Η Κίνα αγοράζει και δημιουργεί συνεχώς στοκ από τρόφιμα και καύσιμα καθώς ανησυχεί για τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις από την πανδημία παγκοσμίως και επειδή φοβάται μήπως στην πορεία καταγραφούν ελλείψεις για τις πολύ μεγάλες ποσότητες που χρειάζεται η χώρα των 1,4 δισ. κατοίκων.

Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου αντιμετωπίζει πιέσεις να αυξήσει κι άλλο τα αποθέματα ειδικά σε τρόφιμα, επειδή έχουν αρχίσει να καταγράφονται κάποιες αυξήσεις στις τιμές παγκοσμίως λόγω της πανδημίας και το Πεκίνο φοβάται για τη συνέχεια, σύμφωνα με στοιχεία του CNBC. Ο φόβος είναι ένα ισχυρό κίνητρο και πηγάζει εν μέρει από τις αυξήσεις αυτές, αλλά και από τα προβλήματα στις μεταφορές που καταγράφηκαν εν μέσω της πανδημίας. Είναι βασικός παράγοντας που επηρεάζει τη χάραξη πολιτικής αυτή τη στιγμή και βολεύει τα πιο σκληροπυρηνικά κυβερνητικά στελέχη που θέλουν να αυξήσουν τα αποθέματα τροφίμων, ανέφεραν στο ειδησεογραφικό δίκτυο αναλυτές της αγοράς. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η τάση μάλλον θα συνεχιστεί.

Την ίδια στιγμή, λόγω της μεγάλης πτώσης των διεθνών τιμών του μαύρου χρυσού, η Κίνα αυξάνει αργά αλλά σταθερά τα αποθέματα τόσο σε αργό όσο και σε διυλισμένα καύσιμα. Οι εισαγωγές αργού πετρελαίου ήταν μειωμένες τον Απρίλιο σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019, αλλά και πάλι ήταν αυξημένες σε σύγκριση με τον Μάρτιο. Εκείνο που φρενάρει το Πεκίνο από το να πάρει ακόμη περισσότερο πετρέλαιο είναι οι περιορισμοί στην ικανότητα αποθήκευσης πετρελαίου που καταγράφονται παγκοσμίως.

Η Κίνα έχει ξεκινήσει ήδη εργασίες για να αυξήσει τους αποθηκευτικούς αυτούς χώρους προκειμένου να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τα αποθέματα της χώρας. Οι Κινέζοι φοβούνται ότι ο κορωνοϊός μπορεί να προκαλέσει νέα προβλήματα σε μεγάλα λιμάνια του κόσμου, καθιστώντας αδύνατη την εισαγωγή διάφορων αγαθών και κυρίως τροφίμων, επεσήμανε άλλη πηγή στο CNBC. Για τον λόγο αυτόν το Πεκίνο συσσωρεύει προμήθειες τώρα που τα προϊόντα είναι φθηνά και διαθέσιμα.

Μεγάλη κατανάλωση

Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής χοιρινού κρέατος στον κόσμο. Μεγάλη είναι επίσης η κατανάλωση σε βοδινό και σε πουλερικά. Αυτό ίσως εξηγεί το γεγονός ότι μόνο τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2020 οι εισαγωγές κρέατος από την Κίνα αυξήθηκαν πάνω από 80% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πριν από έναν χρόνο. Την προηγούμενη εβδομάδα η Κίνα ανακοίνωσε ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν σχεδόν 15% τον Απρίλιο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους. Τον Μάρτιο η αύξηση είχε φτάσει το 18% σε ετήσια βάση. Η πανδημία δεν είναι ο μόνος παράγοντας που έχει οδηγήσει στις αυξήσεις αυτέςν αλλά έχει εντείνει την κατάσταση.

Οι τιμές του χοιρινού κρέατος αυξήθηκαν σημαντικά το τελευταίο διάστημα κυρίως λόγω της επιδημίας της αφρικανικής πανώλης των χοίρων σε εκτροφεία της χώρας. Αυτό προκάλεσε τεράστια προβλήματα στην παραγωγή. Επίσης πλήγμα έχει δεχτεί η παραγωγή από κοτόπουλα επειδή πολλά μέρη της χώρας βρέθηκαν σε καραντίνα λόγω της πανδημίας.

Μεγάλες είναι επίσης οι ανάγκες και σε σόγια, με τις μεγαλύτερες ποσότητες να καταναλώνονται παγκοσμίως από την Κίνα, αφού χρησιμοποιούνται τόσο για ζωοτροφές όσο και στη μαγειρική.

Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει το CNBC τον Απρίλιο, οι εισαγωγές σόγιας από την Κίνα μειώθηκαν πάνω από 10% σε ετήσια βάση λόγω της καθυστέρησης φορτίων από τη Βραζιλία, που είναι βασικός προμηθευτής της Κίνας. Επίσης το Πεκίνο κινήθηκε για να βρει και επιπλέον ποσότητα ρυζιού, παρά το γεγονός ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός παγκοσμίως, με τη μεγαλύτερη παραγωγή της μάλιστα να διοχετεύεται στην εγχώρια αγορά.