«Επειτα από μια χρονιά που ακόμα και η Βασίλισσα παραδέχθηκε ότι ήταν λίγο σαν ανώμαλος δρόμος, ο Οίκος των Ουίνδσορ ξεκίνησε τη νέα χρονιά πέφτοντας μέσα σε μια τεράστια λακκούβα». Και αυτή η παρομοίωση της «Guardian» είναι ένα από τα τρυφερότερα σχόλια που επεφύλαξε ο βρετανικός Τύπος στην ανακοίνωση-σοκ του Χάρι και της Μέγκαν ότι παραιτούνται από μέρος των βασιλικών τους καθηκόντων προκειμένου να αποκτήσουν έναν «προοδευτικό νέο ρόλο» και ότι θα μοιράζουν εφεξής τον χρόνο τους μεταξύ Βρετανίας και «Βόρειας Αμερικής», εργαζόμενοι «ώστε να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητοι».

«Τα χειρότερα κακομαθημένα του κόσμου» αποκάλεσε τον Δούκα και τη Δούκισσα του Σάσεξ ο βρετανός παρουσιαστής Πιρς Μόργκαν, διαμηνύοντας στον Χάρι πως το γεγονός ότι έχασε τη μητέρα του μικρός δεν του επιτρέπει «να συμπεριφέρεται στη Βασίλισσα με τόσο φριχτό τρόπο».

Τις πιο σφοδρές κριτικές όμως τις δέχεται, όπως ήταν αναμενόμενο, η «ξενόφερτη» Μέγκαν Μαρκλ, «που πρώτα χώρισε τον Χάρι από τον αδελφό του και τώρα τον χωρίζει από όλη του την οικογένεια». Και κάπως έτσι, 83 ολόκληρα χρόνια μετά την παραίτηση του Εδουάρδου Η’ από τον θρόνο, όλοι θυμήθηκαν την Ουόλις Σίμσον, την «άλλη Αμερικανίδα που τάραξε τη βασιλική οικογένεια».

Τραμπουκισμός

Την ιστορία της ανέλαβαν να ξεσκονίσουν πλήθος εφημερίδων, από τα βρετανικά ταμπλόιντ μέχρι τη «Washington Post», υπενθυμίζοντας όλα τα κοινά της με τη Μέγκαν Μαρκλ: και οι δύο γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Αμερική (η Σίμσον στη Βαλτιμόρη, η Μέγκαν στο Λος Αντζελες), και οι δύο γνώρισαν τους πρίγκιπές τους σε ηλικία 34 χρόνων, και οι δύο ήταν διαζευγμένες (η Σίμσον δις, η Μέγκαν άπαξ), και οι δύο δαιμονοποιήθηκαν ενώπιον του βρετανικού κοινού.

Προκειμένου να παντρευτεί τη γυναίκα που αγαπούσε βέβαια ο Εδουάρδος Η’ εγκατέλειψε και θρόνο και Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ο Χάρι είναι ήδη παντρεμένος με τη Μέγκαν και επιπλέον μόλις έκτος στη σειρά για τον θρόνο. Αντί να κάνουν την αυτοκριτική τους ωστόσο – γιατί ο στενός πολιορκητικός κλοιός που δημιούργησαν γύρω από το νέο ζευγάρι και ο τραμπουκισμός που ασκούσαν στη Μέγκαν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόφασή τους να γίνουν «κατά το ήμισυ royals» – τα ταμπλόιντ επιμένουν στην τακτική «για όλα φταίει αυτή». Ακόμα και η αριστερή «Guardian» έφτασε να δημοσιεύσει άρθρο με τίτλο «Τι μπορεί να μάθει η Μέγκαν από την Ουόλις Σίμσον», καλώντας μεταξύ άλλων το ζευγάρι να αποφύγει «τις επιδείξεις πλούτου» αλλά και να μην… «επιτρέψει να φανούν οι οποιεσδήποτε ναζιστικές συμπάθειες» (ο Δούκας του Ουίνδσορ, πρώην Εδουάρδος Η’, υπήρξε διαβόητος φιλοναζιστής).

Ακούγεται σχεδόν κωμικό, εντούτοις το επονομαζόμενο «Megxit» (τα εύσημα στη «Sun») επισκίασε ακόμα και το Brexit: ελάχιστοι ασχολήθηκαν με την προχθεσινή επισφράγισή του από τη Βουλή των Κοινοτήτων. Ολα τα φώτα ήταν στη βασιλική οικογένεια, που «βράζει από θυμό» – αν και, όπως αποκαλύπτεται, γνώριζε τις επιθυμίες του ζευγαριού, απλώς τις αγνοούσε και τελικά δήλωσε «αιφνιδιασμένη».

Η Μέγκαν επέστρεψε χθες στον Καναδά, τον τόπο καταγωγής της, προκειμένου να ξαναβρεθεί μαζί με τον ηλικίας οκτώ μηνών γιο της, Αρτσι: η οικογένεια είχε περάσει έξι εβδομάδες στον Καναδά στο τέλος του 2019, και ο μικρός παρέμεινε εκεί όταν οι γονείς του επέστρεψαν στη Βρετανία προκειμένου να κάνουν την ανακοίνωσή τους, μέσω Instagram. Η βασίλισσα Ελισάβετ φέρεται να έδωσε εντολή να συμφωνηθεί εντός «λίγων ημερών» μια «λύση» για το θέμα της παραίτησης των Σάσεξ. Το πλήγμα για τη βρετανική μοναρχία ως δημόσιου θεσμού χαρακτηρίζεται βαρύ, πόσω μάλλον αφού ήρθε τόσο γρήγορα μετά την απαξίωση του πρίγκιπα Αντριου λόγω της υπόθεσης Επσταϊν.

Πολλοί από τους απλούς πολίτες ωστόσο, τους απλούς Βρετανούς που ερωτήθηκαν σχετικά αυτές τις ημέρες από δημοσιογράφους, εμφανίστηκαν σαφώς πιο επιεικείς και καλοπροαίρετοι απέναντι στον Χάρι και τη Μέγκαν από τους τελευταίους.

Πεντακόσια εκατομμύρια ετησίως

Είτε στον Καναδά, από όπου κατάγεται η Μέγκαν, είτε στην Καλιφόρνια, όπου ζει η μητέρα της, ο δούκας και η δούκισσα του Σάσεξ θα μπορούσαν όπως εκτιμάται να γίνουν «οικονομικά ανεξάρτητοι» μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, εκμεταλλευόμενοι την εικόνα τους. Εσοδα ακόμα και 500 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως προβλέπουν για αυτούς οι ειδικοί.