Το κυβερνητικό σχέδιο των ημερών για το Προσφυγικό είναι φιλόδοξο. Φιλόδοξο γιατί οι δυο του άξονες μοιάζουν να αντιμάχονται ο ένας τον άλλο. Ο πρώτος είναι η αποκλιμάκωση της έντασης στα νησιά κι ο δεύτερος η επίδειξη αποφασιστικότητας στην εφαρμογή των εξαγγελιών για την κατασκευή των νέων ελεγχόμενων δομών φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών εκεί. Αν η προσπάθεια μοιάζει να αγγίζει τα όρια του ανέφικτου, δεν φταίει μόνο η πολυπλοκότητα του ζητήματος, το οποίο εξελίσσεται αναμφισβήτητα στο νούμερο ένα πρόβλημα της παρούσας διακυβέρνησης – παρότι ακόμη κι οι πολιτικοί της αντίπαλοι παραδέχονται πως η χώρα δεν μπορεί να το λύσει μόνη της. Ευθύνεται και η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις πλατείες των νησιών. Ποιος, όμως, έχει τελικά την ευθύνη για την οργή που επικρατεί σε αυτές;

Στην μια ανάγνωση όσα συμβαίνουν στα – κατά το κλισέ – προσφυγονήσια οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στις κυβερνητικές παλινωδίες στη διαχείριση του μεταναστευτικού. Από την κατάργηση του αρμόδιου υπουργείου και την επανασύστασή του επτά μήνες αργότερα μέχρι τη διαρκή διάχυση αρμοδιοτήτων σε υπουργούς και διαφόρων ειδών ειδικούς συντονιστές. Κι από την ανακοίνωση των επιτάξεων με ΠΝΠ εκτάσεων μέχρι την υπουργική τηλεοπτική δήλωση για πάγωμά τους χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το πρωθυπουργικό περιβάλλον. Ή από την αποστολή ΜΑΤ μέχρι την απομάκρυνσή τους δύο μέρες αργότερα λόγω του χάους που προκλήθηκε. Για να το πούμε αλλιώς, το άθροισμα των έως τώρα επιλογών της κυβέρνησης δίνει την εντύπωση πως ο σχεδιασμός γινόταν μάλλον με ορίζοντα μερικών εβδομάδων.

Στην άλλη έχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης και η αξιωματική αντιπολίτευση, επειδή παρά τις δημόσιες διακηρύξεις της – ακόμη και δια στόματος Αλέξη Τσίπρα – πως δεν προτίθεται να χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο θέμα ως πεδίο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης, δεν χάνει την ευκαιρία να ανεβάζει τα αντιπολιτευτικά ντεσιμπέλ. Είτε με δηλώσεις στελεχών όλων των βαθμίδων περί αυταρχισμού, είτε με βίντεο που η πρωταγωνίστρια ρωτά τον θεατή ειρωνικά «νιώθεις ασφαλής τώρα;».

Την τακτική – της πολιτικής εκμετάλλευσης μεν, με ρητορείες περί αντιπολιτευτικής υπευθυνότητας δε – συμπυκνώνει μια πρόσφατη τοποθέτηση του εκπροσώπου Τύπου του κόμματος. «Ο ΣΥΡΙΖΑ» είπε ο Αλέξης Χαρίτσης «δεν κάνει ισοπεδωτική αντιπολίτευση και θα βάλει πλάτη στο Προσφυγικό», εφόσον όμως ικανοποιηθούν οι δυο όροι που θέτει. Ποιοι είναι αυτοί; «Η άμεση ανάκληση της ΠΝΠ για τις επιτάξεις ακινήτων και εκτάσεων στα νησιά, η οποία συνιστά πράξη θεσμικού αυταρχισμού, και η άμεση διακοπή της δημιουργίας κλειστών κέντρων-φυλακών». Σε ελεύθερη απόδοση: Εφόσον ακυρωθεί ο πυρήνας της κυβερνητικής πολιτικής. Οροι που μάλλον κι οι ίδιοι οι αριστεροί γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να δεχθεί η κυβέρνηση, εξού και δηλώνουν με τόση άνεση τη συναινετική τους πρόθεση.

Οι ακραίοι

Ωστόσο, για το κύμα της αγανάκτησης που φουσκώνει στο Βόρειο Αιγαίο υπάρχουν κι άλλοι υπαίτιοι. Οπως, ας πούμε, η πούρα δεξιά τάση του κυβερνώντος κόμματος, οι εκπρόσωποι της οποίας δεν χάνουν ευκαιρία να μιλούν στα κανάλια για «κίνδυνο αλλοίωσης» του ελληνικού πληθυσμού από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Οι ακραίοι της ΝΔ, που πριν εκείνη βρεθεί στην εξουσία και κληθεί να αντιμετωπίσει την προσφυγική κρίση, υπόσχονταν εύκολες λύσεις. Κι αφού ανέλαβαν έλεγαν πως η «Ελληνική Δημοκρατία θα υπερασπιστεί το έδαφος της». Οσοι, δηλαδή, καλλιεργούσαν και καλλιεργούν υψηλές προσδοκίες στο εκλογικό σώμα των νησιωτών για γρήγορη επίλυση – αν όχι εξαφάνιση – του προβλήματος, παρότι όλοι πια στο κυβερνητικό στρατόπεδο έχουν αποδεχθεί πως αυτό είναι πιο σύνθετο απ’ όσο νόμιζαν, και δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την επιχειρησιακή επάρκεια της ελληνικής πολιτείας.

Στη λίστα των υπευθύνων θα πρέπει να προστεθούν και αυτοδιοικητικοί. Σαν τον νυν περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου, Κώστα Μουτζούρη, ο οποίος φαίνεται να χτίζει την πολιτική του καριέρα πάνω στο αφήγημα της αντίστασης στην κυβέρνηση. Δεν είναι ο μόνος αιρετός των νησιών που σπεύδει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να θωπεύσει τους ψηφοφόρους του εμφανιζόμενος ως εκείνος που αντιλαμβάνεται τις αγωνίες και τους φόβους τους. Είναι, πάντως, ο πιο θορυβώδης και θεατρικός, όπως έχει αποδείξει στο τηλεοπτικό κοινό τις τελευταίες δυο εβδομάδες. Η οργή στα νησιά, επομένως, όχι μόνο δεν είναι ορφανή, αντιθέτως έχει πολλούς πατέρες.