Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας (ΒΕΑ) τάσσεται υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ από 586 ευρώ και θεωρεί ότι το έξτρα εισόδημα που θα δοθεί θα ενισχύσει χιλιάδες νοικοκυριά και αυτό θα έχει ως συνέπεια την ταυτόχρονη αύξηση της αγοραστικής δύναμής τους.

Αυτή η εξέλιξη, όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του το Επιμελητήριο, θα έχει ως αποτέλεσμα την τόνωση, έστω και μικρή, της κατανάλωσης, καθώς το εισόδημα όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό θα ενισχυθεί κατά 54 ευρώ τον μήνα, ήτοι 648 ευρώ τον χρόνο, ενώ οι νέοι κάτω των 25 ετών θα έχουν επιπλέον εισόδημα 117 ευρώ τον μήνα ή συνολικά 1.404 ευρώ τον χρόνο. Σύμφωνα με τη Επιμελητήριο, αυτά τα χρήματα θα επιστρέψουν στην πραγματική οικονομία και ταυτόχρονα θα βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο 600.000 εργαζόμενων.

Την ίδια στιγμή, όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες θα επιβαρυνθούν με επιπλέον μισθολογικό κόστος. Ο κάθε εργοδότης θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον 80 ευρώ, ενώ για όσους είναι κάτω των 25 ετών το εργοδοτικό κόστος ανεβαίνει κατά 174 ευρώ τον μήνα.

Το ΒΕΑ υπενθυμίζει ότι είχε ζητήσει από την κυβέρνηση η αύξηση του κατώτατου να συνδυαστεί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών ή των φορολογικών βαρών, προκειμένου να μην ενταθούν φαινόμενα υποδηλωμένης ή αδήλωτης εργασίας. Παράλληλα, εκτιμά ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος πολλές επιχειρήσεις να μην αντέξουν την αύξηση και να προχωρήσουν σε απολύσεις ή αναστολή λειτουργίας.

«Υπό αυτές τις συνθήκες, ζητάμε από την πολιτική ηγεσία να ενεργοποιήσει άμεσα προγράμματα επιδότησης του μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους, αλλά και να μειώσει νωρίτερα από τον Ιούνιο, κατά μια μονάδα, τις ασφαλιστικές εισφορές» σημειώνει το ΒΕΑ.

Παράλληλα, προσθέτει ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να προχωρήσει στη μείωση του αφορολόγητου από 1-1-2020, καθώς όλα τα χρήματα που θα δώσουν οι επιχειρηματίες στους εργαζόμενους δεν θα διοχετευτούν στην αγορά και την πραγματική οικονομία, αλλά θα επιστρέψουν στα κρατικά ταμεία, ενισχύοντας το σπιράλ της ύφεσης.