«Βοήθεια, κάντε κάτι. Απόψε θα καούμε». Η φωνή στην τηλεφωνική γραμμή ακούστηκε γεμάτη αγωνία. Ηταν Τρίτη στις αρχές Δεκέμβρη, ημέρα μνήμης για τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. «Από τις πεντέμισι το απόγευμα ομάδες κουκουλοφόρων έχουν μετατρέψει δρόμους των Εξαρχείων σε οχυρά. Ξηλώνουν πεζοδρόμια στην οδό Ερεσού και έχουν δέσει με χοντρές αλυσίδες κάδους απορριμμάτων στα δέντρα» έλεγε.

Η Μαρία Κ., κάτοικος της οδού Ερεσού, βρέθηκε στο επίκεντρο των πιο βίαιων επεισοδίων των τελευταίων χρόνων. «Εχουν αποκλείσει την Ερεσού από τη Θεμιστοκλέους μέχρι την Τοσίτσα βάζοντας αλυσίδες γύρω γύρω στα δέντρα. Τέτοια προετοιμασία δεν έχω ξαναδεί. Ούτε καν στα γεγονότα μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου, που κάηκαν όχι μόνο τα Εξάρχεια, αλλά και το κέντρο της Αθήνας».

Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν λίγο αργότερα, σε μία από τις πιο άγριες νύχτες που έζησαν τα Εξάρχεια. Η νύχτα έγινε μέρα από τα πύρινα οδοφράγματα και τη βεντάλια των φωτοβολίδων και των βεγγαλικών. Οι φωτιές από τις μολότοφ που πέταγαν κουκουλοφόροι από μπαλκόνια και ταράτσες τύλιξαν δέντρα και προκάλεσαν φθορές σε τέντες σπιτιών και καταστημάτων. Αυτοκίνητα πυρπολήθηκαν, ενώ η περιοχή για μία ακόμα φορά πνίγηκε στα χημικά.

Η εμπόλεμη ζώνη των Εξαρχείων, κέντρο δράσης ομάδων αντιεξουσιαστών –όπως αυτοαποκαλούνται -, αποτελεί «άβατο» για τις αστυνομικές δυνάμεις. Μια ολόκληρη περιοχή βρίσκεται σε κατάληψη δίνοντας την ευκαιρία να αναπτυχθεί κάθε μορφής παρανομία, με κυριότερη την οργανωμένη διακίνηση ναρκωτικών.

Χαρακτηριστικό της έκτασης του προβλήματος στα Εξάρχεια είναι ότι, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ., από το 2015 μέχρι τον Οκτώβριο του 2017 οι επιθέσεις εναντίον αστυνομικών, πολιτικών προσώπων και γραφείων, και κυρίως οι εμπρησμοί αυτοκινήτων, υπερβαίνουν όλες όσες έχουν διαδραματιστεί συνολικά στις άλλες περιοχές της Αττικής. Στη ζώνη των Εξαρχείων καταγράφηκαν 350 επιθέσεις, εκ των οποίων οι 165 είχαν στόχο αστυνομικούς, σπίτια και καταστήματα, οι 57 έγιναν εναντίον πολιτικών προσώπων και γραφείων, ενώ παραδόθηκαν στις φλόγες 82 οχήματα.

Στις άλλες περιοχές της Αττικής οι επιθέσεις το ίδιο χρονικό διάστημα δεν ξεπερνούσαν τις 290. Οι επιθέσεις εις βάρος αστυνομικών, καταστημάτων και σπιτιών ήταν 69, ενώ τα αυτοκίνητα που πυρπολήθηκαν δεν ξεπέρασαν τα 72.

Για χρόνια οι κάτοικοι της περιοχής βιώνουν κατάσταση ομηρείας, είναι στο ίδιο έργο θεατές, με τις μολότοφ, τις φωτοβολίδες –πρόσφατα τραυματίστηκε βαριά μια δικηγόρος -, τις πέτρες και τα χημικά της Αστυνομίας.

Με αμηχανία και με αυτοσχεδιασμούς παρακολουθούν οι αρμόδιοι του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη τις επικίνδυνες εξελίξεις. Τα Εξάρχεια ήταν πάντα η «ηλεκτρική καρέκλα» για κάθε αρμόδιο υπουργό. Χωρίς οργανωμένο σχέδιο, με την πολιτική του ακορντεόν –άλλοτε βαριά καταστολή και άλλοτε αδράνεια για να μην οξυνθούν τα πνεύματα, ώστε να εκτονωθεί σταδιακά η κατάσταση -, οι αρμόδιοι με τους χειρισμούς τους βρίσκονται στην ουρά των εξελίξεων.

Και τα γεγονότα τρέχουν, εξελίσσονται, αναβαθμίζονται, με ολόκληρα οπλοστάσια –προς το παρόν από μολότοφ –να βρίσκονται στα χέρια ομάδων, όπως αποδεικνύουν οι κατασχέσεις στις λιγοστές εφόδους που έχουν γίνει σε κατειλημμένα κτίρια της περιοχής.

Το στίγμα μιας εποχής

Δρόμοι με πολλά βιβλιοπωλεία –με παλιές, σπάνιες εκδόσεις. Μικρά καταστήματα με είδη χειροτεχνίας και δώρων. Μια περιοχή που το πρωί, όταν δεν πέφτουν μολότοφ και δακρυγόνα, διατηρεί ακόμα τον χαρακτήρα της γειτονιάς.

Από τη Μεταπολίτευση και μετά, τα Εξάρχεια ήταν περιοχή που έσφυζε από φοιτητόκοσμο και ήταν για χρόνια χώρος διαλόγου και κοινωνικών δράσεων. Παράλληλα όμως εκεί έσπαγαν τα κύματα των διαδηλώσεων. Στα Εξάρχεια, μια περιοχή στην οποία έπεσαν νεκρά δύο δεκαπεντάχρονα από σφαίρες αστυνομικών, συχνά στήνονται σκηνικά καταστολής με κρούσματα αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας.

Με τα χρόνια ήρθαν οι ανατροπές και οι μεταλλάξεις σαν αντανάκλαση των κοινωνικών αλλαγών και διαφοροποιήσεων. Η Κατερίνα Γώγου, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Νικόλας Ασιμος και άλλοι έφυγαν νωρίς, παίρνοντας μαζί τους και το στίγμα της εποχής τους.

Τα Εξάρχεια με τον καιρό άρχισαν να κατρακυλούν όλο και περισσότερο στη βία. Παλιές φρουρές συνειδητοποιημένων αναρχικών άρχισαν να αποσύρονται και κάποιοι από αυτούς, ειδικά μετά την τραγωδία της Marfin, να μιλούν πλέον για φετιχισμό της βίας.

Κομβικό σημείο για την επανασύνθεση των ομάδων, τις αλλαγές στην ηλικιακή τους δομή και κατ’ επέκταση στη μορφή των συγκρούσεων, έγινε τον Δεκέμβριο του 2008 με την εν ψυχρώ δολοφονία από αστυνομικό του δεκαπεντάχρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Η δολοφονία πάγωσε το πανελλήνιο και μια γενιά ανηλίκων, κυρίως δεκαπεντάρηδων, ξύπνησε απότομα. Οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας πήραν τη μορφή εξέγερσης, καταστήματα στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις έγιναν γυαλιά καρφιά, ενώ οι καπνοί από τις μολότοφ σκέπασαν την πρωτεύουσα.

Οι δρόμοι της φωτιάς για πολλούς ανηλίκους οδηγούσαν τότε στα Εξάρχεια. Οι περισσότεροι από αυτούς στη συνέχεια απομακρύνθηκαν. Αλλοι όμως έμειναν για να αποτελέσουν τον πυρήνα μιας νέας γενιάς έντονων αντιδράσεων με πιο βίαιες συγκρούσεις. Μιας γενιάς που τα επόμενα χρόνια ήρθε αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση η οποία έπληξε τη χώρα και η βία κλιμακώθηκε.

Το νέο δόγμα

Τις πρώτες εβδομάδες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το κλίμα ως προς την αντιμετώπιση των ομάδων που δρουν στα Εξάρχεια ήταν υπεραισιόδοξο. Στους διαδρόμους του έβδομου ορόφου της Κατεχάκη κυκλοφορούσε με νόημα ένα χιουμοριστικό σύνθημα, το οποίο ακούστηκε σε συλλαλητήριο αντιεξουσιαστών: «Αυτό δεν είναι πορεία, είναι παρωδία. Φέρτε μας πίσω την Αστυνομία».

Σε αυτήν τη διαδήλωση εγκαινιάστηκε το νέο δόγμα της διακριτικής επιτήρησης αλλά και της μείωσης των αστυνομικών δυνάμεων στα Εξάρχεια.

Η προσγείωση στη σκληρή πραγματικότητα, όμως, δεν άργησε να έρθει. Η ανταπόκριση ομάδων των αντιεξουσιαστών στο νέο δόγμα ήταν, όπως φάνηκε, ιδιαίτερα θερμή.

Στις αρχές Φεβρουαρίου 2015, αστυνομικοί πληρώματος περιπολικού της Τροχαίας μπήκαν στο «γκέτο» έπειτα από κλήση για μια σύγκρουση ταξί με ΙΧ αυτοκίνητο. Την ώρα της ανταλλαγής στοιχείων μεταξύ των οδηγών οι αστυνομικοί δέχθηκαν την επίθεση ομάδας νεαρών, οι οποίοι πυρπόλησαν το περιπολικό. Λίγο αργότερα έφθασαν δυο διμοιρίες των ΜΑΤ προκειμένου να καλύψουν τους πυροσβέστες για την κατάσβεση, με αποτέλεσμα να δεχθούν και αυτοί επίθεση με μολότοφ.

Μερικές εβδομάδες αργότερα, θύματα άγριας επίθεσης έπεσαν ένας άνδρας και μια γυναίκα αστυνομικοί της Τροχαίας καθώς περνούσαν με περιπολικό κοντά στην Πλατεία Εξαρχείων. Και αυτοί επέστρεφαν από υπόθεση τροχαίου. Το περιπολικό είχε σταματήσει στο φανάρι, όταν αιφνιδιαστικά δέχθηκαν την επίθεση ομάδας έξι κουκουλοφόρων. Οι δράστες άνοιξαν τις πόρτες και πέταξαν εναντίον των αστυνομικών δύο άδεια μπουκάλια μπίρας. Το ένα χτύπησε στο κεφάλι τη γυναίκα, ενώ ο συνάδελφός της που κράτησε την ψυχραιμία του πρόλαβε και πάτησε το γκάζι ώστε να διαφύγουν την τελευταία στιγμή.

Η κορύφωση ωστόσο των βίαιων επιθέσεων εναντίον αστυνομικών ήρθε περίπου έναν χρόνο αργότερα, στα τέλη Αυγούστου 2016, όταν ομάδα νεαρών ξυλοκόπησε άγρια με καδρόνια, μπουνιές και κλωτσιές τον τότε διοικητή της Τροχαίας Αθηνών στη διασταύρωση της Πανεπιστημίου με την οδό Μπενάκη, στέλνοντάς τον αιμόφυρτο στο νοσοκομείο.

Τα καμένα τρόλεϊ

Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και πυροδότησε έντονη πολιτική αντιπαράθεση ήταν το κύμα των επιθέσεων που εξαπέλυσαν ομάδες νεαρών σε μέσα μαζικής μεταφοράς, λεωφορεία και τρόλεϊ.

«Κοντέψαμε να καούμε ζωντανοί. Πανικόβλητοι έτρεχαν άνθρωποι να σωθούν. Φοβόμαστε μήπως γίνει έκρηξη στο τρόλεϊ». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε συγκλονισμένος ένας επιβάτης το σκηνικό βίας το οποίο διαδραματίστηκε τον Μάιο του 2016 στην Πατησίων, μπροστά από το Πολυτεχνείο.

Ηταν μία ακόμα οργανωμένη καταδρομική επίθεση κουκουλοφόρων σε τρόλεϊ που έτυχε να περνά από την επικίνδυνη ζώνη. Η ομάδα των νεαρών, αφού μπλοκάρισε το όχημα υπό την απειλή μολότοφ, ανάγκασε τους επιβάτες και τον οδηγό να κατέβουν και στη συνέχεια το πυρπόλησε.

Η πλέον οργανωμένη και καταστροφική εμπρηστική επίθεση έγινε τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, όταν ομάδες κουκουλοφόρων βγήκαν από το Πολυτεχνείο και πυρπόλησαν τρία τρόλεϊ.

«Η καρδιά της πρωτεύουσας βρίσκεται σε κατάσταση αποκλεισμού. Οι κάτοικοι είναι όμηροι των μπαχαλάκηδων» είχε δηλώσει τότε ο Βασίλης Κικίλιας.

Το μπαράζ των εμπρησμών στα μέσα μαζικής μεταφοράς είχε προκαλέσει και την έντονη αντίδραση του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη, ο οποίος σε μια οξύτατη ανακοίνωσή του είχε δηλώσει ότι «υπάρχει κενό ασφαλείας στην Αθήνα». Οι συνεχείς επιθέσεις προκάλεσαν αντιδράσεις και συνδικαλιστών της ΕΛ.ΑΣ., ενώ το Σωματείο Ειδικών Φρουρών προειδοποιούσε για «επιστροφή στο κράτος του Εξαρχιστάν».

«Την εικόνα του βίντεο κοιτάξτε την καλά, γιατί είναι εικόνα από το μέλλον» έλεγε το προειδοποιητικό μήνυμα της διαδικτυακής ανάρτησης που συνόδευε το σοκαριστικό βίντεο της ένοπλης περιφρούρησης πορείας ενάντια στις μαφίες των ναρκωτικών στα Εξάρχεια, τον Δεκέμβριο του 2016.

Το βίντεο με τους ενόπλους που επιδείκνυαν τα όπλα τους έδωσε το στίγμα ότι το παιχνίδι στα Εξάρχεια χοντραίνει πολύ επικίνδυνα και ότι ο επίλογος σε αυτή την ιστορία δεν έχει ακόμα γραφτεί.