Απεικονίζουν τον Βασίλη Αυλωνίτη και τον Γιώργο Γαβριηλίδη να χορεύουν σε μια σκηνή στο έργο «Ενας βλάκας με πατέντα». Τη Μελίνα – Στέλλα στην ομώνυμη ταινία με το παιχνιδιάρικο βλέμμα της, κάτω από εκείνη τη χαρακτηριστική πια γραμματοσειρά. Τον Τζον Γουέιν επίσης ενώ πυροβολεί με απαράμιλλο στυλ στο «Παλικάρι από το Ντοτζ Σίτι» και τον Στιβ Μακουίν να φιλιέται παθιασμένα με τη Φέι Νταναγουέι στο «έγχρωμον» «Υπόθεση Τόμας Κράουν». Κάποια στιγμή έκαναν τόπο σε πιο σύγχρονες τεχνικές ενημέρωσης και προσέλκυσης του κοινού, όμως οι ζωγραφισμένες στο χέρι κινηματογραφικές γιγαντοαφίσες, που κάποτε κοσμούσαν τις προσόψεις κάθε αίθουσας προβολής, γοητεύουν ακόμα. Προστατευμένες πλέον από τη συλλογή «HELLAFFI» του Μουσείου Κινηματογράφου του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, εκτίθενται από σήμερα και μέχρι τις 22 Ιουλίου στο Διεθνές Φεστιβάλ Cosmopolis της Καβάλας. «Στόχος τους ήταν βέβαια να τραβήξουν την προσοχή των περαστικών, γι’ αυτό και μέρος της τεχνικής τους αποτελούσαν τα έντονα χρώματα ή τα λευκά γράμματα», εξηγεί η Μαρία Παπασωτήρη, υπεύθυνη του Μουσείου Κινηματογράφου του ΦΚΘ. «Τρεις όμως ήταν οι βασικοί παράγοντες που καθόριζαν το τελικό αποτέλεσμα: το μεγάλο μέγεθός τους, η ταχύτητα δημιουργίας τους και τα υλικά που χρησιμοποιούσαν οι καλλιτέχνες. Οι τελευταίοι ζητούσαν συνήθως από τους αιθουσάρχες μερικά ενδεικτικά στοπ-καρέ της ταινίας κι έπειτα ζωγράφιζαν το πιο αντιπροσωπευτικό κατά τη γνώμη τους. Εργάζονταν με χρώματα σε σκόνη, διαλυμένα σε ψαρόκολλα, ώστε η διαδικασία να ολοκληρωθεί γρηγορότερα. Είχαν περίπου τρεις μέρες για να παραδώσουν την αφίσα, η οποία κιόλας είχε ως διάρκεια ζωής το διάστημα που προβαλλόταν η ταινία. Ηταν βραχύβιες, γι’ αυτό και τις ονομάζουμε «η τέχνη των επτά ημερών»».

Η ΣΥΛΛΟΓΗ HELLAFI. Δεν είχαν ωστόσο αναλάβει μόνες τους την πληροφόρηση και τη σαγήνη του κοινού ή τη συμπύκνωση της μαγείας του έργου που παιζόταν. Στις πέριξ των κινηματογράφων γειτονιές τοποθετούνταν και λιθογραφίες μεγέθους 0,70 επί 1,50 μέτρου, επιφορτισμένες με τον ίδιο ρόλο. Η συλλογή HELLAFFI περιλαμβάνει συνολικά 274 έργα, μεταξύ των οποίων και κάποια ζωγραφισμένα με ακουαρέλα, με σινική μελάνη, καθώς και φωτογραφίες που οι καλλιτέχνες τραβούσαν για λόγους αρχείου ή συνεννόησης με τους αιθουσάρχες, καθώς και προσχέδια, με την πλειονότητα όλων να προέρχεται από την περίοδο 1950-1970. Στην έκθεση της Καβάλας, η έμφαση δίνεται λόγω χώρου στις λιθογραφίες, ενώ θα περιλαμβάνονται και μικρότερες αφίσες από ταινίες όπως «Το μεροκάματο του τρόμου», «Η ανταρσία του Κέιν», «Ο Δράκος» ή «Δουλειές του ποδαριού», με την υπογραφή καλλιτεχνών σαν τους Γιώργο Βακιρτζή, Νίκο Ανδρεάκο και Στέφανο Αλμαλιώτη. Η αξία της συλλογής είναι τέτοια που το 2016 χαρακτηρίστηκε ως μνημείο πολιτισμού από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. Ισως επειδή οι κινηματογραφικές γιγαντοαφίσες δεν αποτυπώνουν μόνο τον τίτλο, τους πρωταγωνιστές και τις διακρίσεις μιας ταινίας, αλλά και ένα μέρος της οπτικής επικοινωνίας και της εικαστικής αισθητικής μιας χώρας –η Πολωνία και η Τσεχοσλοβακία έχουν ίσως τις σημαντικότερες επιδόσεις στον ίδιο τομέα. Είναι όμως και κάτι ακόμα. «Νομίζω ότι εκείνες οι αφίσες ήταν λιγότερο απρόσωπες από μεταγενέστερα μέσα ενημέρωσης και προσέλκυσης του κοινού», καταλήγει η Μαρία Παπασωτήρη. «Είναι σαν την διαφορά μεταξύ μιας πρόσκλησης που λαμβάνεις μέσω email και μιας χειροπιαστής με προσφώνηση στον «κύριο τάδε». Η δεύτερη είναι πιο ζωντανή».