι βέβαιος ότι θα προχωρήσουμε στη χρηματοδότηση των επιχορηγήσεων το 2021 και θα είμαστε σχεδόν σύμφωνοι με τις χρονικές δεσμεύσεις» τονίζει. Η συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης προβλέπει ότι το 70% των επιχορηγήσεων από το RRF δεσμεύεται για το 2021 και 2022. «Είμαι βέβαιος ότι θα βρεθεί λύση και ότι τα χρήματα θα είναι διαθέσιμα στην Ελλάδαμε τον τρόπο στον οποίο έχουμε δεσμευτεί» υπογραμμίζει. Επιμένω στο ερώτημα για το πότε θα είναι διαθέσιμα τα χρήματα, καθώς η εμπλοκή έχει προκαλέσει σοβαρή καθυστέρηση. «Πότε ακριβώς θα είναι διαθέσιμα θα γνωρίζουμε καλύτερα όταν έχουμε συμφωνία. Πιο πιθανό στο δεύτερο μισό του 2021, αλλά το σημαντικό είναι να είναι διαθέσιμα το 2021.

Ισχυρό πρόγραμμα

Οι πόροι αυτοί αποτελούν την ευρωπαϊκή απάντηση στα προβλήματα που εντοπίστηκαν από τις κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Αναγνωρίζουμε ότι εξαιτίας της πρόκλησης του υψηλού χρέους, αλλά και της δομής της οικονομίας τους, αν δεν αποφασίζαμε το RRF, ο κίνδυνος απόκλισης και άνισης ανάκαμψης θα ήταν μεγάλος. Αποτελεί αναγνώριση ότι χώρες με συγκεκριμένες ανάγκες χρειάζονται ευρωπαϊκή απάντηση. Γνωρίζω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα προωθήσει ένα ισχυρό πρόγραμμα, θα βοηθήσουμε την ελληνική οικονομία στο πλαίσιο της ανάκαμψης που όλοι θέλουμε μετά τον Covid». Ανησυχεί για την περίπτωση περαιτέρω δυσμενών εξελίξεων, σενάριο στο οποίο αναφέρθηκε πρόσφατα η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ; «Εχουμε κατανοήσει με τον Covid ότι όλα

είναι πιθανά σε σχέση με την περαιτέρω εξέλιξη του ιού» απαντά, τονίζοντας τον κρίσιμο ρόλο που θα παίξει το εμβόλιο. «Η κ. Γκεοργκίεβα έχει δίκιο ότι μπορεί να έχουμε νέους κινδύνους το

2021. Σε απάντηση της προοπτικής αυτής η ΕΕ οργανώνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να έχουμε εμβόλιο συνολικά, να διασφαλισθεί πρόσβαση στο εμβόλιο σε όλες τις χώρες, σε όσο πιο φθηνό εμβόλιο γίνεται. Παράλληλα, η ευρωπαϊκή βοήθεια για το 2021 είναι επαρκής για να αντιδράσει η ευρωπαϊκή οικονομία σε περισσότερες δυσκολίες δημόσιας υγείας» επισημαίνει

αναφερόμενος στο εύρος των μέτρων που έχουν ληφθεί από το ταμείο ανάκαμψης, το SURE, την ευελιξία των κρατών – μελών, την πολιτική της ΕΚΤ, την πιστωτική γραμμή πανδημίας του

ESM. «Δείχνουν τις προσπάθειές μας για να έχουμε καλύτερα θεμέλια για την αντιμετώπιση της κρίσης. Είμαι βέβαιος ότι θα την αντιμετωπίσουμε».

Πάντως η επιστροφή στην κανονικότητα των δημοσιονομικών κανόνων χρειάζεται μεγάλη προσοχή τονίζει ο επικεφαλής της Ευρωζώνης. «Η γενική ρήτρα διαφυγής θα βρίσκεται σε εφαρμογή το 2021. Είναι πολύ νωρίς να πούμε πότε θα επανεργοποιηθεί. Θα εξαρτηθεί από το πού βρισκόμαστε οικονομικά και στο πεδίο της δημόσιας υγείας. Θα είναι μια πολύ προσεκτική απόφαση για το πότε θα εφαρμόσουμε πάλι τους δημοσιονομικούς κανόνες, και για το πώς θα διασφαλίσουμε πώς θα φτάσουμε στη σωστή απόφαση. Θα πρέπει να κάνουμε μεγάλη συζήτηση για να ληφθεί η απόφαση αυτή σωστά». Για την επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης αναμένει ότι οι ηγέτες «θα αναγνωρίσουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην

τραπεζική ένωση, θα ζητήσουν επιτάχυνση της προόδου την επόμενη χρονιά και περισσότερη έμφαση στην ενίσχυση της λειτουργία της ένωσης κεφαλαιαγορών»