Δεν ξέρω «τι πουλιά περιμένει να πιάσει» αλλά φοβάμαι ότι οι μέχρι σήμερα απόχες του μάλλον κοτσίφια και κότες έχουν τσιμπήσει παρά αητούς και περιστέρια.

Ετσι σχολιάζει τη διεύρυνση Τσίπρα προς την Κεντροαριστερά, ο πρώην υπουργός Προστασίας του Πολίτη και πρώην βουλευτής ΔΗΜΑΡ, αλλά πάντα δάσκαλος, Γιάννης Πανούσης. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο in.gr, λίγες ώρες μετά το άρθρο – φωτιά κατά του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησης, ο κ. Πανούσης τονίζει ότι δεν κρατάει κακία από κανέναν, ότι δεν εντάχθηκε σε ομαδούλες και ίντριγκες αλλά κι ότι «δε σημαίνει ότι σώνει και καλά, πρέπει να ενταχθώ κι εγώ «στους σωτήρες του Έθνους», οι οποίοι τελικά μόνον τον εαυτό τους θέλουν να δια-σώσουν.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη στο in.gr

Κύριε Πανούση. Λέτε συχνά ότι έχετε εγκαταλείψει την πολιτική, για ποιο λόγο; Τι είδους απογοήτευση μπορεί να έχει ένας καθηγητής από την πολιτική ώστε να αποσυρθεί απ΄αυτήν;

Δεν υπήρξα ποτέ «πολιτικός» με την έννοια που ο όρος έχει επικρατήσει στη χώρα μας.Η συγκυρία το έφερε και το 2012[σε ηλικία 63 ετών] εξελέγην βουλευτής της ΔΗΜΑΡ (Α’Αθηνών).

Στο πρώτο εξάμηνο της θητείας μου δήλωσα ότι θέλω να παραιτηθώ γιατί «δεν κάνω γι’αυτή τη δουλιά».

Σε κάθε περίπτωση αισθανόμουνα πάντοτε ότι ήμουν κυρίως δάσκαλος. Έμεινα μέχρι να βρω τρόπο να διολισθήσω το 2014, αφού αρνήθηκα να είμαι υποψήφιος στις εκλογές του Γενάρη 2015.

Η επιλογή του Αλέξη Τσίπρα για τη θέση του Αν. Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, με ξάφνιασε[και βέβαια με τίμησε], γιατί δεν γνωριζόμασταν καθώς δεν ανήκα στο ΣΥΡΙΖΑ [και είχα ήδη παραιτηθεί από τη ΔΗΜΑΡ].

Η θητεία μου στους 7 μήνες παραμονής μου στη θέση σχετιζόταν με την εφαρμογή των όσων θεωρητικών δίδασκα επί 30 χρόνια στο Πανεπιστήμιο κι όχι με την ένταξή μου σε ομαδούλες ή σε ίντριγκες.

Η συνέχεια γνωστή.

Δεν κρατάω κακία από/για κανέναν, ούτε έχω κάποια διάθεση νέας ανάμιξης στα res publica. Αρκούμαι στην έκφραση γνώμης σε διάφορα ΜΜΕ για θέματα της επιστημονικής μου ιδιότητας, ενώ κάνω 6-8 ομιλίες  το μήνα σε πόλεις της Ελλάδας, προσκαλούμενος από κοινωνικούς/εκπαιδευτικούς φορείς.

Νομίζω ότι αυτά είναι αρκετά για έναν επιστήμονα που ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε να κάνει πολιτική καριέρα, αλλά κι από έναν άνθρωπο που προτιμάει να προφυλάσσει την ευσυνειδησία και την ανεξαρτησία του.

Δεχθήκατε πιέσεις όταν υπηρετήσατε ως υπουργός Προστασίας του Πολίτη, τι είδους και από ποιους;

Ουδέποτε και ουδείς [Πρωθυπουργός,Υπουργοί κ.ά] ασχολήθηκαν με το έργο μου, ή προσπάθησαν να μου δώσουν οδηγίες ή ν’ ασκήσουν κάποιου είδους πίεση.

Άλλωστε μιλάμε για τους 7 πρώτους μήνες διακυβέρνησης της χώρας από το ΣΥΡΙΖΑ και πιστεύω πως ήμουνα ένας από τους λίγους που είχε διοικητική πείρα [Πρύτανης ΔΠΘ, πρόεδρος πολλών επιστημονικών οργανισμών], οπότε ήταν-εξ αντικειμένου-δύσκολη η όποια υπόδειξη για θέματα που ήξερα καλύτερα.

