Η πρώτη εικόνα του ζωγράφου Γιώργου Σταθόπουλου στη Γούβα είναι και αυτή που νομίζω τον περιγράφει ως πρόσωπο. Το εργαστήρι του γεμάτο έργα του, ένα ριγμένο στο τραπέζι εργασίας, ημιτελές, και μια ραδιοφωνική συχνότητα ανοιχτή να ακούει την επικαιρότητα. Υπαίθριος μα και σπιτόγατος, ο Σταθόπουλος κινείται και εργάζεται πολλές δεκαετίες πια στην πόλη που αγαπά. Βλέπει με ιερότητα την αγορά της (με την αρχαία ελληνική έννοια του όρου) αλλά και ξέρει τον τρόπο να κλείνεται στον χώρο του για να δουλέψει πάνω στην τόσο πια αναγνωρίσιμη τεχνοτροπία του, που συγκροτεί την ιδιαίτερη εικαστική του ταυτότητα. Γνωστός για τα εξώφυλλα κλασικών πια δίσκων, φίλος του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου, εικονοκλάστης κάθε μεταμοντερνισμού, ο Γιώργος Σταθόπουλος ανοίγει το εργαστήριό του και εξομολογείται πώς βλέπει την Τέχνη, τι θυμάται από την προφορική Αθήνα των καφενείων και των εστιατορίων, τα πρώτα του βήματα στη ζωγραφική ως σπουδαστής της ΑΣΚΤ, τους μεγάλους του δασκάλους αλλά και πώς έφτασε ένα έργο του να ντύσει την καμπάνια του Μιλτιάδη Εβερτ για τον Δήμο της Αθήνας!

Παγκράτι είμαστε εδώ;

Γούβα! Εδώ είναι Γούβα. Το λέγανε παλιά Γούβα δηλαδή, πιο εξευγενισμένα τώρα Αγιος Αρτέμιος. Βασικά Δήμος Αθηναίων. Το κέντρο του κόσμου! Είμαι εδώ από σπουδαστής στην ΑΣΚΤ. Ημουν λίγο πιο κάτω. Είμαι εδώ στην περιοχή χρόνια.

Αθηναίος αμετανόητος…

Ηλθα από το χωριό μου να σπουδάσω. Αιτωλοακαρνανία. Καλλιθέα, ωραίο χωριό. Από ψηλά βλέπεις θέα, τη λίμνη Τριχωνίδα. Τη βλέπεις σαν να είσαι σε αεροπλάνο. Μικρό χωριό. Στην Αθήνα τέλειωσα το Γυμνάσιο. Δεν ήμουν καλός μαθητής σε Γυμνάσιο του Θέρμου, είπα να αλλάξω, για καλύτερα. Το σχολείο ήταν ένα νυχτερινό που λεγόταν Αθηναϊκή Σχολή, στους Αμπελοκήπους.

Πώς μπήκατε στη ζωγραφική;

Τέλειωσα το σχολείο, μας έπαιρναν νωρίτερα στον στρατό. Και ως στρατιώτης έδωσα εξετάσεις σε σχολή, έκανα φροντιστήριο μια εβδομάδα, πέρασα στους τρεις πρώτους. Σπούδασα στη σχολή, συνέχισα να το παίζω καλλιτέχνης.

Με δασκάλους;

Το καταπληκτικό ήταν πως τους είχα όλους δασκάλους. Στο μάθημα γυμνό νυκτός, μια εβδομάδα ήταν ο Μόραλης, μετά ο Νικολάου, ο Παππάς, ο Γραμματόπουλος.

Γυμνό νυκτός;

