Θυμάμαι τον Ιούλιο του ’15, τον Ιούλιο του μίσους και του λαϊκισμού, τους υποστηρικτές του Οχι να προσπαθούν με ιστορικά άλματα, ανιστόρητες αναφορές και επιχειρήματα που ανάγονταν στις Σταυροφορίες ή τους Βησιγότθους να αποδομήσουν την ουμανιστική παράδοση, τις δημοκρατικές αρχές και αξίες της Ευρώπης. Αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες είναι μια καλή ευκαιρία να διαπιστώσουμε τα ανακλαστικά των ευρωπαϊκών χωρών, τους αμυντικούς αυτοματισμούς που αναπτύσσουν απέναντι στα αυταρχικά και απολυταρχικά καθεστώτα. Μπορεί με λάθη, με υπερβολές, με αμηχανία, με σπασμωδικές κινήσεις. Ρισκάροντας ακόμη και το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αυτό που συμπεραίνει πάντως κάποιος διαβάζοντας την επικαιρότητα είναι ότι το παραμύθι του «καλού σουλτάνου», του «πατερούλη» (για να μην ξεχνάμε τους συνειρμούς) που προσπαθεί να περάσει στη χώρα του με το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου εδώ τρώει ευρωπαϊκή πόρτα. Ακόμη και το Παρίσι που επέτρεψε στον Τσαβούσογλου την προεκλογική ομιλία κάνει λόγο για τακτική εκτόνωσης.

Στην Ολλανδία έγιναν αυτά που παρακολουθήσαμε το Σαββατοκύριακο, ο πρωθυπουργός της Δανίας εισηγήθηκε αναβολή της συνάντησής του με τον τούρκο ομόλογό του και οι Βρυξέλλες πάγωσαν εν μέρει τη χρηματοδότηση της Τουρκίας από τον Μηχανισμό Προενταξιακής Βοήθειας. Στην Ελλάδα, βέβαια, ένας διαστρεβλωμένος και επιλεκτικός δικαιωματισμός που αρθρώνεται από ακτιβιστές του καραόκε και πολιτικούς της καραμπόλας έχει πάντα τον αντίλογο στο τσεπάκι και αντιτάσσει την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη. Η πρόσφατη ιστορία όμως έχει δείξει ότι κανένα άκρο δεν εγκαταστάθηκε επί μακρόν επι ευρωπαϊκού εδάφους ή, τέλος πάντων, στις χώρες που ασπάστηκαν τις αρχές του Διαφωτισμού.