Νέα αδικήματα, κακουργηματικού χαρακτήρα, που κατατείνουν σε προσπάθεια συγκάλυψης όλων όσα συνέβησαν τη νύχτα της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 102 συνάνθρωποί μας, καταγγέλλει η Βαρβάρα Βουκάκη – Φύτρου, η οποία έχασε τον σύζυγο και τα δύο της παιδιά, ζητώντας από τις αρμόδιες δικαστικές Αρχές να εξετάσουν όλα τα στοιχεία που έχουν προκύψει τον τελευταίο καιρό και να προχωρήσουν στην ποινική αναβάθμιση της έρευνας και την παραδειγματική τιμωρία όσων ευθύνονται γι’ αυτή την τραγωδία.

Η κυρία Φύτρου, η οποία από την πρώτη στιγμή έχει δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής, μέσω του δικηγόρου της Βασίλη Καπερνάρου επικαλείται μια σειρά από καταθέσεις που έχουν ληφθεί τους τελευταίους μήνες, στο πλαίσιο της έρευνας που διενεργεί ο 6ος τακτικός ανακριτής Αθανάσιος Μαρνέρης, και αποκαλύπτουν «επιχείρηση συγκάλυψης» ευθυνών συγκεκριμένων προσώπων, κυρίως υψηλόβαθμων στελεχών της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, προκειμένου να μείνουν στο απυρόβλητο και να μη λογοδοτήσουν για πράξεις ή παραλείψεις τους ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων

Στην πολυσέλιδη αίτηση καταγγέλλεται ότι σχεδόν δύο χρόνια μετά την τραγωδία στο Μάτι, και συγκεκριμένα τον Μάιο του 2020, υπεγράφη σύμβαση ετήσιας συντήρησης ψηφιακών και καταγραφικών φωνής του ΕΣΚΕ, που περιέχει όρους οι οποίοι, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, «…καταργούν κάθε έννοια δικαίου και ηθικής, καθώς αποτελούν εργαλείο έκνομων ενεργειών, διά της εξαφάνισης αποδεικτικών στοιχείων για κάθε περίπτωση ενοχής υποκειμένων σε σχετικά με τα ερευνώμενα συγκεκριμένα εγκλήματα».

Ειδικότερα, στο παράρτημα της επίμαχης σύμβασης περιέχονται οι εξής όροι, όπως προκύπτει και από την αίτηση της πολιτικώς ενάγουσας:

Αλλαγή / προσθαφαίρεση των καταγραφόμενων τηλεφώνων

Αλλαγή στο υλικό του συστήματος (π.χ. προσθήκη σκληρών δίσκων)

«Είναι δεδομένο ότι έως και 5-5-2020, δηλαδή την παραμονή υπογραφής της συγκεκριμένης σύμβασης, βρίσκονταν άθικτα τα αποδεικτικά στοιχεία των τηλεφωνικών κλήσεων και των περιεχομένων αυτών της 23-7-2018 μεταξύ συγκατηγορουμένων και μαρτύρων και ελεύθερα προσβάσιμα στον κάθε δικαιούμενο από τον νόμο. Πλέον είναι προφανές ότι υπό τους ανωτέρω όρους υπεγράφη η αφαίρεση / αλλαγή των καταγεγραμμένων τηλεφώνων και η αλλαγή των σκληρών δίσκων αποθήκευσης υλικού. Δηλαδή, υπέγραψαν την εξαφάνιση των στοιχείων απόδειξης των εγκληματικών τους ενεργειών εκείνης της ημέρας», επισημαίνει η κυρία Φύτρου.

Και θέτει προς αρμοδίους το εύλογο ερώτημα: «Γιατί άραγε προέβη το ΕΣΚΕ σε τέτοια ενέργεια, αφού όλα καλώς τα έπραξε εκείνη την ημέρα και ουδεμία ευθύνη έχει για τα 102 θύματα της πυρκαγιάς;».

Καταθέσεις για πλαστογράφηση

Επιπλέον, καταγγέλλει ότι πλαστογραφήθηκε το ημερολόγιο της Υπηρεσίας Εναέριων Μέσων του Πυροσβεστικού Σώματος (ΥΕΜΠΣ), καθώς εκ των υστέρων φέρεται να προστέθηκε η φράση «Μετάβαση στον Νέο Βουτζά 37 ρίψεις». Για τη θεμελίωση της βαριάς αυτής καταγγελίας επικαλείται τις καταθέσεις που έχουν δώσει δύο πιλότοι, οι οποίοι ξεκάθαρα έχουν πει ότι η προσθήκη αυτή δεν έχει γίνει από τους ίδιους, καθώς δεν αναγνωρίζουν τον γραφικό τους χαρακτήρα.

Το συμπέρασμα, όπως αποτυπώνεται στην αίτηση, είναι ότι «από τις δύο πλήρως αξιόπιστες και απολύτως σαφείς καταθέσεις των δύο ΜΟΝΟΝ υπευθύνων και αρμοδίων υπαλλήλων του ημερολογίου της ΥΕΜΠΣ προκύπτει ως νέο στοιχείο ότι κάποιος τρίτος προέβη στην αναγραφή (προφανώς σε μεταγενέστερο χρόνο της συγγραφής του ημερολογίου) της συγκεκριμένης φράσης. Οι μόνοι αρμόδιοι και υπεύθυνοι για την τήρηση του ημερολογίου διαψεύδουν κατηγορηματικώς ότι ανέγραψαν τη συγκεκριμένη φράση».

Κανένας μάρτυρας, όπως επισημαίνεται από την πλευρά της πολιτικής αγωγής, «δεν καταθέτει ότι έγιναν ρίψεις εκείνη την ημέρα, όπως ψευδώς αναγράφεται στο ημερολόγιο της ΥΕΜΠΣ, από τα συγκεκριμένα εναέρια μέσα».

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται σε τέσσερις μαρτυρικές καταθέσεις που ελήφθησαν από τον ανακριτή το χρονικό διάστημα από 8-9-2020 μέχρι 5-10-2020 με την επισήμανση πως, αν και την επίμαχη ημέρα υπήρχαν διαθέσιμα εναέρια μέσα – επτά Σινούκ – για να κατασβήσουν τη φωτιά στο Μάτι, χρησιμοποιήθηκε μόνο ένα που απογειώθηκε στις 6.10 το απόγευμα. Ενας από τους μάρτυρες αυτούς, μάλιστα, κατέθεσε «το απολύτως τραγικό και ταυτοχρόνως ποινικώς κολάσιμο, ότι τα μέλη του ΕΣΚΕ ενημερώθηκαν το πρώτον για τον εντοπισμό ανθρώπων στη θάλασσα από το Λιμενικό Σώμα, το οποίο προηγουμένως είχε ενημερωθεί από τις αντίστοιχες Αρχές της… Δανίας!».

Σε απολογία τρεις ακόμη. Με βάση, λοιπόν, όλα αυτά τα νεότερα στοιχεία, σύμφωνα με την αιτούσα, «έχει αποδειχθεί πλήρως από δημόσια έγγραφα και μάρτυρες ότι οι κατηγορούμενοι γνώριζαν αρκετές ώρες πριν από την έναρξη της πυρκαγιάς για α) τις επικίνδυνες καιρικές συνθήκες, β) την επικινδυνότητα της κατάστασης, γ) τις γεωγραφικές συνθήκες και δ) τις δυνατότητές τους για πρόληψη και κατάσβεση, αλλά δεν έδρασαν αποδεχόμενοι το αποτέλεσμα».

Για τον λόγο αυτό ζητά από τον ανακριτή να ενημερώσει αρμοδίως την Εισαγγελία της Αθήνας, όπως προβλέπει ο νόμος.

Από την πλευρά του, πάντως, ο Αθανάσιος Μαρνέρης έχει καλέσει σε απολογία τρεις ακόμα κατηγορουμένους από τον χώρο της ΕΛ.ΑΣ. για το πλημμέλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ενώ επιπλέον παραμένει ανοιχτό το κεφάλαιο της ποινικής μεταχείρισης για τους κατηγορουμένους από την Πυροσβεστική Υπηρεσία και την Πολιτική Προστασία.