Την ημέρα της συμπλήρωσης τριάντα ετών από το έπος του Ευρωμπάσκετ 1987, μόνο το ιστορικό «Final Countdown» των Europe δεν αντηχούσε στην αίθουσα συσκέψεων του αθλητικού τμήματος στα «ΝΕΑ». Ηχούσε, όμως, η χαρακτηριστική, βαριά φωνή του Παναγιώτη Γιαννάκη, ο οποίος αμέσως μετά το δίωρο ραδιοφωνικό ταξίδι στον Βήμα fm, αποδέχθηκε με χαρά την πρόσκληση και ανέβηκε στον τέταρτο όροφο του κτιρίου της Μιχαλακοπούλου.

Ο Δράκος διηγήθηκε ιστορίες από τα παιδικά του χρόνια, δυσκολεύτηκε υπερβολικά όταν του ζητήθηκε να συγκροτήσει την καλύτερη ελληνική πεντάδα, έλαμψε το βλέμμα του όταν συνέκρινε την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1987 με την κάτοχο του χρυσού μεταλλίου στο Ευρωμπάσκετ 2005 και φιναλίστ στο Μουντομπάσκετ 2006 και φωτίστηκε το πρόσωπό του από αισιοδοξία μιλώντας για τις ικανότητες του ελληνικού λαού.

«Γεννήθηκα το 1959 στη Νίκαια. Ημουν καλός ποδοσφαιριστής, αλλά δεν έκανα μόνο αυτό. Επαιρνα ένα ξύλινο κοντάρι και πηδούσα τις μάντρες αναπαριστώντας τον Χρήστο Παπανικολάου. Εκανα άλμα εις ύψος, άλμα εις μήκος, είχα βγει δεύτερος στον ανώμαλο δρόμο στο Γυμνάσιο. Οταν με κέρδισε το μπάσκετ, δεν ήταν ακόμη δημοφιλές. Τότε οι προπονητές πήγαιναν στα σχολεία και εντόπιζαν ταλέντα. Ετσι μάζεψαν κι εμένα. Καταλάβαινα γρήγορα το παιχνίδι και έτσι το 1971 γράφτηκα στον Ιωνικό Νικαίας» ξεκίνησε το ταξίδι στο παρελθόν ο Παναγιώτης Γιαννάκης καθισμένος στην κορυφή του τραπεζιού και αρχίζοντας να προσελκύει συναδέλφους από όλα τα τμήματα, που έσπευδαν να φωτογραφιστούν με το ιερό τέρας του ελληνικού μπάσκετ.

«Ποια είναι η καλύτερη ελληνική πεντάδα όλων των εποχών;». Ο Δράκος χαμογέλασε με νόημα. «Πεντάδα; 24άδα έχω! Θα έβαζα τη 12άδα του 2005-06 και τη 12άδα του 1987. Δεν υπάρχουν συγκρίσεις, παιδιά. Εμείς το 1987 ήμασταν μια ομάδα πολύ μπροστά από την εποχή. Κερδίσαμε ομάδες που είχαν τα προσόντα των σύγχρονων υπερδυνάμεων. Η Γιουγκοσλαβία και η Σοβιετική Ενωση δεν θα υστερούσαν σε τίποτε έναντι των κολοσσών της σημερινής εποχής. Αρα για να τις κερδίσεις, έπρεπε να κάνεις υπέρβαση. Το φοβερό είναι ότι κερδίσαμε τη Σοβιετική Ενωση και στο Ευρωμπάσκετ 1989, όταν πλέον μας ήξεραν και είχαν κίνητρο για να μας νικήσουν».

Ποια βραδιά έζησε πιο έντονα; Τον τελικό του 1987 ή τον ημιτελικό της Σαϊτάμα το 2006; «Οταν είσαι παίκτης τα συναισθήματα είναι πιο έντονα. Εμένα δεν με ενδιέφερε αν είχα μπροστά μου τον Τζόρνταν. Ηθελα να τον κερδίσω. Το παιχνίδι που κάναμε στη Σαϊτάμα ήταν η εξέλιξη του μπάσκετ. Το διεθνές μπάσκετ εκπροσωπούμενο από την ελληνική εθνική ομάδα αντιμετώπισε τους καλύτερους στον κόσμο και έδειξε σε ποιο επίπεδο είχε φτάσει το σπορ σε όλο τον κόσμο πλην ΝΒΑ. Ηταν ίσως η μεγαλύτερη νίκη του διεθνούς μπάσκετ σε επίπεδο τακτικής».

Ο Δράκος είπε πολλά και χαιρόσουν να τον ακούς. Κάποια στιγμή το φιλοσόφησε: «Το Ευρωμπάσκετ 1987 ήταν επανάσταση. Ολη η Ελλάδα ξεχύθηκε στους δρόμους. Αυτή η έκρηξη δεν επαναλαμβάνεται. Το 2004 στο ποδόσφαιρο συντελέστηκε ένα θαύμα. Δεν ήμασταν καν ισάξιοι με τους αντιπάλους μας, αλλά είχαμε μια ομάδα που πειθαρχούσε και έπαιζε ο ένας για τον άλλο. Στο ποδόσφαιρο μπορείς να κερδίσεις ακόμη και αν είσαι χειρότερος. Το μπάσκετ είναι πιο αξιοκρατικό γιατί ή θα πρέπει να είσαι ισάξιος ή θα πρέπει να είσαι καλύτερος. Είναι ένα εγκεφαλικό άθλημα. Το να είμαστε, λοιπόν, καλοί σε ένα τέτοιο σπορ, σημαίνει ότι έχουμε δυνατότητες και ως λαός».