Με σταθερό φωτισμό, όχι της ημέρας, γιατί της ημέρας αλλάζει συνέχεια. Κάθε λεπτό. Ενώ το νυκτός, όχι. Σταθερός ο φωτισμός, πόζες γρήγορες, πέντε λεπτών, δέκα λεπτών, δύσκολο. Μαθαίναμε να σχεδιάζουμε, κάναμε και ανατομία, με τους νεκρούς στο Γουδή. Ολα τα βιβλία της ανατομίας τα κάνανε οι ζωγράφοι, Ντα Βίντσι και άλλοι. Εκανα μελέτη ολόκληρη σε όλο το σώμα. Καλά κάνανε και την αφαίρεσαν μετά ως μάθημα, είναι μια ευρωπαϊκή συνήθεια αυτή. Στην αρχαία Ελλάδα, τα γλυπτά, οι μύες που φαίνονται γίνονται σχήματα διακοσμητικά – δεν ακολουθούν την ανατομία του σώματος. Οπως στα ρωμαϊκά. Τέχνη υψηλών προδιαγραφών. Μπορεί στην Αίγυπτο που δεν είχαν τη φλυαρία των Ρωμαίων να έκαναν το ίδιο με εμάς. Δεν έχει κανείς λόγο να μιμείται τη φύση. Παίρνεις αφορμή από τη φύση και κάνεις κάτι πολύ υπερβατικό και πέραν αυτής. Τα σχήματα που έχουν αφορμή το σώμα δεν είναι περιγραφικά, να μιμηθούν το σώμα, απλώς το κάνουν πιο ωραίο.

Δάσκαλο πάντως ποιον θεωρείτε;

Ολους, γιατί είχαν έντονη προσωπικότητα στη σχολή, τους βλέπαμε για θεούς, για πολύ σπουδαίους καλλιτέχνες και σοφούς ανθρώπους. Είχαμε σεβασμό και στη σχολή, στο κτίριο, ήταν για εμάς ιερός χώρος. Δεν έβλεπες ούτε αποτσίγαρο στο καφενείο, στα υπόγεια, που ήταν τα εφαρμοσμένα εργαστήρια, ήταν η ωραιότερη μορφή πολιτισμού. Ερχόντουσαν οι αρχιτέκτονες να πιουν καφέ. Μετά που άλλαξαν τα πολιτικά, και ήλθαν τα σοσιαλιστικά κόμματα διαλύθηκαν τα πάντα, όλη η παρακμή. Αρχισαν καταλήψεις, απεργίες, να ζητούν δικαιώματα. Ρε σεις, τους έλεγα, να κάτσουμε να δουλέψουμε, θέλανε δωρεάν εισιτήρια, για υλικά Και τέτοια. Ηταν όλοι τεμπέληδες κατευθυνόμενοι από τα κόμματα. Μετά καταλαβαίνεις, φύγανε οι καθηγητές, πήραν σύνταξη και ήλθαν οι κομματικοποιημένοι, μόνο τέτοιοι. Εγινε η σχολή μια θλιβερή ιστορία, για να πας μόνον στην Πειραιώς φοβάσαι να μπεις τώρα. Παρ’ όλα αυτά μέσα από αυτό το χάλι έχουν βγει πολλοί καλοί καλλιτέχνες, που έτσι κι αλλιώς θα γινόντουσαν αφού έχουν μέσα τους το ταλέντο.

Το πιστεύετε αυτό;

Αν το ‘χεις το καλλιεργείς, σε οδηγεί το πάθος αυτό να βρεις αξίες, να βρεις δασκάλους, να δεις, να ανοίξεις τα μάτια σου: να δεις πώς δούλευε ο Πικάσο ή ο Βαν Γκογκ, οι δικοί μας, κι εμείς είχαμε ταλαντούχους ανθρώπους, αλλά είμαστε χώρα μικρή, πάντα είχε και έχει πολύ σημαντικούς. Πολλοί που φύγανε έξω, από νωρίς θριαμβεύσανε. Ο Τάκις. Ο Σαμαράς, ο Στάμος, ο Λεφάκης που δεν έχει έλθει ποτέ στην Ελλάδα. Αν ήταν Γάλλοι ή Αμερικανοί δεν θα ξέραμε τον Πόλοκ. Πολύ αξιόλογοι.

Το ύφος του καθενός πώς κατακτάται;

Δεν είναι εφεύρεση. Ερχεται με τον καιρό δουλεύοντας. Ετσι αποκτάς μια γραφή. Ερχεται μόνο του. Δεν χρειάζεται να το σκεφτείς, όπως εσένα η φωνή σου, η γραφή σου είναι αυτή. Με τον χρόνο φτιάχνεις το στυλ σου. Αν δεν δουλεύεις όμως συστηματικά και κάθε μέρα πετάγεσαι από το ένα στο άλλο, χωρίς να επιμένεις στη δική σου επιθυμία, χάνεσαι. Βλέπεις τους ξένους, άλλος κολλάει σίδερα. Αλλος κάνει κολλάζ, άλλος πετάει μελάνια από μακριά, κάνουν διάφορα. Αν μπεις σε αυτόν τον κυκεώνα χάνεσαι. Ενώ είναι ικανοί να κάνουν πράγματα δεν βρήκανε ποτέ τη δική τους γραφή. Δεν κατηγορώ κανέναν γιατί κι αυτό έχει μια γοητεία. Εγώ τώρα, ήμουν πάντα επηρεασμένος από τα δικά μας αρχαία αγγεία, τοιχογραφίες, ψηφιδωτά βυζαντινά, φρέσκα. Υπήρχε μια καθαρότητα, δεν είχαν σύμβολα από πίσω να εννοούν κάτι άλλο. Επηρεάστηκα από την ελληνική ζωγραφική όλων των εποχών. Και άλλο, που μπορεί να κάνω λάθος: στα εικαστικά ήταν όλα αισιόδοξα, το τραγικό δεν το πέρασαν και στη ζωγραφική οι αρχαίοι Ελληνες. Αυτό το ‘χεις εσύ μόνιμα. Ζεις με αυτό σπίτι σου, δεν μπορείς να έχεις ένα θανατικό έργο. Αυτό το τραγικό στοιχείο το πέρασε η Ευρώπη, και δοξάστηκε, επειδή η Ευρώπη είχε τη δύναμη, τα κουμπούρια στα χέρια της, επέβαλε την τέχνη της σε όλο τον κόσμο!

Η σύγχρονη ελληνική ζωγραφική;

Ολοι είναι επηρεασμένοι σήμερα. Ναι. Κάνουν βρικόλακες, τέρατα. Ολοι. Βλέπεις ταλαντούχους ζωγράφους, είναι παγιδευμένοι σε αυτό που δεν είναι δικό τους, δεν έχουν τέτοιες καταβολές. Εγώ επιμένω γιατί αυτό με συγκινεί, είχα λαχτάρα να κατακτήσω κάποια πράγματα, οι αρχαίοι ήταν θεοί. Ηθελα πάντα να σχεδιάζω με την άνεση που σχεδίαζαν σε ένα βάζο, και το κάνανε και ωραίο και ανάλαφρο. Εκαναν μια κοπέλα που ήταν όλο ερωτισμό. Τις κάνουν σαν βρικόλακες, σήμερα, υποτίθεται εννοούν κάτι. Οι κριτικοί που είναι επηρεασμένοι από την  Ευρώπη κατά κανόνα είναι όλοι άσχετοι, ξέρεις καμία επιστήμη που να σε κάνει κριτικό;

Κριτικοί που είχαν εργαλεία, δεν υπήρχαν;

Από μόνοι τους γίνανε, μπορεί να αποτύχανε σε τέχνη, μουσική και γίνανε μουσικοκριτικοί. Σε έναν δίσκο ο Μάνος Χατζιδάκις είχε βάλει ένα ένθετο όλες τις κριτικές που του κάνανε αυτοί οι φωστήρες, που γράφανε απίθανα γι’ αυτόν. Για τον Μάνο όλα αυτά! Που ζει ακόμη σήμερα στα αφτιά μας, οι άλλοι χλομιάζουν όσο περνάει ο καιρός. Μου άρεσε μια φορά που σε μια παρουσίαση βιβλίου του ο Τζίμης Πανούσης κατέβασε κάτω έναν που ήθελε να μιλήσει. Ολοι οι συγγραφείς με την αμφιβολία που έχουν και τη λαχτάρα καλούν τους πάντες να μιλήσουν.

Πόλη ή χωριό; Από πού επηρεαστήκατε περισσότερο;

Η πόλη. Αγαπώ την Αθήνα.

Γίνεται μια κουβέντα σήμερα αν είναι βιώσιμη…

Εδώ δεν ζούμε; Μια χαρά είναι. Είχα την τύχη να πάω κι έξω. Για εκθέσεις σε Νέα Υόρκη, Φιλαδέλφεια, Ιταλία, Βρυξέλλες. Δεν έστειλα δελτίο Τύπου πως κατέκτησα την Αμερική βέβαια. Εδώ είμαι από σπουδαστής, σε αυτόν τον χώρο. Πολλοί φίλοι μου φτιάξανε ωραία ατελιέ και μετά την κρίση δεν είχαν να τα αποπληρώσουν.