Θεωρείτε ότι σας ξεγέλασαν;

Όπως σας είπα από κάθε εμπειρία κρατάω τα θετικά. Ούτε προσπαθώ να βρω τους ανθρώπους που με πρότειναν στον ΠΘ για Υπουργό, ούτε με απασχολεί το ποιοί ζήτησαν «το κεφάλι μου». Άλλωστε στους 3 μήνες-και παρά τη στήριξη του ΠΘ- είχα καταλάβει, ως εγκληματολόγος, ποιά θα ήταν η εξέλιξη/κατάληξη.

Ούτε εκείνοι με ξεγέλασαν ,ούτε εγώ πρόδωσα το λόγο μου, δηλαδή να πετύχω τη συμφιλίωση της Αστυνομίας με την κοινωνία. Τα υπόλοιπα θα τα κρίνει η ιστορία [η μικρή ή η μεγάλη].

Υπάρχει κατά τη γνώμη σας φόβος ανάμεσα στους πολίτες με την αυξημένη εγκληματικότητα;

Φόβος και ανασφάλεια πάντοτε υπάρχουν διότι η εγκληματικότητα έπαψε να είναι τρέχουσα κι εγχώρια [εγκλήματα πάθους, του δρόμου, της κακιάς στιγμής κ.λπ.] κι απέκτησε χαρακτηριστικά παγκοσμιοποιημένης εγκληματικής δραστηριότητας [ναρκωτικά, όπλα, trafficking, σκλαβοπάζαρα κ.λπ.], τα οποία συνοδεύονται και με μεγάλη και άσκοπη βία.

Το πρόβλημα δεν είναι ποσοτικό, αν δηλαδή μειώθηκε ή αυξήθηκε η γενική εγκληματικότητα, αλλά ποιοτικό, πως δηλαδή εισπράττει την εγκληματοφοβία ή τη θυματοφοβία ο έλληνας πολίτης.

Πώς κρίνετε τα τέσσερα χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ; (Θετικά και αρνητικά στοιχεία).

Καταρχήν πρέπει να κατανοηθεί ότι η έλευση του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία είχε περίπου νομοτελειακά χαρακτηριστικά γιατί τα 40 χρόνια της Μεταπολίτευσης [20 χρόνια ΝΔ-20 χρόνια ΠΑΣΟΚ] είχαν τόσο πολύ δια-φθείρει τα δύο αυτά πολιτικά κόμματα ώστε η ανατροπή τους να είναι και ιστορικά αναγκαία.

Θεωρώ πολύ δύσκολο να κάνει κάποιος προβλέψεις και γενικό απολογισμό  για το ποιά μέτρα της Κυβέρνησης ήσαν σε σωστή κατεύθυνση και ποιά σε λάθος. Νομίζω ότι σε πολλούς τομείς [π.χ οικονομία] άργησε πολύ να επικρατήσει ο ρεαλισμός, ενώ σε άλλους [π.χ παιδεία] το ιδεοληπτικό στοιχείο παραμένει ακόμα κυρίαρχο.

Επειδή όμως η πολιτική κρίνεται από τ’αποτελέσματα κι όχι μόνον από τα κίνητρα των κυβερνώντων, νομίζω ότι είναι πολύ παρακινδυνευμένο να κάνουμε τώρα «τη σούμα».

Αυτή θα γίνει με την ψήφο του ελληνικού λαού στις εκλογές αλλά κι από την ψύχραιμη, μετά από ένα χρονικό διάστημα, αποτίμηση των πραγματικών δεδομένων και του αρχικού σχεδιασμού, κι όχι κάποιας τυχαίας καραμπόλας.

Σε κάθε περίπτωση το ότι εξαντλείται η τετραετία δείχνει μία ανοχή του κόσμου, ίσως γιατί δεν θέλει ένα μέρος του εκλογικού σώματος να ξανα-έρθουν «οι ίδιοι» οι παλιοί.

Οι μπαχαλάκηδες και οι Ρουβίκωνες πόσο μπορεί να προκαλέσουν ζημιά στην εικόνα της χώρας;

Το θέμα της –για άλλους οιονεί-πολιτικής βίας και γι’ άλλους εγκληματοειδούς βίας-πρέπει να συζητηθεί με ψυχραιμία από τη Βουλή κι από ειδικούς, δίχως πολιτικές/ιδεολογικές χρεώσεις. Ίσως κρίσιμο ζήτημα να είναι η οριοθέτηση κοινωνικής απειθαρχίας/πολιτικής ανυπακοής και ένοπλης βίας σε περιόδους Δημοκρατίας, διαχωριστική γραμμή την οποία αρνείται να χαράξει το πολιτικό σύστημα.

Εάν σας ζητούσε πάλι ο κ. Τσίπρας να μετάσχετε στην κυβέρνηση θα το κάνετε; Και με ποιους όρους;

Τον Αλέξη Τσίπρα τον ευχαρίστησα δημόσια για δύο λόγους: [1] γιατί με διόρισε Αν. Υπουργό το Γενάρη του 2015, [2] γιατί δεν με πρότεινε το Σεπτέμβριο του 2015.

