Βράδυ, στις παρυφές του θέρους του 2012. Καμιά δεκαριά τριαξονικές νταλίκες μετέφεραν όγκους χρημάτων από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Είχαν προσγειωθεί μεταγωγικά αεροπλάνα με χρηματοδοτικά εφόδια. Οι τράπεζες είχαν ξεμείνει από ρευστό, η Ελλάδα «είχε τελειώσει» ούτως ή άλλως και η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση ήταν επείγουσα.

Ηταν περίεργη, ζεστή νύχτα. Ενιωθες μια ανήσυχη και αγχώδη ανακούφιση. Ενιωθες ότι σωζόσουν, χάνοντας. Η έλευση έμοιαζε με αναχώρηση. Τα φορτία χρημάτων σαν να εικονογραφούσαν ή να αναπλήρωναν προσωρινά, όλα αυτά που διέφυγαν, αυτά που καρπώθηκε βουλιμικά μια κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, αυτά που εξάχνωσαν ηλίθιες πολιτικές αποφάσεις, κρατικοί και πολιτικοί λειτουργοί, ένα πολυδαίδαλο, υπόκοσμο και θανατηφόρο μείγμα που διέστρεψε οικονομία, διοίκηση, κουλτούρα.

Είχε πλέον εγκατασταθεί τέτοια ανασφάλεια και ευθραυστότητα, που αν ένας πιτσιρικάς, γυρνώντας το βράδυ, τράβαγε το 20άρικο από το ΑΤΜ και του ‘βγαζε «Λυπούμαστε, προσωρινά δεν μπορείτε να εξυπηρετηθείτε από το συγκεκριμένο μηχάνημα», υπήρχε κίνδυνος να καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα! Καταπληκτικό: ολόκληρη η οικονομική ταυτότητα μιας χώρας (της Ελλάδας), η σταθερότητα μιας μεγάλης πολιτικοοικονομικής επικράτειας (της ευρωζώνης) εξαρτάτο από το αν θα ξέμενε ένα ΑΤΜ μιας οποιασδήποτε τράπεζας από ρευστό. Στην οικονομία της άδειας ευρωστίας αντιστοιχούσε τέτοιο ποταπό τέλος.

Υστερα από πέντε χρόνια, ο παρατηρητής είναι αμφίθυμος για τη σχέση αμοιβαίας οδύνης που έχει αναπτύξει η χώρα μας με την ευρωζώνη. Βέβαια το «οικονομικό αντάρτικο» δεν υπάρχει στο συλλογικό υποσυνείδητο και η αναπαραγωγή μιας δύσκολης, επιβιωτικής σχέσης με τους θεσμούς μοιάζει μονόδρομος. Ομως το δίλημμα «σκληρότατη σωτηρία ή αξιοπρεπής καταστροφή» ορίζει πράγματι τους πόλους του προβλήματος;

Η Ελλάδα εδώ και πολλά χρόνια έλκεται με τεντωμένα πόδια που αυλακώνουν τη λάσπη. Μια μάταιη αντίσταση σε μια τυφλή έλξη. Κίνηση μεν, αλλά χωρίς μια δομημένη κατεύθυνση. Ποιος αποκατευθύνει;

Η πολιτική σκηνή τοποθετείται και συγκρούεται σαν να αφορά το κακό κάποιους άλλους π.χ. μια μισητή κυβέρνηση. Αν «δολοφονηθεί» ή καταπέσει η κυβέρνηση, το πρόβλημα θα λυθεί, η πληγή θα ιαθεί. Αν υποδειχθεί ο «ένοχος», θα αποδειχθεί αυτομάτως το δίκαιο του καταγγέλλοντος και τότε το πρόβλημα της χώρας θα λυθεί.

Το πολιτικό σύστημα είναι αυτοαναφορικό. Θεωρεί ότι η διακομματική σύγκρουση συγκεφαλαιώνει το οικονομικό και υπαρκτικό πρόβλημα της Ελλάδας. Η πολιτική σύγκρουση όμως και οι όροι της, αναπτύσσονται έξω από το πρόβλημα. Ετσι αναπαράγονται η βραχύνοια και τα αδιέξοδα. Τόσο στην ίδια την παραγωγή της κρίσης όσο στην περιγραφή της. Ο τρόπος προσδιορισμού και ανάλυσης της κρίσης είναι θεμελιακό συστατικό της κρίσης.

Στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για το πολυνομοσχέδιο και τη β’ αξιολόγηση, αυτή η απόλυτη αυτοτύφλωση, τα στερεότυπα των λογογράφων και η μετατόπιση της επιχειρηματολογίας στην ηθική σπίλωση και προσωπική μείωση του αντιπάλου (δηλαδή των βουλευτών της πλειοψηφίας), υπογράμμισε το απλό: Η χώρα θα εξακολουθεί να διοικείται με τελεσίγραφα, αφού δεν μπορεί στοιχειωδώς να προχωρήσει σε μια πολιτική σύνθεση.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Σάμου και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων