Γνωρίζοντας ότι ο οργανισμός μας αποτελείται από μερικές δεκάδες τρισεκατομμύρια κύτταρα, από τα οποία ένα μεγάλο ποσοστό πεθαίνει και αντικαθίσταται (συνεχής πολλαπλασιασμός) είναι πραγματικά θαυμαστό πώς διατηρείται η ισορροπία και η ευταξία στην αντιγραφή της τόσο πολύπλοκης και τεράστιας χημικής ένωσης που είναι το DNA, η οποία πρέπει και να μεταφερθεί από το παλιό στο νέο κύτταρο.

Αυτές οι συνεχείς αναπαραγωγές ενέχουν τον κίνδυνο του λάθους. Επομένως ένα ποσοστό καρκίνων θα μπορούσε να θεωρηθεί τυχαίο συμβάν.

Ομως, σε ένα σημαντικό ποσοστό, οι βλάβες στο DNA προκαλούνται από τον συνδυασμό της ύπαρξης κάποιας «ευαισθησίας» ορισμένων γονιδίων ή στοιχείων του επιγονιδιώματος από τη μια πλευρά και από την άλλη της επίδρασης πάνω τους ορισμένων παραγόντων από το περιβάλλον που θα τα βλάψουν (μεταλλάξουν) και έτσι θα οδηγήσουν τα κύτταρα σταδιακά στην καρκινική εξαλλαγή.

Και από αυτή την επιστημονικά τεκμηριωμένη πραγματικότητα αναδεικνύεται πόσο σημαντική είναι η πρόληψη. Αν κάποιοι καπνιστές έχουν μια ευαισθησία σε συγκεκριμένα γονίδια, τότε το κάπνισμα θα τους προκαλέσει καρκίνο στους πνεύμονες. Το ίδιο ισχύει και για τη σχέση του οινοπνεύματος και των γονιδίων που το μεταβολίζουν. Μία ελαττωματική συμπεριφορά των τελευταίων αυξάνει τον κίνδυνο η κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών να προκαλέσει καρκινογένεση.

Γνωρίζοντας ποιοι είναι οι καρκινογόνοι παράγοντες μπορούμε να τους αποφύγουμε (πρωτογενής πρόληψη). Από αυτούς κάποιοι είναι καθαρά θέμα προσωπικής επιλογής (π.χ. το κάπνισμα), κάποιοι είναι κοινωνικοί (π.χ. η μόλυνση της ατμόσφαιρας) και κάποιοι άλλοι σχετίζονται με το επίπεδο της υγειονομικής φροντίδας που παρέχεται στον πληθυσμό (π.χ. εμβολιασμοί για την ηπατίτιδα ή τον HPV).

Αλλά και στον βαθμό που σε ορισμένες διαδεδομένες μορφές καρκίνου, όπως είναι του μαστού, του παχέος εντέρου ή του τραχήλου της μήτρας, η δευτερογενής πρόληψη (η ανακάλυψη σε πρώιμη φάση της νόσου) μπορεί να έχει πολύ καλά θεραπευτικά αποτελέσματα, είναι οι πολιτικές αποφάσεις στον χώρο της υγείας που θα επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά την επίδραση της νόσου στον πληθυσμό.

Αλλά και όταν ο καρκίνος συμβεί, θα πρέπει να αντιληφθούμε πως ναι μεν η σύγχρονη ιατρική τον έχει μετατρέψει σε μία χρόνια νόσο, αλλά δεν έχει εξαλείψει τις πιθανότητες υποτροπών, κάτι που συχνά οδηγεί σε μη θεραπεύσιμη κατάσταση τους ασθενείς. Σε μια εποχή που στη χώρα μας αρχίζει η οικογένεια να μην μπορεί να στηρίζει τους ανθρώπους της, υπάρχει άμεση ανάγκη για δημιουργία δομών και δικτύων στήριξης αυτών των ασθενών. Μια τέτοια πρόβλεψη γι’ αυτούς τους ασθενείς είναι καθήκον και των πολιτών και του κράτους.

Η υπόθεση του καρκίνου, επομένως, δεν είναι θέμα μόνο της ιατρικής επιστήμης. Δεν θα υπάρξει το μαγικό φάρμακο που θα θεραπεύσει τον κάθε καρκίνο. Ολοι μπορούμε, ως άτομα ή ομάδες, να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της νόσου. Ας ξεκινήσουμε ακολουθώντας τη βασική προτροπή της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας για να μειώσουμε τα κρούσματα και να αυξήσουμε την ποιότητα και ποσότητα της ζωής μας: Αλλάζουμε για να ζούμε.