Η αστική μου ηθική επιβάλλει να σέβομαι τους θεσμούς, όποιοι κι αν τους εκπροσωπούν [Πρόεδρος Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός], αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σώνει και καλά, πρέπει να ενταχθώ κι εγώ «στους σωτήρες του Έθνους», οι οποίοι τελικά μόνον τον εαυτό τους θέλουν να δια-σώσουν.

Όπως σας δήλωσα εγώ δεν ασχολούμαι με την πολιτική. Αν  η πολιτική θελήσει ν’ασχοληθεί μ’εμένα, που δεν βλέπω το λόγο,τότε θα συζητήσουμε τους όρους.

Πότε εκτιμάτε ότι θα διεξαχθούν οι εκλογές; 

Οι προβλέψεις δεν έχουν νόημα όταν το πολιτικό σύστημα είναι τόσο ασταθές και τα κόμματα θυμίζουν κινούμενη άμμο, βουλευτών και άλλων.

Άρα ας κρατήσουμε το γεγονός ότι οι Ευρωεκλογές και οι Αυτοδιοικητικές εκλογές θα γίνουν σε συγκεκριμένη ημερομηνία [26/5-2/6] κι ας περιμένουμε ένα μήνα, π.χ να τελειώσει το Συνέδριο ΚΙΝΑΛ, να οριστικοποιηθεί η λίστα των νέων κομμάτων, να στεριώσουν ή να πέσουν οι Γέφυρες κ.λπ. για να έχουμε πλήρη εικόνα. Πάντως ο Οκτώβρης δεν μου φαίνεται λογική λύση.

Και ποιους θεωρείτε ότι είναι φαβορί;

Η σταθερή άποψή μου είναι ότι η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ -παρά τα θρυλούμενα και τις δημοσκοπήσεις- δεν θα έχουν τέτοια διαφορά που θα την καθιστά σημαντική. Όμως το ερώτημα δεν είναι αυτό.

Το κρίσιμο ερώτημα για τον Κοινοβουλευτισμό είναι τι θα γίνει με τις πιθανές εκλογές του 2020 [λόγω επιλογής του ΠτΔ], τι θα προκύψει με την πρώτη εφαρμογή της απλής αναλογικής, ποιές συμμαχίες θα δώσουν βιώσιμη Κυβέρνηση κ.λπ.

Σε πρόσφατο άρθρο σας μιλήσατε για Pay-ρολίστες επιχειρηματιών που ντύθηκαν υπουργοί, παρακοιμώμενοι που τρυπώνουν παντού βεβαρημένους της Επταετίας κ.λπ. Δεν είναι πολύ βαριές εκφράσεις για κάποιους με τους οποίους πορευτήκατε;

Καταρχήν δεν συμπορεύτηκα με κανέναν, ούτε έκανα κάποιον φίλο μου.

Με όρισε ο πρωθυπουργός και σ’ εκείνον έδινα αναφορά. Κατά δεύτερο λόγο οι «κρυφές ιδιότητες» κάποιων πολιτικών της διεύρυνσης, με διπλά και τριπλά προσωπεία, νομίζω ότι πρέπει ν’ αποβληθούν από τον Πρωθυπουργό, αν θέλει πράγματι «ένα καθαρό κόμμα».

Δεν ξέρω «τι πουλιά περιμένει να πιάσει» αλλά φοβάμαι ότι οι μέχρι σήμερα απόχες του μάλλον κοτσίφια και κότες έχουν τσιμπήσει παρά αητούς και περιστέρια.

Θέλω να πιστεύω ότι μόλις αντιληφθεί ότι πίσω από ορισμένους κρύβονται τα συμφέροντα που θέλει να πολεμήσει ,θα τους δείξει την έξοδο.

Ακόμα κι αν ορισμένοι φαίνονται «ιδανικοί» για το Σοσιαλδημοκρατικό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ, μάλλον «ανάξιοι για το λαό εραστές», για να θυμηθούμε τον Καββαδία, θ’αποδειχτούν.

Σε κάθε περίπτωση άλλο ν’ ανοίγεσαι σε προοδευτικές δυνάμεις κι άλλο να υποκύπτεις σε φιλικές αδυναμίες.

Τελικά υπάρχει ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς ή πρόκειται για επικοινωνιακό εφεύρημα;

Το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς, ως άφθαρτης πολιτικής/κυβερνητικής δύναμης κι όχι όλων των αριστερών ,ως επαγγελματιών,πολιτικών κ.λπ., ετελεύτησε το βίο του με την ανάληψη της εξουσίας.

Από κει και πέρα θα κριθεί αν έμεινε –σχετικά- αλώβητο ή αν πήρε κι αυτό την κατιούσα της μη-ηθικής σκοπιμότητας και της συγκάλυψης των ανομημάτων «των δικών τους».