Ενώ ξεπέρασε το ορόσημο των 10.000 νεκρών, η Βρετανία βρίσκεται σε πολιτικό αδιέξοδο. Η επιστημονική κοινότητα στη Βρετανία και τη Σουηδία εξακολουθεί να είναι διχασμένη για το αν ήταν λάθος η απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να επιτρέψει πρόσκαιρα έναν βαθμό διασποράς του κορωνοϊού, ώστε η κοινωνία να αποκτήσει συλλογικά ανοσία.

Η Βρετανία εγκατέλειψε την «ανοσία της αγέλης» στα μέσα Μαρτίου, όταν ερευνητές του Imperial College του Λονδίνου αξιολόγησαν νέα στοιχεία από την Ιταλία και έκριναν πως χωρίς την επιβολή καραντίνας οι νεκροί θα μπορούσαν να φτάσουν τους 260.000. Ο επιδημιολόγος Αντερς Τέγκνελ, υπεύθυνος για τη στρατηγική της Σουηδίας απέναντι στον κορωνοϊό, είπε ότι το λάθος των Βρετανών δεν ήταν η αρχική στρατηγική τους, αλλά η αναθεώρηση της. Σύμφωνα με τον Τένγκελ, η πρόβλεψη του Imperial για 260.000 νεκρούς είναι υπερβολικά απαισιόδοξη και στηρίζεται σε λάθος δεδομένα. Ο Τένγκελ λέει επίσης ότι η ασφάλεια των ανθρώπων απέναντι στον ιό δεν συνδέεται με τις καραντίνες, το κλείσιμο συνόρων ή σχολείων.

Ανάλογη είναι και η θέση του βρετανού Γκράχαμ Μέντλεϊ, κορυφαίου κυβερνητικού συμβούλου στα επιδημικά μοντέλα και με κύριο ρόλο στην επιστημονική ομάδα που συμβουλεύει τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον. Με πρωτοσέλιδη συνέντευξή του στους Times στις 4 Απριλίου, υποστήριξε ότι η Βρετανία πρέπει να επιστρέψει στη θεωρία της ανοσίας της αγέλης. «Η καραντίνα δεν προσφέρει καμία λύση (…) απλώς αγοράζουμε λίγο χρόνο, και αργά ή γρήγορα θα πρέπει να πάρουμε τη δύσκολη απόφαση για το αν θα εξακολουθήσουμε να βλάπτουμε τους νέους προκειμένου να προστατεύσουμε τις ευπαθείς ομάδες». Ο Μέντλεϊ είπε ότι με την επιβολή της καραντίνας, η ζημιά γίνεται κατεξοχήν στα νοικοκυριά που παλεύουν για το μεροκάματο, και κατά συνέπεια στα παιδιά τους. Οι επιπτώσεις στην υγεία τους υπό συνθήκες πλήρους αποκλεισμού μπορεί να είναι καταστροφικές. Ενάμισι εκατομμύριο Βρετανοί περνάνε ήδη μία τουλάχιστον μέρα χωρίς φαγητό.

Ο παράγοντας Μπόρις

Ο Τζόνσον ελάχιστη σχέση έχει με τη σχετική επιστημονική συζήτηση. Δεν έφερε εκείνος τη θεωρία της αγέλης, ούτε αυτούς που την υποστήριξαν. Οι δύο κορυφαίοι επιστημονικοί σύμβουλοι της κυβέρνησης (Κρις Γουίτι και Πάτρικ Βάλανς) ήταν εκεί πριν από τον Τζόνσον. O Bάλανς ανέλαβε τον Μάρτιο του 2018. Ο Γουίτι βρίσκεται σε κορυφαίες θέσεις απο το 2009 μέχρι σήμερα.

Ο κορυφαίος πολιτικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Ντόμινικ Κάμινγκς στα τέλη Φεβρουαρίου ήταν θιασώτης της ανοσίας της αγέλης. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 13 Μαρτίου εμφανιζόταν ως  ο φανατικότερος πολέμιός της, ζητώντας άμεση καραντίνα για όλη τη χώρα.  Η κυβέρνηση, για έναν μήνα περίπου, παλινδρόμησε ανάμεσα σε αντιφατικές πληροφορίες που λάμβανε από τους επιστήμονες.

Ο Τζόνσον προέκρινε ως σπουδαιότερο ο κόσμος να διατηρήσει το ηθικό του και να μην πανικοβληθεί. Ετσι, υιοθέτησε μία παραδοσιακή αντιμετώπιση της ασθένειας, με κύριο σκοπό την ηρεμία και τον μη στιγματισμό των ασθενών. Στις 3 Μαρτίου βεβαίωνε τον κόσμο ότι χαιρετούσε δια χειραψίας τους ασθενείς με κορωνοϊό, ενώ στις 7 Μαρτίου μαζί με τη σύντροφό του Κάρι Σίμοντς παρακολούθησε αγώνα ράγκμπι ανάμεσα στην Αγγλία και την Ουαλία.

Δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους συμβούλους να πει στον πρωθυπουργό να προσέχει; Οι χειραψίες με τους φιλάθλους στο ράγκμπι ήταν το λιγότερο. Ο Τζόνσον εργαζόταν στην Ντάουνινγκ Στριτ, ένα κτίριο με διαρρύθμιση του 17ου αιώνα με στενούς διαδρόμους και σε δωμάτια ασφυκτικά γεμάτα στις συνεντεύξεις Τύπου. Αν και η χώρα μπήκε σε καραντίνα στις 23 Μαρτίου, ο πρωθυπουργός εδέησε να περάσει στις τηλεδιασκέψεις στις 31 Μαρτίου, και αφού στο μεταξύ είχε ανακοινώσει ότι προσβλήθηκε από κορωνοϊό.

