Οταν δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ ο τότε νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 4172/2013), είδαμε ένα κεφάλαιο με τίτλο «Εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας», αποτελούμενο από πέντε άρθρα (30 έως 34) –ακριβής αντιγραφή αντίστοιχου κεφαλαίου του παλαιού ΚΦΕ (Ν. 2238/1994) με τίτλο «Προσδιορισμός φορολογητέας ύλης με βάση τις δαπάνες», αποτελούμενο από πέντε άρθρα (15 έως 19). Δηλαδή σε έναν νέο και πρωτοποριακό φορολογικό νόμο, όπου σύμφωνα με την αιτιολογική του έκθεση είχε ως βασική του επιδίωξη, μεταξύ των άλλων, τη δημιουργία μιας δίκαιης βάσης αναδιανομής του εισοδήματος και τη δημιουργία ενός φορολογικού κώδικα εύληπτου, κατανοητού και προσιτού σε κάθε πολίτη, προκειμένου να επαναθεμελιωθούν συνθήκες σταθερότητας και εμπιστοσύνης στο κοινωνικό και το οικονομικό περιβάλλον, παρεισέφρησαν οι απαρχαιωμένες διατάξεις των τεκμηρίων, διατάξεις οι οποίες εισήχθησαν στο φορολογικό δίκαιο της χώρας με τον Ν. 820/1978, συνεχίζοντας να προκαλούν προβλήματα σε μεγάλο αριθμό φορολογουμένων με πραγματικά χαμηλά εισοδήματα όπως μισθωτοί, συνταξιούχοι, ειλικρινείς αυτοαπασχολούμενοι και χαμηλοεισοδηματίες.

Ειδικότερα, οι τιτλοφορούμενες «αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες», όπου κανένας δεν γνωρίζει αν είναι αντικειμενικά υποκειμενικές ή υποκειμενικά αντικειμενικές, έχουν καταστεί εφιάλτης για πολλούς φορολογουμένους οι οποίοι έχουν την ατυχία να έχουν ένα σπίτι, ένα εξοχικό και ένα αυτοκίνητο. Το σύνολο των «αντικειμενικών» αυτών δαπανών, δηλαδή των τεκμηρίων διαβίωσης, υπερβαίνει το συρρικνωμένο λόγω Μνημονίων εισόδημά τους με αποτέλεσμα να δημιουργεί μια άδικη φορολογική επιβάρυνση. Το Σύνταγμα της χώρας ορίζει ότι όλοι οι Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου και οι πολίτες συνεισφέρουν αδιακρίτως στα δημόσια βάρη σύμφωνα με τις οικονομικές τους δυνάμεις. Ομως ενώ με τη φράση «σύμφωνα με τις δυνάμεις τους» ορίζεται η αρχή της φοροδοτικής ικανότητας, δηλαδή η συνεισφορά κάθε πολίτη στο σύνολο ανάλογα με το πραγματικό εισόδημά του που πρέπει να φορολογείται, στην περίπτωση των τεκμηρίων φορολογείται για ένα πλασματικό εισόδημα το οποίο θεωρείται ως το «βέβαιο πόρισμα» από το οποίο προκύπτει η φοροδοτική ικανότητά του.

Τα τεκμήρια, ειδικά τα τεκμήρια διαβίωσης, πρέπει να καταργηθούν και να καθιερωθεί το περιουσιολόγιο μέσω του οποίου θα προκύπτουν ασφαλέστερες ενδείξεις φοροδοτικής ικανότητας, οι οποίες θα αξιοποιούνται από τη φορολογική διοίκηση έτσι ώστε με τη χρήση των νέων διεθνώς αποδεκτών μεθόδων ελέγχου θα μπορεί να προσδιοριστεί το πραγματικό φορολογητέο εισόδημα για όσους, μην έχοντας εμφανείς πηγές εισοδήματος, διάγουν υπερπολυτελή βίο.

Ο Γιώργος Α. Κορομηλάς είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών