Σε μισό εκατομμύριο εκτιμάται ότι θα ανέλθει έως το τέλος του χρόνου ο αριθμός των νοικοκυριών κι επιχειρήσεων που θα αλλάξουν προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας.

Τις προβλέψεις αυτές κάνουν παράγοντες της αγοράς, οι οποίοι διαπιστώνουν χρόνο με τον χρόνο αύξηση των μετακινήσεων από πάροχο σε πάροχο ηλεκτρικού ρεύματος. Τις τάσεις επιβεβαιώνουν και τα επίσημα στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, σύμφωνα με τα οποία στο πρώτο εξάμηνο του έτους οι καταναλωτές χαμηλής και μέσης τάσης που άφησαν έναν προμηθευτή για να πάνε σε άλλον ήταν 246.639.

Για όλο το 2018, σύμφωνα με πληροφορίες, οι μετακινήσεις ξεπέρασαν τις 338.500, ενώ το 2017, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της ΡΑΕ, οι πελάτες που άλλαξαν προμηθευτές ρεύματος ήταν 186.446. Το 2016 ήταν μόλις 104.775.  Από το 2016 έως και πέρυσι ο αριθμός των καταναλωτών που μετακινήθηκαν ήταν υψηλότερος κατά 223%. Τα μεγέθη ανεβαίνουν με εντυπωσιακό ρυθμό, με δεδομένο, όπως προαναφέρθηκε, ότι ήδη στο πρώτο εξάμηνο του έτους οι πελάτες που έκαναν περισσότερες από μία συμβάσεις ρεύματος ήταν 246.639.

Η εκτίναξη του αριθμού των πελατών που επιλέγουν να μη μένουν σταθεροί σε έναν πάροχο δείχνει πως οι καταναλωτές ρεύματος αναζητούν τις ευκαιρίες στην αγορά, τα ανταγωνιστικά τιμολόγια και τις διάφορες προσφορές που παρέχουν οι εταιρείες. Είτε πρόκειται για τη ΔΕΗ είτε για ανεξάρτητες εταιρείες. Με πιο απλά λόγια, οι πελάτες αυτοί αποκτούν χαρακτηριστικά καταναλωτικής συμπεριφοράς όπως εκείνα της σταθερής και της κινητής τηλεφωνίας.

Πάντως, αν και ο αριθμός των μετακινούμενων πελατών ανεβαίνει, εντούτοις η δημόσια εταιρεία ηλεκτρισμού διατηρεί τη δεσπόζουσα θέση στην αγορά, αφού το μερίδιό της σε επίπεδο κατανάλωσης ρεύματος ανέρχεται σε περίπου 73% με 74%.

Οπως σημειώνουν αρμόδιοι παράγοντες, η αγορά ηλεκτρισμού είναι ιδιαίτερα σύνθετη και ακόμη δυσνόητη για τα εκατομμύρια των καταναλωτών. Και συγκεκριμένα στο θέμα της τιμολόγησης. Επιπλέον, τα νοικοκυριά δυσκολεύονται να αφήσουν τον δεσπόζοντα παίκτη, τη ΔΕΗ, με την οποία έχουν χτίσει μια ισχυρή σχέση εμπιστοσύνης, παρά το ότι πρόκειται για μια δημόσια επιχείρηση με όλες τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις.

Εντούτοις, φαίνεται ότι και στην αγορά ηλεκτρισμού οι καταναλωτές αρχίζουν και εξοικειώνονται με τις δυνατότητες και την ελευθερία των κινήσεων που τους παρέχει η απελευθέρωση του ανταγωνισμού. Ολο και πιο πολλοί δεν θα διστάσουν να αλλάξουν προμηθευτή. Και οι μετακινήσεις δεν αφορούν μόνο από τη ΔΕΗ σε ιδιωτική εταιρεία αλλά και ανάμεσα σε ανεξάρτητους προμηθευτές.

Πάντως, οι καταναλωτές πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στις επιλογές των προϊόντων ηλεκτρικού ρεύματος που κάνουν.

Τι συστήνουν

Η Νεκταρία Καρακατσάνη, μέλος της Ολομέλειας της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, μιλώντας στα «ΝΕΑ» συστήνει στα νοικοκυριά τα ακόλουθα:

1. Να μην εντυπωσιάζονται από τα ποσοστά των εκπτώσεωνπου παρουσιάζονται, καθώς δεν αφορούν το σύνολο του λογαριασμού αλλά μόνο τις ανταγωνιστικές χρεώσεις, δηλαδή το ήμισυ περίπου του τελικού λογαριασμού.

2. Να βεβαιώνονται για το μέτρο σύγκρισης στις εκπτώσεις που τους αναφέρουν. Συχνά οι συγκρίσεις που προβάλλονται στους καταναλωτές δεν αφορούν ομοειδή τιμολόγια.

3. Ο ασφαλέστερος δείκτης για τις συγκρίσεις είναι η ετήσια εξοικονόμηση σε ευρώ, που προκύπτει για κάθε προφίλ κατανάλωσης, το οποίο διαφοροποιείται ανά εποχή, και για τα χαρακτηριστικά της κάθε παροχής. Συχνά, για μικρές καταναλώσεις, το όφελος από την αλλαγή προμηθευτή είναι περιορισμένο, με το πάγιο να αποτελεί την πιο καθοριστική παράμετρο, ενώ το όφελος συνήθως αυξάνεται για μεγαλύτερα επίπεδα κατανάλωσης.

4. Οι καταναλωτές θα πρέπει να εξοικειωθούν με τα χαρακτηριστικά και τη δομή του λογαριασμού τους. Κατ’ αρχάς, να εντοπίζουν αν έχουν νυχτερινό τιμολόγιο (ένδειξη Γ1Ν στον λογαριασμό) και την ισχύ της παροχής τους, μονοφασική (ένδειξη 8 kVA) ή τριφασική. Το καλύτερο θα είναι να υπολογίζουν επίσης την ετήσια κατανάλωσή τους, ιδανικά από λογαριασμούς δύο ετών.