Μαζί με τον Τζόνσον, την Παρασκευή 27 Μαρτίου, ανακοίνωσαν ότι πάσχουν από τον ιό ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ και ο Κρις Γουίτι. Λίγες μέρες αργότερα ακολούθησε ο Κάμινγκς. Ο Τζόνσον κυβερνά τη Βρετανία με μία στενή ομάδα 4 συμβούλων από τους οποίους οι 3 είχαν κορωνοϊό ή μπήκαν σε απομόνωση. Σε απομόνωση μπήκε και ο υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Μάικλ Γκόουβ γιατί είχε κορωνοϊό η κόρη του.

Αν και υπάρχει σενάριο αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων, εκείνοι που το κατάρτισαν πριν από μερικά χρόνια δεν είχαν προβλέψει (και δύσκολα μπορεί κανείς να τους αδικήσει) ότι ο πρωθυπουργός και οι σύμβουλοί του, οι αρμόδιοι κορυφαίοι υπουργοί θα έβγαιναν εκτός μάχης ταυτόχρονα, και μάλιστα όλοι από τον εχθρό που αντιμετωπίζει συλλογικά η χώρα. Κάποιος όμως θα έπρεπε να έχει επιβάλλει τα μέτρα απομόνωσης στην ίδια την κυβέρνηση.

Θεωρίες συνωμοσίας

Οταν ανακοινώθηκε ότι ο πρωθυπουργός μπαίνει πια στο νοσοκομείο οι δημοσιογράφοι άρχισαν να διαμαρτύρονται για τη μυστικοπάθεια της Ντάουνινγκ Στριτ και τις ξύλινες καθησυχαστικές της ανακοινώσεις.  Ηταν σαν να βλέπεις επίκαιρα στα 40ς.

Ο Μπόρις ήταν σε καλή διάθεση, απλώς έπρεπε να μπει στην εντατική για παν ενδεχόμενο. Αυτή ήταν η επίσημη ενημέρωση λίγων γραμμών από την κυβέρνηση. Η εντατική παρουσιάστηκε ως μέτρο προφύλαξης. Ο κόσμος όμως είδε τον υπουργό Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ κέρινο να κοιτάζει το υπερπέραν στις πρώτες του τηλεοπτικές δηλώσεις ως αναπληρωτής του Μπόρις.

Ακουσε επίσης τον Γκόουβ στο ραδιόφωνο του BBC να λέει ότι πρέπει να προσευχηθούμε για τον πρωθυπουργό. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Ξαφνικά μάθαμε μέσα από τα συμφραζόμενα ότι ο Μπόρις πάλευε για τη ζωή του. Ο βραβευμένος δημοσιογράφος Τιμ Σίπμαν έγραψε ότι η ζωή του Μπόρις παίχθηκε στο 50-50%. «Τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί αλλιώς» παραδέχθηκε ο ίδιος ο Μπόρις στο πρώτο του μήνυμα μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Η μυστικοπάθεια της Ντάουνινγκ Στριτ οδήγησε ακόμη και έγκυρους δημοσιογράφους, όπως ο Κρις Λόκγουντ του Economist, στις θεωρίες συνωμοσίας. «Ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται σαν κάποιος που βρέθηκε στο κατώφλι του θανάτου και πως κάτι ύποπτο υπάρχει στην όλη ιστορία» τουίταρε ο Λόκγουντ την Κυριακή.

Κι όμως, ο αδύναμος και καταπονημένος Τζόνσον στο μήνυμά του ήταν σε ασύγκριτα καλύτερη φόρμα από τους υπουργούς που κάνουν την ενημέρωση του κόσμου και ασκούν συλλογικά την εξουσία. Ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ, χωρίς κανέναν λόγο, τα έβαλε με τους γιατρούς συνιστώντας να μη σπαταλούν τις μάσκες και τις στολές τους πριν καλά καλά τις παραδώσει. Ο πάμπλουτος υπουργός Κοινοτήτων Ρόμπερτ Τζένρικ έσπασε την καραντίνα ώστε να ταξιδεύει από τη μία έπαυλη στην άλλη. O άτυπος αναπληρωτής του Μπόρις, Ντόμινικ Ράαμπ δεν έχει το ειδικό βάρος να κάνει τον πρωθυπουργό – πιθανότατα αυτός είναι και ο λόγος που επιλέχθηκε για τη θέση. Είναι ο βολικός άνθρωπος, ώστε ο ίδιος ο Μπόρις να παίρνει τις αποφάσεις από τη θερινή πρωθυπουργική κατοικία όπου αναρρώνει. Πώς είναι δυνατόν ένας παροπλισμένος πρωθυπουργός να οδηγήσει τη χώρα στην πιο σκοτεινή της στιγμή, ενώ έχει ξεπεράσει πια τον θλιβερό αριθμό-ορόσημο των 10.000 νεκρών; Αυτό είναι ένα πολιτικό αδιέξοδο για το οποίο η ευθύνη δεν ανήκει στην επιστημονική κοινότητα, αλλά στον πρωθυπουργό.

Ο Θύμιος Τζάλλας είναι ανταποκριτής του Mega στο Λονδίνο. Από τις εκδόσεις Επίκεντρο κυκλοφορεί το βιβλίο του με τίτλο «Brexit, Ευρώπη και Ελλάδα»