Διακοπές;

Δεν έχω κάνει ποτέ. Τι να διακόψω; Αν το διακόψω θα δυστυχήσω. Οσα ταξίδια έχω κάνει τα έχω κάνει για έκθεση. Στη Μύκονο έχω κάνει τέσσερις εκθέσεις. Βέβαια δεν έμενα. Τι να κάνω, τον κοσμικό;

Δισκογραφία;

Εχω κάνει πολλά. Και μεγάλη σειρά με μελοποιημένους ποιητές. «Ο Οδοιπόρος, το Μεθυσμένο Κορίτσι και ο Αλκιβιάδης» με τον Χατζιδάκι, νομίζω ήταν το πρώτο.

Πώς γίνεται αυτό;

Εγώ τον Μάνο τον ήξερα, είχα φίλο έναν πολύ κολλητό του, τον Δημήτρη Βερνίκο. Με γνώρισε, έτσι έκανα κι άλλα εξώφυλλα. Δύο ανθρώπους θαύμασα στη ζωή μου, ακούγοντάς τους, και επειδή είχα τη συμπάθεια του Γκάτσου πήγαινα και τους έβλεπα όποτε ήθελα. Μάνος και Γκάτσος. Ολοι ελάσσονες μπροστά σε αυτούς. Στου Φλόκα αυτά και στο GB. Χωρίς να παριστάνουν τους καλλιτέχνες. Ο Μάνος είχε έλθει πολλές φορές εδώ στο εργαστήρι. Επινε καφέ. Με συμπαθούσαν. Οταν έλειπε ο Μάνος στην Αμερική, πήγαινα κάθε μέρα και έβλεπα τον Γκάτσο.

Και με Ξαρχάκο και με Μαμαγκάκη έχετε εξώφυλλα.

Και Κουγιουμτζή. Δεν είμαι πολύ του αρχείου. Ενας φίλος μου στείλε μια φωτογραφία σε έκθεσή μου στις Νέες Μορφές, έχει έλθει ο Χατζιδάκις και είμαστε δίπλα δίπλα και ο Αργυράκης.

Ο Μίνως Αργυράκης; Φίλος σας;

Αλλη ιστορία, ταιριάζαμε σε πολλά.

Διάβασα σε κείμενο του ποιητή Σωτήρη Κακίση πως ένα κουνούπι μπορεί να επηρεάσει ένα ζωγραφικό έργο.

Είχα ένα έργο μια φορά εδώ. Πάνω στο έργο, στο χρώμα, εγκλωβίστηκε ένα κουνούπι, με την αγωνία να φύγει, έκανε ολόκληρη γραμμή-διαδρομή μέσα στο έργο. Αυτό χαράχθηκε. Και έτυχε να έλθει ο Κακίσης εδώ, και το είδε και του έμεινε.

Με τον ιό τι κάνατε στο πρώτο lockdown;

Εγώ το μετέτρεψα σε καλό. Οταν ήμασταν εγκλωβισμένοι δούλευα όλη μέρα. Η έκθεση που έκανα τώρα στο Γκάζι ήταν με έργα που έκανα στην καραντίνα. Πήγαινα σπίτι, μαγείρευα. Εβλεπα τηλεόραση. Ημουν ευτυχής. Ξέρεις πόσα πράγματα γλίτωσα;

Καταστράφηκε όμως και κόσμος…

Είναι για όλους καταστροφή. Ούτε εγώ έβγαζα λεφτά. Μεγάλη κρίση. Αν όλα τα επαγγέλματα έχουν πληγεί, εμείς οι ζωγράφοι έχουμε πληγεί τουλάχιστον 98 τοις εκατό.

Θα αλλάξει και τις σχέσεις όλο αυτό;

Νομίζω όλα κάνουν καλό. Θα μας κάνει πιο σώφρονες, όσοι έχουν μυαλό. Απλά πράγματα. Θα μας διδάξει αυτός ο ιός πολλά πράγματα. Οι συγκροτημένοι θα γίνουν πιο συγκροτημένοι, πιο σεμνοί. Το πιστεύω. Ποτέ δεν είχα παράπονα, ποτέ δεν ζητούσα τίποτε, από κράτος ή από σχολή. Ολοι οι καλλιτέχνες έχουν παράπονα. Με αυτούς που σπούδασα στου Φλόκα, πήρα άλλα πτυχία. Εκεί δεν καταδέχονταν τίποτε. Ούτε παράπονο, ούτε τίποτε. Μια φορά κανόνισαν να δώσουν στον Γκάτσο μια σύνταξη, και δεν δέχθηκε. Μόνο τα τραγούδια του είχε. Δεν θα εξέδιδε ποτέ τα τραγούδια του, ο Ελύτης το έκανε.

