Τα διαχρονικά οφέλη από τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ είναι αδιαπραγμάτευτα. Ακόμα και στη σύγχρονη εποχή, που –με μια επιφανειακή ματιά –η Συμμαχία δεν διαδραματίζει ρόλο τόσο σημαντικό όπως συνέβαινε τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, οι δραστηριότητές της παραμένουν πολυσχιδείς. Η εμπλοκή της σε περιφερειακές συγκρούσεις και η συνεισφορά της στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των κυβερνοαπειλών αποτελούν παραδείγματα. Και βέβαια ειδική αναφορά χρειάζεται στη συνεχιζόμενη συμβολή της στον περιορισμό της ρωσικής επιρροής. Ως μέλος του ΝΑΤΟ η Ελλάδα μπορεί να αντιμετωπίζει πολύ πιο αποτελεσματικά τέτοιες απειλές. Και μόνο που η χώρα αναγκάζεται να απελάσει ρώσους διπλωμάτες για λόγους εθνικής ασφάλειας, αποτυπώνει τον υπαρκτό κίνδυνο.

Από εκεί και πέρα, η κατάσταση δε χρειάζεται ωραιοποίηση. Το ιστορικό παράπονο της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ είναι πως έχει αποτύχει να παρεμποδίσει την Τουρκία να ξεδιπλώνει ανενόχλητη την επιθετική τακτική της. Τον Αύγουστο του 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφάσισε την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, είπε ανοιχτά πως αυτό δεν εκπληρώνει το σκοπό για τον οποίο συνεστήθη, μη αποτρέποντας τον πόλεμο μεταξύ δύο μελών του. Αρκετές δεκαετίες μετά είναι σαφές ότι η Συμμαχία δεν ενδιαφέρεται να μεσολαβήσει στα ελληνοτουρκικά. Αυτό προκύπτει από δηλώσεις αξιωματούχων της σε όλη τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών, όταν η προκλητικότητα Ερντογάν στο Αιγαίο και την ΑΟΖ της Κύπρου κορυφωνόταν.

Η Ελλάδα, λοιπόν, καλείται να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο πρόβλημα από μόνη της. Υπό αυτή την έννοια ο τρόπος με τον οποίο βλέπει τις διεθνείς σχέσεις ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, μπορεί να αποτελέσει κίνδυνο και ευκαιρία μαζί. Ο Τραμπ δίνει έμφαση πολύ περισσότερο στην προσωπική διπλωματία παρά στις θεσμικές συνεργασίες πάνω στη βάση των παραδοσιακών δυτικών αρχών. Τα κακά νέα για την Ελλάδα είναι πως Τραμπ και Ερντογάν μπορούν έτσι να έλθουν θεωρητικά πιο κοντά. Τα καλά νέα είναι πως αν ο ίδιος κρίνει ότι η Ελλάδα εξυπηρετεί περισσότερο τα συμφέροντας της χώρας του, καθώς σχηματίζεται το γεωπολιτικό τρίγωνο με το Ισραήλ και την Κύπρο στην Ανατολική Μεσόγειο, τότε μπορεί εύκολα να αγνοήσει παραμέτρους του παρελθόντος και να υποστηρίξει την Αθήνα έναντι της Αγκυρας, σε αντίθεση με τους προκατόχους του.

Την εποχή Τραμπ, η Ελλάδα εξακολουθεί να σέβεται τις υποχρεώσεις της ως κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ, και να ευθυγραμμίζει τις πολιτικές της με τις προτεραιότητες της Συμμαχίας, όπως διαμορφώνονται κατά τη διάρκεια της τρέχουσας Συνόδου Κορυφής. Αλλά η προσοχή της πρέπει εξίσου να στρέφεται σε συναντήσεις που πραγματοποιούνται στο περιθώριο, ιδίως με την αμερικανική πλευρά. Το πραγματικό στοίχημα πλέον είναι να μπορέσει η Ελλάδα να κερδίσει τον ίδιο τον Τραμπ. Για τον Λευκό Οίκο, η προσωπική επαφή και η χημεία δείχνουν πια ότι μετρούν περισσότερο από το θεσμικό πλαίσιο και τις παλαιότερες γεωπολιτικές προσεγγίσεις.

Ο δρ Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin Sadat Centre for Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης