Θα ήθελαν να είναι πολλοί στη θέση της. Να έχουν μπροστά τους ένα ανοικτό μικρόφωνο, να κοιτάνε με αυτάρεσκο βλέμμα την κάμερα και να λένε «ο συντηρητισμός εκείνων που σοκάρονται από τον ληστή τραπεζών, αλλά δεν ιδρώνει το αφτί τους για τη μεγάλη ληστεία που γίνεται στα σπίτια των πολιτών από τις τράπεζες με τους πλειστηριασμούς, δεν μας αφορά». Δεν μπορεί όμως να έχει κανένας από τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη χαρά. Κι αυτή η στέρηση εξηγεί τη διπλή χαρά της Ζωής Κωνσταντοπούλου.

Σε αυτό το υπερχειλίζον συναίσθημα που ήταν αδύνατον να κρυφτεί από τις κάμερες, εντοπίζεται το ενδιαφέρον του μίνι πολιτικού σόου της Ζωής. Δεν βρίσκεται στο εύρημα του ληστή τραπεζών που, όπως αποκάλυψε η ίδια, αντέγραψε από τον Ζαν-Λικ Μελανσόν. Αλλά στην πεποίθησή της ότι ο χώρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, εκεί όπου άλλοτε κυριαρχούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, μένει πλέον ελεύθερος. Η Κωνσταντοπούλου και ο Λαφαζάνης δεν θα στριμώχνονται πια με τους συριζαίους, ούτε θα στέκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας στο περιθώριο. Κάθε Τετάρτη, την ημέρα των πλειστηριασμών, θα αλωνίζουν στο πεδίο της υπεράσπισης των λαϊκών κεκτημένων ελεύθεροι, την ίδια ώρα που οι συριζαίοι, και μαζί τους και ο δύστυχος φιλοκυβερνητικός Τύπος, θα πασχίζουν να υπερασπίσουν το αφήγημα της βίλας ή να πείσουν ότι οι πλειστηριασμοί δεν είναι πλειστηριασμοί αλλά μοχλοί ανάπτυξης της οικονομίας και θεμέλιος λίθος της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος.

Ακόμη χειρότερα για τους συριζαίους, το σόου των πρώην συντρόφων τους έχει τον χαρακτήρα ενός jour fix που για τους ίδιους θα είναι βασανιστήριο. Κάθε Τετάρτη, η Ζωή θα στέκεται μπροστά στις κάμερες και θα παίρνει τη γλυκιά εκδίκησή της υποδεικνύοντας με το δάχτυλο τους ληστές. Υποδεικνύοντας φυσικά και τους παλιάτσους.