Η Τέχνη είναι για τον λαό; Χαίρεστε να ζωγραφίζετε ένα φλιτζάνι που θα μπει σε ένα λαϊκό σπίτι;

Πώς δεν μου αρέσει! Η Τέχνη για την Τέχνη ή τον λαό είναι μια σαχλαμάρα. Κοίτα με: Ακούς ένα τραγούδι από την άλλη άκρη του κόσμου. Δεν ξέρεις τι λέει και σε ακουμπάει. Γιατί; Γιατί αυτό το τραγούδι το περιέχεις, κι έρχεται ο καλλιτέχνης να στο δείξει. Δεν είναι δικό του, είναι και δικό σου. Δεν έρχεται να σου κάνει τον έξυπνο. Αυτά που είναι βιωμένα είναι και κοινά για όλους. Αυτά που είναι κατασκευασμένα δεν ακουμπούν κανέναν. Και βλέπεις αυτά γίνονται εκθέσεις! Κάγκελα, συρματοπλέγματα με παπούτσια κρεμασμένα. Αυτά είναι σαχλαμάρες. Τα νομιμοποιούν οι κριτικοί. Και οι καλλιτέχνες με την ανασφάλεια που έχουν τους γλείφουν. Η Τέχνη ανήκει σε όλους και στον καθένα ξεχωριστά.

Κάτι τελευταίο, θυμάμαι ένα έργο σας να διακοσμεί αφίσα του Μιλτιάδη Εβερτ.

Ηταν δραστήριος, τολμηρός, ό,τι έκανε στον δήμο, έγινε επί ημερών του, π.χ. η Τεχνόπολη. Δεν είχα σχεδιάσει καμπάνια του. Η γυναίκα του ήλθε στην γκαλερί Νέες Μορφές σε έκθεση. Είχα μια κοπέλα, με λουλούδια ζωγραφισμένη, η γυναίκα του σκέφτηκε να το πάρουν για αφίσα. Γέμισε η Αθήνα με αυτή τη γιγαντοαφίσα, και όλοι αναρωτιόντουσαν τι είναι; Ετσι έγινε, δεν ήταν δική μου ιδέα. Ζωγράφισα την πλάτη μιας πολυκατοικίας σε μια πλατεία. Επί της Πατησίων, πλατεία Κύπρου, δημιούργημα του Εβερτ. Ο Νικήτας Κακλαμάνης μεταγενέστερα ήθελε σε αυτή την πλατεία να κάνει υπόγειο πάρκινγκ, να τη διαμορφώσει. Πρόσεχε να δεις ο κόσμος. Οταν έγινε η πλατεία, είχαμε διαμαρτυρίες από αριστερούς. Γκρέμισε τότε μια παράγκα. Μετά που ήθελε να κάνει πάρκινγκ ο Νικήτας, πάλι οι ίδιοι διαμαρτυρήθηκαν πως θα μας χαλάσουν την πλατεία. Τα ίδια φυτά θα είναι ρε παιδιά! Εχουν γίνει πράγματα που είναι για γέλια. Οταν έγινε η Κολούμπια, πέσανε τα αριστερά κόμματα πάνω. Οι εγγραφές γίνονταν έξω. Ελβετία, Γερμανία κ.λπ. Οταν αποφάσισε η Κολούμπια να γίνονται εδώ οι ηχογραφήσεις, αγόρασαν μια περιοχή, έκαναν στούντιο στη Ριζούπολη. Εγινε χαμός πως ήλθαν οι ξένοι. Τώρα που έκλεισε η Κολούμπια και σταμάτησε και το οικόπεδο θα αλλάξει χρήση, άρχισαν οι ίδιοι να λένε πως αυτή είναι η Ιστορία μας, ο Πολιτισμός μας, πρόσεχε σχιζοφρένεια. Να εμποδίσουν το γκρέμισμα. Αντε να βγάλεις άκρη σε αυτή τη χώρα.